Ο Τζόρτζο
ντε Κίρικο (Giorgio de Chirico) γεννήθηκε τον Ιούλιο του 1888 στον, λίγα μόλις χρόνια απελευθερωμένο,
Βόλο. Την γέννηση του στην Ελλάδα την θεωρούσε σημάδι της μοίρας και σε κάθε
σχεδόν έργο του γίνεται αναφορά σε αυτήν. Ήταν το πρώτο παιδί του Εβαρίστο και
της Τζέμα. Η μητέρα του ήταν πρώην τενόρος της Όπερας. Το 1891 θα γεννηθεί και
ο αδελφός του ο Αντρέα Αλμπέρτο, που θα γίνει και αυτός ζωγράφος, συγγραφέας
αλλά και μουσικός, χρησιμοποιώντας το ψευδώνυμο Αλμπέρτο Σαβίνιο. Οι γονείς του
ντε Κίρικο είχαν μακρινή καταγωγή από την Ιταλία, πολλές γενιές πριν. Τα παιδιά
όμως διασκέδαζαν με το να λένε ότι οι γονείς τους ήταν Ιταλοί.
Ο Εβαρίστο
ήταν μηχανικός και είχε σπουδάσει στη Φλώρινα και στο Τορίνο. Ο ντε
Κίρικο θαύμαζε και
αγαπούσε πολύ τον πατέρα
του, στον οποίο
χρωστούσε το θάρρος
και την ευαισθησία που
τον χαρακτήριζαν σαν
άνθρωπο. Ο πατέρας μου, λέει,
ήταν ένας άρχοντας από άλλες
εποχές. Θαρραλέος, έντιμος, εργατικός, έξυπνος, καλός. Από όλη την
ευρύτερη οικογένεια ευγενών
που ήταν μέλος
της, ήταν ο μόνος που ήθελε
να εργάζεται. Ήταν άριστος μηχανικός, έγραφε μυθιστορήματα με ωραιότατους χαρακτήρες, σχεδίαζε, είχε
πολύ καλό αυτί στη μουσική, ήταν παρατηρητικός και δεκτικός, μισούσε την
αδικία, αγαπούσε τα ζώα, ήταν δεικτικό
στους πλούσιους και ισχυρούς και ήταν πάντα έτοιμος να υπερασπιστεί και να
βοηθήσει τους πιο αδύναμους και φτωχούς,
Ο πατέρας μου, συνεχίζει να
λέει, ήταν ακριβώς το αντίθετο των περισσότερων
σημερινών αντρών που τους λείπει η αίσθηση της πραγματικότητας και είναι ανίκανοι και βλάκες. Κανείς τους
δεν θα ήξερε
να βοηθήσει ένα παιδί
να αναπτύξει την δυναμική του χαρακτήρα
του και το
ταλέντο του, να
γίνει αυτό για το
οποίο το
προόριζε η φύση
του, όπως ήξερε
ο πατέρας του.
Ο Ντε
Κίρικο ήταν παιδί,
όταν ο πατέρας
του τον βοήθησε να
ζωγραφίσει το κεφάλι του Αγ. Ιωάννη του
Βαπτιστή με το
σύστημα των 2 σταυρών, το οποίο
θα το χρησιμοποιούσε αργότερα σε
κάποια ανδρείκελα του. Τα παιδιά
αυτών που έκαναν
τους διανοούμενους χωρίς
εσωτερικό περιεχόμενο, δεν
είχαν την τύχη
να διδαχθούν κανένα σύστημα. Αντίθετα,
από μεγαλομανία ενθαρρύνονταν να ζωγραφίζουν φρικτά,
με την προσδοκία ενός
τέτοιου πατέρα κενόδοξου,
ότι έτσι κάποια μέρα θα μπορέσει να γίνει ένας Ματίς για φήμη και χρήματα. Αλλά και η
μάνα του τον βοηθούσε. Κάποια φορά με
την βοήθειά της
έγραψε γράμμα στον πατέρα του και
ο μικρός έβαζε μαζί με το γράμμα στο φάκελο και ένα σχέδιο του με
λουλούδια, όπου ο πατέρας του τον συνεχάρη για τις προόδους που έκανε στο σχέδιο.
Με τέτοια ψυχολογική και
πρακτική ενίσχυση στην
παιδική του ηλικία, πώς
να μην γίνει
ένας πραγματικά γνήσιος, ευαίσθητος ως προς
τους άλλους και
υπεύθυνος άνθρωπος;
Όταν στην
συνέχεια σαν ζωγράφο
μποϊκοτάριζαν την ζωγραφική του,
τον βοηθούσαν οι
πολύτιμες εμπειρίες του από
τα παιδικά του
χρόνια. Για παράδειγμα
κατασκεύαζε χαρταετούς, σαν καλός
μάστορας και όταν
τους αμολούσε σε μια πλατεία, ήταν
σχεδόν πάντα μόνος. Τα χαμίνια από την άλλη γειτονιά στεκόντουσαν μακριά
του για να μπορέσουν μετά να μπλέξουν τον αετό του με τον σπάγκο που
συγκρατούσε τον δικό τους αετό και να τον γκρεμίσουν. Ο Τζίορτζιο
τους πετροβολούσε και αισθανόταν σαν τον μονομάχο, εκείνον που μένει
μόνος να πολεμήσει στο πεδίο της μάχης, όπως μόνος έπρεπε να
παραμένει και στο πεδίο της καλής ζωγραφικής, πεδίο λιγότερο
επικίνδυνο βιολογικά, αλλά πολύ πιο δύσκολο για την κατάκτηση της νίκης.
Αυτά μας
ακολουθούν και επαναλαμβάνονται στην
ζωή. Τα χαμίνια τον φθονούσαν για τις παραπάνω γνώσεις
που αποκτούσε με πολύ
επιμέλεια, όπως και μετέπειτα οι ζωγράφοι, οι διανοούμενοι και οι
μοντερνιστές και μερικοί άλλοι φθονεροί αμαθείς. Σχημάτιζαν λοιπόν ένα είδος Ιερής Συμμαχίας για να του βάλουν
εμπόδια στο δρόμο του, και να του
κόψουν τον δρόμο
του, να τον
καταργήσουν.
Ο ντε Κίρικο
ήταν εξαρχής ένας
πραγματικός μονομάχος γιατί
ξεκινούσε από πολύ
καλές βάσεις παραδείγματος
από το σπίτι
του εργατικότητας, σεβασμού και
ευθύνης, πράγμα που οι άλλοι
περιφρονούσαν. Ήθελαν να
πετυχαίνουν εικονικές προόδους,
δημιουργώντας συμμορίες, στο
όνομα των καλλιτεχνικών
ομάδων. Σε όλες
τις εποχές μέχρι
σήμερα, όταν δημιουργούνται ομάδες,
πάντα υπάρχει και
ένα τέτοιο κλίμα.
Αλλά ας
επιστρέψουμε στην αρχή
της ζωής του.
Με την προσάρτηση
της Θεσσαλίας στην Ελλάδα (1881), ο Εβαρέστο, σαν ιδιοκτήτης μιας ισχυρής
εταιρίας, ανέλαβε να κατασκευάσει το Θεσσαλικό σιδηροδρομικό δίκτυο, σαν
ειδικός μηχανικός στα σιδηροδρομικά έργα. Γι’αυτόν το λόγο τον διάλεξε ο τραπεζίτης εκ Κωνσταντινουπόλεως,
Μαυροκορδάτος. Έτσι, εξαιτίας του
επαγγέλματος του πατέρα του που είχε αναγκαστικές μετακινήσεις από τόπο σε
τόπο, ο Τζιόρτζιο θα σημαδευτεί από
αυτές τις αλλαγές αφού μετακινούνταν οικογενειακώς. Ο Τζίορτζιο θα
κρατήσει έντονες εικόνες
από κάθε τόπο που
αργότερα, στο έργο του θα
ζωγράφιζε αυτές τις παιδικές αναμνήσεις από τα ταξίδια και τη
δουλειά του πατέρα του, όπως ποιητικές
εικόνες τρένων. Το τρένο θα συμβολίζει το ταξίδι προς το άγνωστο που τον
φόβιζε πάντα, παρόλο
που θα υποχρεωνόταν να
ταξιδεύει.
Ο Τζίορτζιο
ντε Κίρικο θα ζωγραφίσει το τρένο πολλές φορές. Συμβολίζει το φόβο του για το
άγνωστο
Την καταγωγή
του από τον
Βόλο την θεωρούσε
μυθική και ζωγράφιζε
την αρχαία μυθολογία της με
τον Ιάσωνα και τους Αργοναύτες που ξεκίνησαν το ταξίδι τους με σκοπό να φέρουν
το χρυσόμαλλο δέρας, ταυτιζόμενος με τους ήρωες της αρχαίας μυθολογίας. Ήταν
ένας τρόπος να μυθοποιήσει και την δική του, προσωπική ζωή, σαν
να ήταν ο
ίδιος ο μυθικός Ιάσονας.
Τα ταξίδια
της οικογένειας θα καταλήξουν στην Αθήνα. Εκεί ζει σε αριστοκρατικό περιβάλλον.
Ιδιωτικοί δάσκαλοι ανέλαβαν την μόρφωση του (Μπαρμπιέρι, Ζιλερρόνο..). Μαθαίνει
3 ξένες γλώσσες: Ιταλικά, Γαλλικά, Γερμανικά.
Ο μικρός αδελφός του θα διδαχθεί μουσική (πιάνο), ενώ ο ίδιος σχέδιο.
«Στον Βόλο ένιωσα τα πρώτα καλέσματα του δαίμονα της τέχνης. Αισθανόμουν μεγάλη
χαρά.. ένιωθα μεγάλη συγκίνηση»,
μας λέει ο
ίδιος.
Στον Βόλο,
ο πατέρας του
Κίρικο, του έβαλε
τον πρώτο του δάσκαλο στη
ζωγραφική που ήταν ο
υπάλληλος του, και
τον έλεγαν Κώστα Μαυρούδη, με
τον οποίο ο
Τζιόρτζιο ήταν ενθουσιασμένος. «Μου έδινε μια τόσο ισχυρή
και βαθιά εντύπωση μαεστρίας ώστε αργότερα, οι άλλες εντυπώσεις που είχα όταν
κοιτούσα τα σχέδια του Ραφαήλ, όταν αντέγραφα τα έργα του Μικελάντζελο..
μπορούν να θεωρηθούν σε σύγκριση (με του Μαυρούδη) μηδαμινές", μας λέει
ο ντε Κίρικο. Μαζί έκαναν
μαθήματα 3 φορές την εβδομάδα.
Τον στέλνουν
στο Λεόντειο Λύκειο που τότε
άνηκε σε παπάδες καθολικούς, αλλά
από εκεί τον
παίρνουν γρήγορα γιατί μάθαινε χυδαίες φράσεις, ανεπίτρεπτες
για το ήθος του σπιτιού τους, και «καλώς έκαναν", όπως σχολιάζει ο Κίρικο.
Επίσης ο Κίρικο, δεν δεχόταν τις διδαχές
των εκεί παπάδων ότι η ψυχή είναι ακάθαρτη, μολυσμένη, γεμάτη σκουπίδια και
σκόνες. Από αυτό ίσως,
και από το
ότι μετέπειτα του
άρεσε ο Νίτσε,
κάποιοι βιογράφοι του
τον παρουσιάζουν άθεο,
πράγμα που από
την αυτοβιογραφία του
δεν βγαίνει τέτοιο
συμπέρασμα.
Γύρω στο
1900 γίνεται δεκτός στο Πολυτεχνείο της Αθήνας. Θα φοιτήσει 6 χρόνια. Δάσκαλοι
του, ο Ροϊλος, ο Ιακωβίδης και ο
Βολανάκης. Έγραφε για τον Ιακωβίδη: «Έμεινα κατάπληκτος από την τελειότητα της
σχεδίασης, από τον τρόπο προσέγγισης και την δεξιότητα του σχεδίου του.. Ήταν
άριστος καθηγητής και πολύ απαιτητικός όσον αφορά την εκτέλεση και την φόρμα.
Του είχα μεγάλη εκτίμηση ως πορτρετίστα».
Την ίδια
εκτίμηση είχε και για τους άλλους καθηγητές τους. Μάλιστα θεωρεί τον τρόπο
διδασκαλίας στο Πολυτεχνείο «σωστό και συστηματικό» εν αντιθέσει με την
διδασκαλία των μετέπειτα τελευταίων
χρόνων όπου «ένας μαθητής σε τέτοια Ακαδημία, δεν διδάσκεται
καν πώς πρέπει να κρατιέται ένα μολύβι».
Τα 2 πρώτα
χρόνια στην σχολή αντιγράφει σε άσπρο μαύρο γύψινα αγάλματα, ελληνικά και
ρωμαϊκά. Έπειτα, εκ του φυσικού, κεφάλια αντρών και γυναικών. Σχεδιάζει και στο
σπίτι του αλλά και στον Πειραιά, στο λιμάνι, βάρκες, ιστιοφόρα. Από τους
συμφοιτητές του, τον μόνο που εκτιμούσε ιδιαίτερα ήταν ο Δημήτρης Πικιώνης.
Μεγάλη πληγή
άφησε στον Κίρικο ο ξαφνικός
θάνατος του πατέρα
του το 1905
στην Αθήνα. Η θλίψη του αμέτρητη. Ελάχιστες μέρες πριν
πεθάνει, έκαναν έναν περίπατο. Ήταν σιωπηλοί. Ενώ αγαπιόντουσαν θερμά, δεν
αγκαλιάζονταν. Έτσι συνηθίζονταν τότε.
Εκείνη όμως την φορά, ο πατέρας του τον έπιασε από τον ώμο μέχρι να γυρίσουν
στο σπίτι. Σε μια στιγμή του λέει «Η δική μου ζωή τελειώνει, αλλά η δική σου
μόλις αρχίζει».
Στο
Πολυτεχνείο, οι συμφοιτητές που συναναστρέφονταν δεν τον παρηγόρησαν ούτε με
έναν λόγο. Μόνο ένας νεαρός γλύπτης που τον είδε ντυμένο πένθιμα του είπε έναν
λόγο παρηγοριάς και τον αγκάλιασε. Το ίδιο παράπονο είχε πολύ μετά και από τους
φίλους του, όταν πέθανε η μάνα του. Μέσω του αδελφού του, μόνο 2 άνθρωποι που
σπάνια έβλεπε του μήνυσαν
μια τρυφερή κουβέντα.
Ο Κίρικο,
συντετριμμένος από τον χαμό του πατέρα του, αποτυγχάνει στις τελικές εξετάσεις.
Το καλοκαίρι ζωγραφίζει συνεχώς νεκρές φύσεις και αυτοπροσωπογραφίες. Ο αδελφός
του αφιερώθηκε στη σπουδή του πιάνου, με μεγάλη επιτυχία. Όλοι τους συμβούλευαν
να πάνε στο Μόναχο. Το ταξίδι άρχισε. Περάσανε από την Ιταλία. Έμειναν στην
Βενετία κάποιες μέρες. Ο Τζίορτζιο κουραζόταν γιατί εκεί, κάθε μέρα, η μάνα
τους, τους πήγαινε σε μουσεία, μέγαρα και εκκλησίες. «Τότε δεν καταλάβαινα τα
αριστουργήματα του Τιντορέτο, Βερονέζε, Τιτσιάνο, όπως τα καταλαβαίνω τώρα.. τα έβλεπα σαν χρωματιστές εικόνες». Έπειτα
Μιλάνο. Πέτυχαν την έκθεση του Σεγκαντίνι και Πρεβιάτι. Εντυπωσιάστηκε!! «Η
ποίηση και η μεταφυσική (τους) με
άγγιξαν και με συγκίνησαν βαθιά.. ήμουν μόλις 17 χρ. , και όμως, είχα
κατανοήσει, όχι λιγότερο από ότι καταλαβαίνω σήμερα, το βάθος και την
μεταφυσική των έργων του Μπαίκλιν, Κλίνγκερ, Σεγκαντίνι και Πρεβιάτι.. όλων
εκείνων που αφηγήθηκαν κάτι ποιητικό, περίεργο, παράξενο, εκπληκτικό!»
Οι πρώτες
του εντυπώσεις από το Μόναχο ήταν άριστες. Υπήρχε ευημερία «και μια ευκολία
ζωής που με κατέπληξε». Οι άνθρωποι καλοντυμένοι, οι δρόμοι καθαροί. Όλα ήταν
σε τάξη. Όμως, συνεχίζει «παρατήρησα πως, παρά την φαινομενική εγκαρδιότητα και
την υπερβολική μερικές φορές ευγένεια.. κάποιον ερεθισμό, κάτι ανικανοποίητο,
το υστερικό που έφθανε μέχρι μια αυθάδη κακοβουλία». Στο Μόναχο δεν κάνει κανέναν
φίλο από εκεί. Μόνο με δυο Πρώσους κάνει παρέα όπου βρήκε μια ποιότητα, όπως
περίπου ήθελε. Αυτοί διάβαζαν Νίτσε, αλλά κατά τον Τζίορτζιο, δεν μπορούσαν να
συλλάβουν την αποκάλυψη των λόγων του φιλοσόφου. Από το αποτέλεσμα του ενός που
αυτοκτόνησε δημόσια, πρέπει να είχε δίκιο ο Κίρικο. Ο Τζίορτζιο δείχνει μεγάλο
ενδιαφέρον στη φιλοσοφία του Νίτσε με τον Υπεράνθρωπο. Σίγουρα είχε διαβάσει
εκτός από το «Τάδε Έφη Ζαρατούστρα» και το «Ιδού ο Άνθρωπος». Μάλιστα θα
ζωγραφίσει και τον εαυτό του σε στάση ακριβώς όπως του Νίτσε.
Τέλη του
Οκτώβρη του 1906, ο Κίρικο γίνεται δεκτός στην Βασιλική Ακαδημία Καλών τεχνών
του Μονάχου. Καθηγητές του ήταν ο Gabriel von Haekl και ο Carl von Marr. Ο
αδελφός του είχε εντωμεταξύ, καθηγητή του τον διάσημο συνθέτη Μάξ Ρέγκερ. Ο
Τζίορτζιο πήγαινε με τον αδελφό του στο σπίτι του Ρέγκερ γιατί ήξερε πολύ
καλύτερα γερμανικά και τον βοηθούσε στην επικοινωνία μεταφράζοντας όπου
χρειαζόταν. Εκεί θα δει ένα άλμπουμ με χαρακτικά του Μπαίκλιν. Κανείς άλλος
ζωγράφος δεν επηρέασε τόσο βαθιά τον Τζίορτζιο!! Τον θεωρούσε πρότυπο! Θαύμαζε
τα μυθικά τοπία του, όπως και του Μάξ Κλίνγκερ με την σουρεαλιστική ατμόσφαιρα.
Όσον αφορά
τους συμφοιτητές του, «είχαν τα χάλια τους, σε αντίθεση με ότι είχα δει στην
Αθήνα.. Στην Ακαδημία του Μονάχου, δεν υπήρχε ούτε ένας που να ήξερε να κρατά
το κάρβουνο ή το πινέλο». Πιστεύει ότι
αυτοί οι ζωγράφοι δημιούργησαν την μοντέρνα τέχνη που «έγιναν μόδα στο Παρίσι
με την αισχρή προπαγάνδα των εμπόρων». Δυο γεγονότα θεωρούσε ο Κίρικο ολέθρια:
τους πολέμους που ακολούθησαν με τον ναζισμό και τη μοντέρνα τέχνη.
Η ζωή στο
Μόναχο ήταν «γκρίζα και πληκτική». Όταν τελείωσε τις σπουδές του, πηγαίνει στη
μητέρα του και στον αδελφό του στο Μιλάνο.
Η επιρροή
του ζωγράφου Μπάικλιν, αρχίζει να φαίνεται στο έργο του το 1908, με το που
αποφοιτά.
Από το 1909
όπου θα μείνει μόνιμα με την μητέρα του και τον αδελφό του, στα έργα του
εμφανίζεται για πρώτη φορά η χαρακτηριστική τεχνική που κατέχει κεντρική θέση
στην Pittura Metafisica: Δηλ. τον συνδυασμό μυθολογίας και αυτοβιογραφίας. Παράδειγμα το έργο του «Η
αναχώριση των Αργοναυτών». Αφετηρία της σύνθεσης ο
μύθος των Αργοναυτών και του Ιάσωνα από το λιμάνι του Βόλου. Σε αυτό το έργο,
όπως και στα υπόλοιπα, ενσωματώνει στοιχεία της μνήμης του, όπως τον σταθμό
του τρένου που έχτισε ο πατέρας του ντε
Κίρικο.
Έπειτα, όλοι
μετακομίζουν στην Φλωρεντία για 1 χρόνο. Η μπαικλιανή περίοδος είχε τελειώσει,
και επηρεασμένος από τον Νίτσε, άρχισε να ζωγραφίζει θέματα όπου προσπαθούσε να
εκφράσει «εκείνο το δυνατό και μυστηριώδες συναίσθημα» που είχε ανακαλύψει στα
βιβλία του Νίτσε. Ο Νίτσε χρησιμοποιούσε την λέξη Μεταφυσική διφορούμενα. Όσον
αφορά την τέχνη, την χαρακτήριζε «αληθινή μεταφυσική δραστηριότητα της ζωής»,
ενώ από την άλλη, περιφρονούσε τους «θιασώτες του απόκρυφου» που πίστευαν πως
κάθε πραγματική αίσθηση υπήρχε αποκλειστικά στη μεταφυσική, σαν έναν «απόκρυφο
κόσμο», χωρίς μορφή και σχήματα. Στόχος του Νίτσε ήταν να δώσει στην έννοια της
μεταφυσικής άλλο περιεχόμενο, και όχι μια μεταφυσική ως εξέταση ερωτημάτων για
τον Θεό. Τις διαπιστώσεις του Νίτσε, ο Κίρικο τις μετέφερε στην Μεταφυσική
ζωγραφική (PitturaMetafisica), όπου δεν αναζητούσε κάποιαν άλλη διάσταση, αλλά
«την πραγματική πλευρά των επίγειων δεδομένων». Ο Κίρικο, εκτός από τον Νίτσε
έχει διαβάσει και τους αρχαίους ελληνικούς φιλοσόφους όπως τον Ηράκλειτο που
πίστευε ότι, την φύση την κυβερνούν δυνάμεις όπου το νόημα τους γίνεται
αποκάλυψη μόνο σαν οιωνός. Και αυτό έπαιξε ρόλο στη τέχνη του ντε Κίρικο.
Σε ένα μικρό
ταξίδι του στην Ρώμη, παρατηρεί την ρωμαϊκή αψιδοστοιχία. Αυτή θα γίνει χαρακτηριστικό των μεταφυσικών
του συνθέσεων. Έτσι, για πρώτη φορά στην ιστορία της τέχνης, ένα κομμάτι
αρχιτεκτονικής γίνεται ιδέα μεταφυσικής αισθητικής. Σημασία πια, δεν έχει η
αρχιτεκτονική αυτή καθ’ εαυτή, αλλά ο τρόπος που αυτή την βλέπει κάποιος, το
πώς την αισθάνεται. Στη Φλωρεντία ο Κίρικο, θα συνεχίσει να μελετά τον Νίτσε
αλλά και τον Σοπενχάουερ με τον υπαρξιακό του διαλογισμό. Στο έργο του
εξελίσσει αυτή τη νέα γλώσσα. Έγραφε σε έναν φίλο του για το έργο του «Ο Ζαρατούστρα είναι εδώ.
Καταλαβαίνεις;»
Το 1911
μετακομίζει με τη μητέρα του στο Παρίσι. Ο αδελφός του ήταν ήδη εκεί. Τον
κάλεσαν να υπηρετήσει στον στρατό. Δεν παρουσιάστηκε. Μάρτιο του 1912 κλήθηκε
ξανά. Στις 10 μέρες λιποτάχτησε. Ερήμην του καταδικάστηκε σε φυλάκιση, αλλά
ποτέ δεν την εξέτισε. Στο Παρίσι όλοι
μιλούν για το Salon d’ Autumme. Για τον Πικάσο και τον κυβισμό, όπως και για ότι μοντέρνο. Τον ντε Κίρικο τον
συμβουλεύουν να στείλει τα έργα του εκεί για να πάρει και αυτός μέρος. Ο ίδιος
ήξερε ότι «ένας άγνωστος ζωγράφος (εκεί) όπου υπάρχει κάποια επιτροπή,
κινδυνεύει 99% (να απορριφθεί), ανεξάρτητα από την ποιότητα των έργων του».
Όμως ένας φίλος του, ο Καλβοκορέσης, γνώριζε τον Ντεμπυσσύ που είχε ατελείωτες
γνωριμίες στους πνευματικούς και καλλιτεχνικούς κύκλους και αυτός, έπειτα, τον
σύστησε στον γάλλο ζωγράφο Λαμπράντ που ήταν μέλος της συγκεκριμένης επιτροπής.
Έτσι, 3 μικρά έργα του ντε Κίρικο έγιναν δεκτά. Μια αυτοπροσωπογραφία και 2
συνθέσεις. Η μία ήταν «Το αίνιγμα του μαντείου». Ο ντε Κίρικο ήταν πανευτυχής! Ήταν η πρώτη
φορά που εξέθετε έργα του και μάλιστα και σε καλή θέση και όλα μαζί! Τα έργα
του απέσπασαν κάποιες καλές κριτικές αλλά δεν πούλησε κανέναν.
Έπειτα, από
«συμβουλές ανθρώπων που ήξεραν το κύκλωμα, πήγα να βρω τον Γκυγιώμ Απολλιναίρ
στο σπίτι του. Εκεί πήγαιναν ζωγράφοι και ποιητές, συγκεκριμένες ώρες κάθε
Σάββατο. Εκεί ο ντε Κίρικο έπληττε
ιδιαίτερα. Ο Απολλιναίρ τον συμβουλεύει να εκθέσει στους Ανεξάρτητους το 1913.
Έστειλε 4 έργα του. Τα τοποθέτησαν σε καλή μεριά στην έκθεση. Το
κακό ήταν ότι ο
κόσμος και οι
άλλοι ζωγράφοι, άλλαζαν
το νόημα των
έργων του. Την ίδια χρονιά,
εκθέτει ξανά στο Salon d’ Autumme. Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή του που πούλησε
έναν πίνακα! Είχε δηλώσει ότι έκανε 400
φράγκα αλλά ο αγοραστής ήρθε μετά την έκθεση στο σπίτι του και έπειτα από ένα
γεύμα και από τον σεβασμό που του έδειξε,
ο Κιρικο του το
πούλησε μόνον 250 φράγκα.
Εντωμεταξύ,
ο νεαρός έμπορος Πώλ Γκυγιώμ, φίλος του Απολλιναίρ, αγοράζει κάποιους πίνακες
του ντε Κίρικο και στην
συνέχεια ήθελε να του κάνει
συμβόλαιο για την αποκλειστική πώληση όλων των έργων του για τα επόμενα 20 χρόνια.
«Αισχρή συνήθεια» σχολιάζει ο Κίρικο. Γιατί οι
τεχνοκριτικοί που μεσολαβούσαν
για να πουληθούν
τα έργα, λέγανε
στον κόσμο μπαρούφες
που δεν είχαν
σχέση με το
νόημα των έργων.
Με κάτι τέτοια,
η τέχνη στην Ευρώπη,
περιήλθε στον αναίσχυντο ξεπεσμό
της. Εν τούτης τα περιοδικά και
οι εφημερίδες αρχίζουν να δημοσιεύουν έργα του. Ήταν ευτυχής από αυτό.
Ο Απολλιναίρ
το 1914, ανέλαβε υπεύθυνος της έκδοσης
του περιοδικού «LesSoirees de Paris». Εκεί παρουσίαζε διάσημους παρισινούς ζωγράφους:
Πικάσο, Πιέρ Ρουά.. και βέβαια, τους αδελφούς ντε Κίρικο!
Το 1914
όμως, ξεσπά ο Α Παγκόσμιος Πόλεμος. Έμειναν λίγο στο Παρίσι και με τις πρώτες
βόμβες έφυγαν οικογενειακώς για την Νορβηγία. Μαζί τους ήταν και ο Πωλ Γκυγιώμ.
Εκεί πέρασαν υπέροχα. Όταν η απειλή στο
Παρίσι πέρασε, γύρισαν. Αυτή η περίοδος ήταν ιδιαίτερα δημιουργική για
αυτόν.
Ένα όνειρο
του, τον έκανε να αλλάξει την ζωγραφική του. Τώρα, στα έργα του συνδυάζει
αντικείμενα που το ένα με το άλλο δεν είχαν καμία σχέση. Όλα γίνονταν σύμβολα.
Θραύσματα μιας πραγματικότητας (βλέπε το έργο του «Η κατάκτηση του φιλοσόφου»
και όχι οι ως τότε φιλοσοφικοί στοχασμοί που αινιγματικά γίνονταν αληθοφανείς
συνθέσεις. Τώρα, όλα αψηφούν την λογική. Αυτή τη νέα γλώσσα την ονόμασε
«μοναξιά των συμβόλων». «Τα αντικείμενα έχουν μείνει μόνα» έλεγε. Είναι
απαγκιστρωμένα από ότι τα καθόριζε. Γι’ αυτό και είναι μόνα.
Ο ντε
Κίρικο, αρχίζει και προσθέτει στα έργα του καμινάδες από τις βιομηχανικές
περιοχές. Χρησιμοποιεί και το γάντι σαν
μοτίβο, όπως ο Κλίνγκερ το 1881 στα χαρακτικά του. Βλέπε το έργο του «Τραγούδι της αγάπης». Το
γάντι εδώ παραπέμπει στις μαίες, στη γέννα, στη ζωή. Η ατμομηχανή και το
πράσινο τόπι είναι σύμβολα των παιδικών του χρόνων. Υπάρχει και η προτομή του
Απόλλωνα, τόσο μεγάλη, όσο το γάντι. Απόλλωνας: Ο Θεός των Τεχνών και των 7
Μουσών, ο θεός της μαντικής τέχνης. Στον Νίτσε ο Απόλλωνας συμβολίζει την
«απολλώνια αρχή της τέχνης, του κόσμου των ψευδαισθήσεων και των ονείρων».
Συνεργαζόμενος
ο ντε Κίρικο με τον Απολλιναίρ και τον Σαβίνιο, αναπτύσσουν το μοτίβο του
ανδρείκελου, την ίδια χρονιά. Εμπνεύστηκαν από τα ανδρείκελα που
χρησιμοποιούσαν τα εργαστήρια ραπτικής αλλά και οι ζωγράφοι. Ο Σαβίνιο έγραφε
τότε στο «Άσμα του ημιθανάτου»: «Άνθρωπος δίχως φωνή, δίχως μάτια, δίχως
πρόσωπο, φτιαγμένος από τον πόνο, πάθος και χαρά». Το ανδρείκελο θα γίνει ένα
πολύ δυνατό σύμβολο! Θα είναι ο τυφλός μάντης της αρχαιότητας, σε σύγχρονη
μορφή. Παράλληλα συμβολίζει την μεγάλη μοναξιά και αποξένωση του σύγχρονου
ανθρώπου που είναι αφύσικο για τον άνθρωπο σαν ύπαρξη. Ο μάντης- ανδρείκελο θα
γίνει το alter ego του ντε Κίρικο. Αρχίζει έτσι να ζωγραφίζει τον προσωπικό του
μύθο. Όσο για
το ανδρείκελο, θα
το οικειοποιεί και
ο φίλος του Εγγονόπουλος.
Μάιος του
1915. Η Ιταλία κηρύττει τον πόλεμο στην Αυστρία και δίνει αμνηστία στους λιποτάκτες που θα παρουσιάζονταν. Οι
αδελφοί ντε Κίρικο άδραξαν την ευκαιρία. Παρουσιάζονται στην Φλωρεντία και
υπηρετούν. Τους μετέθεσαν στην όμορφη Φεράρα για καλή τους τύχη. Ίσως γιατί
εκεί θα εκπαιδεύονταν. Η μάνα τους, τους νοικιάζει ένα επιπλωμένο διαμέρισμα
εκεί, ενώ η ίδια έγινε ο συνδετικός κρίκος με τον Πώλ Γκυγιώμ, με αποτέλεσμα να
ταξιδεύει συχνά για το Παρίσι σε όλη τη διάρκεια του πολέμου!
Οι ντε
Κίρικο αρχικά βαριόταν στην απομόνωση της Φεράρα. Έπειτα ανακάλυψαν την ομορφιά
της, εμπνεύστηκαν με νέα μοτίβα, και άρχισαν να δουλεύουν. Το ύφος του
Τζίορτζιο αλλάζει. Ζωγραφίζει δωμάτια και όχι άδειες πλατείες. Οι χώροι του είναι αινιγματικοί, κλειστοφοβικοί
και δηλώνουν για άλλη μια φορά την μοναξιά του.
Άνοιξη του
1917. Ο αδελφός του στάλθηκε στην Μακεδονία. Στην Φεράρα πηγαίνει σαν στρατευμένος στο ίδιο σύνταγμα
με τον Τζίορτζιο και ο ζωγράφος Κάρλο Καρά. Ήταν καθιερωμένος φουτουριστής.
Τώρα ο Καρά έψαχνε νέους τρόπους
έκφρασης. Βρέθηκαν στο ίδιο αναρρωτήριο. Ο ντε Κίρικο πάντα είχε έντονο
πρόβλημα με πόνους στην κοιλιά του. Το αναρρωτήριο ήταν ένα μεγάλο μοναστήρι με
πολλούς μικρούς και μεγάλους χώρους. Ο ντε Κίρικο ζήτησε άδεια να μένει μέσα σε
ένα μικρό δωμάτιο και να ζωγραφίζει κάποιες ώρες στην ησυχία. (Του ντε Κίρικο
πάντα του άρεσαν τα πολύ μικρά δωμάτια. Ακόμα και όταν αργότερα παντρεύτηκε, στη γυναίκα του άφησε το μεγάλο δωμάτιο και αυτός πήρε ένα πάρα
πολύ μικρό. Ήταν πάντα η επιλογή του). Ο
ντε Κίρικο πήρε άδεια. Ο Καρά τον είδε να ζωγραφίζει τους μεταφυσικούς του
πίνακες. Αμέσως αγόρασε υλικά και ξεκίνησε αδιάντροπα και αδέξια να φτιάχνει
τους ίδιους πίνακες! Έπειτα, ο Καρά παίρνει μια αναρρωτική άδεια και πηγαίνει
στο Μιλάνο. Εκεί οργανώνει μια έκθεση με αυτά τα έργα! Ίσως ο σκοπός του ήταν
να πλασαριστεί ως πρωτοπόρος και ο ντε Κίρικο ως μιμητής του!! Αφελείς
μηχανογραφίες, μια και όλοι ήξεραν ότι στους μεταφυσικούς πίνακες, πρωτοπόρος
ήταν ο ντε Κίρικο. Ο Κίρικο
με τον Καρά
δεν έγιναν ποτέ πραγματικοί φίλοι
σύμφωνα με την αυτοβιογραφία του
πρώτου, όπως ισχυρίζονται
άλλοι βιογράφοι του,
απαξιώνοντας την αυτοβιογραφία
του για άγνωστους
λόγους!
1918. Ο
πόλεμος συνεχίζεται. Επιπλέον έπεσε και ο ισπανικός πυρετός. Ο ντε Κίρικο νοσεί
και νοσηλεύεται. Έχει αιμόπτυση από τον πολύ υψηλό πυρετό. Τελικά ανάρρωσε. Ο
Απολλιναίρ αντιθέτως πέθανε από την
ίδια αρρώστια. Η μητέρα του ντε Κίρικο ήρθε από τη Ρώμη και
έμεναν μαζί στο σπίτι του Τσιρέλλι, ενός ανθρώπου που τον είχε ζωγραφίσει πριν
2 χρόνια. «Η συντροφιά της μητέρας μου ήταν για μένα μεγάλη παρηγοριά», μας
λέει. Ο αδελφός του επιστρέφει από την Μακεδονία. Όλοι θα μείνουν μαζί σε ξενοδοχείο. Ο πόλεμος
τελείωσε. Η Γερμανία ζητά ανακωχή. Πανηγύρι στους δρόμους όπου αν και
εξασθενημένος ο ντε Κίρικο, κατεβαίνει στους δρόμους να το γιορτάσει. Η μητέρα
του γυρνά στη Ρώμη. Ο αδελφός του πηγαίνει στο Λονδίνο. Ο Τζίορτζιο μετατίθεται
στην Ρώμη. Έμεινε με τη μητέρα του σε ένα πολύ μικρό δωμάτιο. Κοιμόταν σε ένα
στρώμα στο πάτωμα. Τα οικονομικά του αδύναμα. Κάθε μέρα έτρωγε φθηνούς αλλά
νόστιμους πατατοκεφτέδες για να ζήσει.
Είχε
γνωριστεί με τους καλλιτέχνες και τους λογοτέχνες της Ρώμης. Κάποιος του
προτείνει να κάνει μια έκθεση με τους μεταφυσικούς του πίνακες του των
τελευταίων χρόνων. Έγινε τον Φεβρουάριο του 1919. Είχε μέτρια επιτυχία. Πούλησε
έναν πίνακα: Ένα πορτρέτο ενός κοριτσιού. «Ήταν λοιπόν σχεδόν φιάσκο, τουλάχιστον από άποψη πωλήσεων..
Σχετικά με την έκθεση μου, ένα μέρος της κριτικής σώπασε και ένα άλλο ήταν
εχθρικό, όπως άλλωστε υπήρξε πάντα»
μας λέει. Όσον αφορά τους
κριτικούς τέχνης, και όλους όσους διαμορφώνουν τάσεις, ήθελαν
να προωθήσουν τις
μεγάλες ποσότητες έργων
που είχαν στις
αποθήκες τους οι έμποροι
με ιμπρεσιονιστική
ζωγραφική, αλλά εκεί
λάτρευαν ακόμη τους
Γερμανούς ζωγράφους του 19ου αιώνα, που πουλιόταν σε υψηλές τιμές. Έτσι
χρημάτιζαν μυστικά ονομαστούς
γερμανούς κριτικούς τέχνης, "οι οποίοι, ενάντια σε κάθε ηθική και
κάθε ιδανικό στο θέμα της τέχνης, άρχιζαν με ύφος επίσημο μια μεγάλη καμπάνια
για την κατεδάφιση της γερμανικής ζωγραφικής του 19ου αιώνα και όλου του
πνεύματος που ενυπήρχε στη ζωγραφική εκείνη. Βρισκόμουν στο Μόναχο τότε
ακριβώς, και ήταν η εποχή που όλο αυτό το μηχάνευμα είχε φθάσει στον κολοφώνα
του».
Με την
έκθεση του αυτή που αναφέραμε, ο ντε Κίρικο δημοσιεύει και το δοκίμιο του
«Εμείς οι μεταφυσικοί» όπου διατύπωσε τις βασικές αρχές της τέχνης του: «Η
ήρεμη και άψυχη ομορφιά της ύλης είναι για μένα «μεταφυσική». Ένας διάσημος
κριτικός τέχνης ονόματι Ρομπέρτο Λόνγκι, έγραψε μια κριτική που ήταν
αρνητικότατη για την Pittura Metafisica, άρα για τον ντε Κίρικο. «Το μίσος του
Λόνγκι από τότε μέχρι σήμερα, δηλ. 27 χρ. περίπου, βρίσκεται σε άνοδο. Όταν με
συναντά στον δρόμο παθαίνει μια ελαφριά μετατόπιση στις μασέλες και αρχή παράλυσης στο πρόσωπο».
Στην
βιογραφία του ο Κίρικο αναφέρει πολλά τέτοια γεγονότα.
Ο ντε
Κίρικο, βλέποντας ένα έργο του Τιτσιάνο σε μια Πινακοθήκη στη Ρώμη, αισθάνθηκε
να του αποκαλύπτεται περισσότερο η ζωγραφική και ξεκίνησε να αναζητά ξανά νέους
δρόμους για την ζωγραφική του. Το πραγματικό μυστήριο βρισκόταν πια στην
τεχνική και όχι στα μοτίβα. Έτσι, σαν σημάδι αλλαγής, ασχολείται ξανά με το
βιβλικό θέμα της επιστροφής του Ασώτου Υιού.
Φθινόπωρο
1919. Το περιοδικό Valori Plastici δημοσιεύει το άρθρο του «Επιστροφή στην
δεξιότητα». Με αυτό θα κηρύξει την επιστροφή στην παραδοσιακή εικονογραφία!
Επιθυμεί να είναι ένας «κλασικός ζωγράφος». Αυτή η χρονιά ήταν η χρονιά των
ριζικών αλλαγών του για την τέχνη του.
Εκείνη τη
χρονιά τα μεταφυσικά έργα του ντε Κίρικο έγιναν αντικείμενο θαυμασμού για τους
υπερρεαλιστές (σουρεαλιστές). Αργότερα όμως, θα τον αποκηρύξουν για την για την
στροφή του στον κλασικισμό.
Το 1922 το
ύφος του ντε Κίρικο αλλάζει ξανά. Όπως παλιότερα, γύρισε πίσω στις αναζητήσεις
του με έμπνευση πάλι από το έργο του Άρλοντ Μπάικλιν. Νεορομαντικό το ύφος του.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα έργου του «Η αναχώρηση του τυχοδιώκτη», έργο που το
πιθανότερο δεν θα βρείτε στο ίντερνετ αλλά μόνο σε βιβλία με τα έργα του.
Γιαυτό θα παρουσιάσω ένα άλλο ανάλογο έργο του:"Ρωμαϊκή
έπαυλη"-1922 Οι χώροι και τα κτήρια
είναι πια πραγματικά αλλά τα αποδίδει έτσι ώστε όλα να μοιάζουν σαν φανταστικά.
Το 1923 στην
Μπιενάλε της Ρώμης όπου είχε εκθέσει πολλά έργα του σε δική του αίθουσα, είχε
μεγάλη εμπορική επιτυχία. Ξένοι αγόρασαν τα έργα του. Ένας από αυτούς ήταν ο Πωλ Ελυάρ, γάλλος
σουρεαλιστής ποιητής, όπου αγόρασε αρκετά έργα του. Ακόμα, όπως λέει ο ντε
Κίρικο, ο Ελυάρ «δεν είχε δασκαλευτεί
από ον ύψιστο αρχηγό του τον Αντρέ Μπρετόν (αρχηγό
των σουρεαλιστών) στο να
μποϊκοτάρει όλη τη μετά το 1918
ζωγραφική μου».
Ας κάνουμε
μια παρένθεση. Την πιο σημαντική. Οι σουρεαλιστές τον θαύμαζαν και θεωρούσαν
εκπρόσωπο τους. Σκοπός τους βέβαια ήταν να τον προσαρτήσουν στην ομάδα τους.
Από τη στιγμή όμως που ο ντε Κίρικο άλλαξε τη ζωγραφική του, τον θεώρησαν
προδότη, και το μένος όλων εναντίον του ήταν τεράστιο. Την δεκαετία του ’20 οι
σουρεαλιστές κυριαρχούσαν στην Γαλλία. Όπως και ο ντε Κίρικο με την διαφορετική
ζωγραφική του. Η γνώμη του ντε Κίρικο για τον Μπρετόν ήταν «κλασικός τύπος του
φιλόδοξου βλάκα και ανίκανου αριβίστα» που ήθελε μαζί με όλη την ομάδα των
σουρεαλιστών να αποκτήσουν τους πίνακες του με πολύ δόλιους σκοπούς: ελπίζοντας
ότι στον Α Παγκόσμιο πόλεμο ο ντε Κίρικο θα πέθαινε και θα έβγαζαν χρήματα και
την φήμη των πρωτοπόρων σουρεαλιστών!
Η επιτυχία
του ντε Κίρικο στην Μπιενάλε της Ρώμης, έφερε μεγάλο φθόνο στο πρόσωπο του..
«κύματα έχθρας και μποϊκοτάζ». Από τον Μπιανκάλε ως τον Τσέκκι, δημιουργήθηκε
μια άμιλλα για το ποιος θα έγραφε το πιο κακόβουλο δυσφημιστικά άρθρο». Ο ντε Κίρικο συνέχισε να
ζωγραφίζει αδιαφορώντας. Κάτι που χαρακτηρίζει την περίοδο της ζωγραφικής του
από το 1919-1925, είναι ο μεγάλος αριθμός
αυτοπροσωπογραφιών του, σχετικά πάντα με άλλες περιόδους. Ο τρόπος που απεικονιζόταν έμοιαζε σαν ναρκισσιστική εμμονή για
κάποιους.
Στην
Μπιενάλε της Ρώμης το 1925, το μίσος από πολλούς εναντίον του ήταν τεράστιο και
για τα έργα του που παρουσίασε
έγινε του τάφου
σιωπή. Διανοούμενοι και
κριτικοί, τον θεώρησαν
ιδιαίτερα επικίνδυνο και
το καλύτερο γι 'αυτούς
ήταν να τον πολεμήσουν
με σιωπή. Το όνομα του δεν
γράφτηκε ούτε καν στις εφημερίδες στα κατεβατά των ονομάτων των συμμετεχόντων.
Ο φθόνος τους τον έκανε να πάει στο Παρίσι που τα έργα του πουλούσαν
περισσότερο και οι πνευματικοί κύκλοι
μιλούσαν για αυτόν.
Στο Παρίσι
έφθασε φθινόπωρο του 1925, όπου βρήκε
τους έμπορους τέχνης να
έχουν εγκαθιδρύσει μια πραγματική δικτατορία. "Με πληρωμένους κριτικούς τέχνης
δημιουργούσαν ή κατάστρεφαν έναν ζωγράφο, και αυτό, ανεξάρτητα από την αξία του σαν καλλιτέχνη. Έτσι, ένας
έμπορος ή μια ομάδα εμπόρων, μπορούσαν κάλλιστα να δώσουν αξία στους πίνακες
ενός τελείως στερημένου ζωγράφου και από την παραμικρή αγχίνοια, να κάνουν το όνομα του διάσημο σε όλες τις
ηπείρους και από την άλλη μεριά, μπορούσαν να μποϊκοτάρουν, να πνίξουν και να
ρίξουν στην μιζέρια έναν ζωγράφο μεγάλης αξίας». Όλα αυτά μπορούσαν να γίνουν
(και συνεχίζουν να γίνονται) γιατί
ο κόσμος που
αγοράζει δεν καταλαβαίνει
και οι έμποροι
μπορούν να «εκμεταλλευόταν αισχρά τον σνομπισμό και την
ηλιθιότητα τους…. Ένας έμπορος ήθελε να κάνει πιστευτό ότι τα
έργα ενός ζωγράφου που υποστήριζε ο ίδιος, κόστιζαν πανάκριβα. Έβαζε ένα από
αυτά τα έργα στη δημοπρασία στο ξενοδοχείο Ντρουό. Το εν λόγο έργο άνηκε
συνήθως σε κάποιον συλλέκτη που τα είχε συμφωνήσει με τον έμπορο.. όπου έστελνε
(εκεί) ανθρώπους του για να ανεβάσουν την τιμή του πίνακα.. στην πραγματικότητα
δεν είχε πουληθεί σε καμιά απολύτως τιμή. Έπειτα τον έθαβαν σε μιαν αποθήκη για ένα χρονικό διάστημα..
πολυτελή περιοδικά πληρώνονταν ακριβώς
για να υποστηρίξουν έναν ορισμένο πίνακα ή καλύτερα, ένα ορισμένο είδος
ζωγραφικής… (Αυτή η σήψη συνεχίζεται και στις μέρες μας). Ποτέ άλλοτε οι υψηλότερες αξίες του πνεύματος
και οι ευγενέστερες επιδιώξεις του ανθρώπου που είναι η τέχνη και τα έργα
τέχνης δεν εκπορνεύτηκαν και δεν σύρθηκαν στον βούρκο σε τέτοιον βαθμό και με τόσο κτηνώδη τρόπο.. Όλα αυτά έχουν
έναν και μοναδικό σκοπό: Το χρήμα. Το κέρδος με κάθε τίμημα.. υπό την προστασία ενός ψεύτικου καλλιτεχνικού
ιδεώδους». Ο ντε Κίρικο είχε το θάρρος να καταγγέλλει συνεχώς αυτή την μηχανή
που συνέβαλλε στον ξεπεσμό της τέχνης και στην σήψη που χειροκροτείται!
Η «συμμορία
του Μπρετόν» στο Παρίσι θέλησε να τον μποϊκοτάρει. Έτσι, στην έκθεση των έργων
του στην γκαλερί Ρόζεμπεργκ το 1926, οι σουρεαλιστές οργάνωσαν μια έκθεση με τα
μεταφυσικά έργα του ντε Κίρικο που είχαν στην κατοχή τους! Όπου σαν πρόλογο
κακολογούσαν την νέα γραφή του Κίρικο που τώρα εξέθετε. Το μποϊκοτάζ των έργω
του Κίρικο έφθασε μέχρι την Αμερική. Αυτό όμως έκανε και καλό στον ντε Κίρικο
γιατί η δυσφήμιση λειτούργησε και σαν διαφήμιση, και πούλησε πολλούς από τους
νέους πίνακες του. Ο μόνος διανοούμενος που με θέρμη τον υποστήριξε ήταν ο Ζακ
Κοκτώ. Οι σουρεαλιστές λυσσασμένοι για να εκδικηθούν τον Κοκτώ, τηλεφωνούσαν
ανώνυμα εν μέσω της νυκτός στην μητέρα του, λέγοντας της πως ο γιός της
σκοτώθηκε από ένα αμάξι. Αίσχος!
Ο ντε Κίρικο
θυμάται για τους σουρεαλιστές όταν τον καλούσαν στην ομάδα τους «Παρόλο που
πρέσβευαν γνησιότατα κομμουνιστικά και αντί-αστικά αισθήματα, επιδίωκαν πάντα
να ζουν όσο γινόταν πιο άνετα, να ντύνονται πολύ καλά, να τρώνε φαγητά εκλεκτά,
συνοδευόμενα από εκλεκτά κρασιά και να μην δίνουν ποτέ ούτε μια δεκάρα
ελεημοσύνης σε έναν φτωχό, να μην κουνάνε ποτέ ούτε το δαχτυλάκι τους για
βοήθεια κανενός που είχε ανάγκη υλική ή ηθική και έπειτα.. να μην εργάζονται
καθόλου».
Πάντως, η
περίοδος αυτή του Παρισιού, για τον ντε Κίρικο ήταν πολύ παραγωγική!
Και
ερχόμαστε στο 1929. Στο Παρίσι ξανά όπου οι γκαλερί ξεφυτρώνουν σαν τα
μανιτάρια. Ο Ντε Κίρικο θα διακοσμήσει το σπίτι των Ρόζεμπεργκ με σκηνές μάχης
μεταξύ μονομάχων, θα φιλοτεχνήσει λιθογραφίες για την επανέκδοση της ποιητικής συλλογής του Απολλιναίρ , έργα
του θα αγοράσει ο συλλέκτης Άλμπερτ Μπορέλ, κουνιάδος των Ρόζεμπεργκ.
Ξαφνικά, το
χρηματιστήριο της Ν. Υόρκης καταρρέει. Το αντίκτυπο στο Παρίσι ήταν ακαριαίο.
Οι γκαλερί έκλεισαν. Πελάτες δεν
υπήρχαν. Όποιος είχε κάνει οικονομίες από τα προηγούμενα χρόνια θα ζούσε. Ο ντε
Κίρικο τότε θα γνωρίσει την Ιζαμπέλα Φάρ. «Το πιο ευφυές πλάσμα που γνώρισα
ποτέ στην ζωή μου» έλεγε με ενθουσιασμό και πάθος!
Το 1931
πηγαίνει στο Μιλάνο. Εκθέτει στην γκαλερί Μπαρμπαρού και πουλά σχεδόν όλα του
τα έργα και σε αγοραστές που απλά τους άρεσαν τα έργα του και όχι αγοραστές που
τους είχε γίνει πλύση εγκεφάλου από τους εμπόρους τέχνης όπως στο Παρίσι. Μαζί
με την Ιζαμπέλα ταξιδεύουν στην Φλωρεντία. Ένα χρόνο δουλεύει εντατικά. Εκθέτει τα έργα του με επιτυχία. Ξανά Μιλάνο.
Η Ιζαμπέλα τον βοηθά στην τεχνική της
δουλειάς του και ήξερε να κρίνει σωστά τους πίνακες του, κάτι που ο ντε Κίρικο
καμάρωνε! Σχεδόν ήταν σαν να ζωγράφιζαν μαζί! Θα συνεχίσει τις εκθέσεις στην
Γένοβα, στο Τορίνο, Παρίσι, ξανά Ιταλία. Στην Ιταλία, όταν ο Μουσολίνι σε μια
μεγάλη έκθεση κοντοστάθηκε να θαυμάσει κάποιο έργο του ντε Κίρικο, όσοι τον
συνόδευαν τον πήραν σχεδόν σηκωτό,
μακριά από αυτά. Στο Παρίσι οι σουρεαλιστές, συνέχιζαν να μποϊκοτάρουν τη
δουλειά του και να εκθειάζουν έναν δικό τους, ονόματι Νταλί, ο οποίος «αφού πρώτα μαϊμούδισε τον Πικάσο, είχε βαλθεί να
μαϊμουδίζει τα δικά μου μεταφυσικά έργα,
τα οποία όμως δεν καταλάβαινε καθόλου, και βέβαια δεν μπορούσε να καταλάβει
ένας άνθρωπος σαν και αυτόν». Πιστεύω ότι ο Κίρικο είχε δίκιο. Γι’ αυτό έχει
αξία να διαβάσουμε προσεκτικά την βιογραφία του Νταλί.
Αηδιασμένος
από όλη την ανηθικότητα που έβρισκε, μαζεύει τα έργα του και πηγαίνει στην Ν.
Υόρκη. Το ταξίδι ήταν ανυπόφορο. Εκεί τον περίμεναν οι θείοι της Ιζαμπέλα που
τους είχε γνωρίσει στο Παρίσι. Ευγενικοί, εγκάρδιοι. Η Ν. Υόρκη με την πρώτη
ματιά, τον έκανε να νοσταλγήσει την Ευρώπη. Όλα μονότονα. Όμως είχε πάει για
δουλειά. «Γνώρισα μερικούς εμπόρους πινάκων και αντιλήφθηκα ότι και εκεί
ακολουθούτανε το σύστημα του Παρισιού, κυριαρχούσε ο ποταπός απολυταρχισμός των εμπορευόμενων την
ζωγραφική». Εκθέτει στην γκαλερί Τζουλιέν Λεβί. Τα δολάρια έπεφταν βροχή!Ανοίγει μάλιστα και λογαριασμό εκεί στην τράπεζα. Έρχεται και η Ιζαμπέλα. Ο ντε
Κίρικο δουλεύει κάθε μέρα. Ήταν ευτυχισμένος όταν δούλευε. Περιοδικά όπως το
Vogueκαι άλλα, του ζητούσαν φωτογραφίες.
Έδωσε. Οι κύκλοι των περιοδικών ήταν «εξαιρετικά αντιπαθητικοί.. κύκλοι όπου
γινόντουσαν οι ζυμώσεις του σνομπισμού της αμερικανικής καλλιέπειας..
Παρατήρησα εκεί τέτοια ηλιθιότητα, τέτοια αμάθεια, τέτοια κακοήθεια, τέτοιον
κυνισμό και τέτοια καλυμμένη χυδαιότητα (βλέπε το σημερινό έργο του
σινεμά «Ο διάβολος φορούσε Prada»
για το τι σημαίνει να δουλεύεις σε μεγάλα περιοδικά) που σε σύγκριση, ο
τελευταίος ναπολιτάνος κανάγιας, αναλφάβητος, κλέφτης και ρουφιάνος, μου
φαίνεται μεγαλοφυΐα, τζέντλεμαν και άγιος». Το επόμενο φθινόπωρο εκθέτει ξανά
στην ίδια γκαλερί. Η κριτική ήταν
εγκωμιαστική, τα έργα του μπήκαν σε περιοδικά και εφημερίδες. «Φυσικά, οι
κριτικοί όπως πάντα.., δεν είχαν καταλάβει τίποτα από την ποιότητα των έργων
μου» και μιλούσαν μόνο για τα θέματα.
Άρχισε να βαριέται. Ιούνιο του 1937 ήρθε ένα τραγικό νέο. Η μητέρα του είχε
πεθάνει.
Αρχές του
1938 επιστρέφουν στην Ιταλία. Στην Ρώμη,
οι γνωστοί σουρεαλιστές αντίπαλοι του, είχαν δημιουργήσει την φήμη για τον ντε
Κίρικο του αντι-ιταλού. Αυτό, για να μην μπορέσει ποτέ του να πάρει βραβεία
στις κρατικές εκθέσεις ή χρήματα που μοίραζε η φασιστική κυβέρνηση αφειδώς
στους καλλιτέχνες. Ανάλογα μαντάτα ήρθαν και από το Μιλάνο. «Προσπαθούσαν να
μου βάλουν εμπόδια, να μου κόψουν τα πόδια. Πηγαίνει στο Μιλάνο. Πράγματι. Αυτή
ήταν η κατάσταση. Βρίσκει τον Βιττόριο Μπαρμπαρού. Άνθρωπος ενεργητικός και
έξυπνος «δεν συνδέεται με συμμορίες καλλιτεχνών ή διανοούμενων, δεν αφήνεται να
επηρεαστεί από τους σνομπ, και καταλαβαίνει την ζωγραφική». Προσφέρθηκε αμέσως
να εκθέσει τα νέα έργα του ντε Κίρικο στην γκαλερί του. Η έκθεση είχε μεγάλη
επιτυχία.
Επιστροφή
στο Παρίσι. Ήθελε να βρει έναν τρόπο να αναγεννήσει την ζωγραφική της χώρας.
Σκέφτηκε να διδάξει σε μαθητές για να μεταλαμπαδεύσει τις γνώσεις του στην
τεχνική και την φιλοσοφία της. Στην Ιταλία ζητά από τον Υπουργό να Μποττάι να
τον διορίσει καθηγητή σε κάποια Ακαδημία, ακόμη και άμισθο. Τον υποδέχθηκε
ψυχρά και στα όρθια. Ο ντε Κίρικο κατάλαβε ότι δεν υπήρχε ελπίδα αφού ο
Υπουργός ήταν «προστάτης των αναλφάβητων της τέχνης» και μποϊκοτάριζε τα έργα
του ντε Κίρικο στο περιοδικό Πριμάτο.
Το 1938 εκθέτει
κωμικογραφίες του σε μια γκαλερί. Είχε
επιτυχία και μάλιστα τα έργα του τα αγοράζουν γάλλοι συλλέκτες! Στο Λονδίνο
έπειτα εκθέτει στην γκαλερί Λεφέβρ.
Μεγάλη επιτυχία. Πουλήθηκαν πολλοί πίνακες.
Αρχίζει η
προετοιμασία του Β Παγκόσμιου πολέμου. Ο Μουσολίνι, μετά από ένα ταξίδι του
στην Γερμανία, θεσπίζει ρατσιστικούς νόμους, τα ονομαζόμενα «ψηφίσματα για την
προστασία της φυλής». Βγήκαν στην επιφάνεια όλα τα σκοτεινά συναισθήματα της τότε
φασιστικής Ιταλίας στην επιφάνεια. Στο Μιλάνο ο ντε Κίρικο
δουλεύει τα έργα του, μέσα σε
μια αφόρητη ατμόσφαιρα. «Με την
δικαιολογία του αντισημιτισμού, γινόταν προσπάθεια σε όλους τους κύκλους, να
βλάψουν τον πλησίον, προπαντός εκείνον που είχε καταφέρει λιγότερο ή περισσότερο
να γίνεται λόγος για αυτόν». Οι εχθροί του ντε Κίρικο διαδίδουν ψευδώς ότι
είναι εβραίος. Οι ίδιοι που το διέδιδαν, έλεγαν με ύφος υποκριτικά ενοχλημένο
και συμπονετικό «Τι θα κάνουν τώρα οι καημένοι οι ντε Κίρικο!» Τι υποκρισία!! Ο
ντε Κίρικο, παίρνοντας τυλιγμένα τα έργα του και κρατώντας αγκαλιά την εικόνα
του Αγ. Χριστόφορου, μαζί με την Ιζαμπέλα φεύγουν για το Παρίσι. Το ταξίδι
στους δρόμους των Άλπεων έγινε με ένα αμάξι που το οδηγούσαν οι ίδιοι, μη
έχοντας μεγάλη πείρα στην οδήγηση, και μάλιστα σε τέτοιους δρόμους και με
εμπόδιο την ομίχλη. Όταν επιτέλους
έφθασαν στα γαλλικά σύνορα, ο ντε Κίρικο ήξερε γιατί δεν έγινε κάποιο ατύχημα
που θα τους κόστιζε και την ζωή «Ο Άγιος Χριστόφορος μας προστάτευσε.. Ήταν
αληθινό θαύμα!» Νοικιάζουν ένα δωμάτιο σε ξενοδοχείο και ο ντε Κίρικο αρχίζει
να δουλεύει.
Εκείνες τις
μέρες έγινε μια άλλη αποκάλυψη για την τέχνη του! Στο Λούβρο, μαζί με την
Ιζαμπέλα, παρατηρούσαν ένα πορτρέτο του Βελάσκεθ. Τι υλικό άραγε είχε χρησιμοποιήσει;
Η αποκάλυψη ήρθε από το στόμα της Ιζαμπέλα: «Αυτό δεν είναι χρώμα στεγνωμένο
αλλά ωραία χρωματισμένη ύλη». Έτσι, αποκαλύφθηκαν νέες δυνατότητες. Ο ντε Κίρικο γνώριζε έναν συντηρητή του
Μουσείου όπου του έδειξε μια υπόλευκη αλοιφή όπου διέλυε ο Βελάσκεθ το χρώμα.
Δεν του δίνει όμως την συνταγή της. Ο ντε Κίρικο αφιερώθηκε στο να την
πειραματιστεί για να την ανακαλύψει. Την βρήκε και δούλεψε με αυτήν την νέα
τεχνική!!
1939. Ο
φόβος του πολέμου. Οι φήμες ότι οι Γερμανοί θα βομβάρδιζαν ολοσχερώς το Παρίσι
αναγκάζουν το ζεύγος να στιβάσουν ότι μπορούσαν περισσότερο στο αμάξι τους και
να φύγουν. Σε όποιο μέρος και να πήγαιναν, έπρεπε να φύγουν αμέσως. Θα
χτυπούσαν οι Γερμανοί. Ο πόλεμος είχε κηρυχτεί.
Φθάνουν στο Μιλάνο όπου οι αδελφοί Γκίρινγκελλι συνέχιζαν το μποϊκοτάζ
εναντίον του, ενώ οργάνωναν εκθέσεις με μεταφυσικούς πίνακες. Ο ντε Κίρικο
νοικιάζει ένα διαμέρισμα στο κέντρο της πόλης. Δουλεύει εντατικά και με το νέο
υλικό του. Με την βοήθεια του φίλου του Μπαρμπαρού, πουλάει μερικούς πίνακες.
Έτσι πέρασαν 3 χρόνια. Εκείνο τον καιρό έκανε πάρα πολλές προσωπογραφίες για να
ζήσει.
Φθάσαμε στο
1942. Παρουσιάζει τα έργα του στην Μπιενάλε της Βενετίας σε δική του αίθουσα.
Τα έργα του είναι μια κάποια επιστροφή στον ρεαλισμό και στο Μπαρόκ, και αυτή η
αλλαγή στο ύφος του γίνεται γιατί η αποστολή του είναι τώρα να εκφράσει το
είδωλο της παράδοσης. Ζωγραφίζει κυρίως πολλές αυτοπροσωπογραφίες ντυμένος με
ιστορικά ενδύματα. Επίσης αυτοαποκαλείται «pictor optimus δηλ ως «άριστος
ζωγράφος». Εκείνη τη χρονιά η Ιζαμπέλα γράφει το «Σκέψεις γύρω από την σύγχρονη
ζωγραφική» όπου δημοσιεύτηκε σε 2 περιοδικά. Το άρθρο της κυκλοφόρησε με την
υπογραφή του ντε Κίρικο. Λίγο μετά, ο επίσημος κριτικός της Λ’ Ιλουστρατσιόνε
Ιταλιάνα, του ζητά να δημοσιεύσει κάποια άρθρα του. Η Ιζαμπέλα τα γράφει, ο ντε
Κίρικο τα υπογράφει.
Το Μιλάνο
βομβαρδίζεται και πηγαίνουν στην Φλωρεντία. Ζωγραφίζει πολύ και με την τεχνική
με το γαλάκτωμα. Η γυμνή αυτοπροσωπογραφία του τον ικανοποιεί πλήρως. Στη
Φλωρεντία ζουν σε μια βίλα όμορφη, έξω από την πόλη. Στην πόλη εμφανίζονται τα Ες- Ες. Ο ντε
Κίρικο με την Ιζαμπέλα φεύγουν ξανά με την ψυχή στο στόμα. Τους υπόλοιπος μήνες
δουλεύει ελάχιστα. Η Ιζαμπέλα γράφει φιλοσοφικά δοκίμια και ένα μυθιστόρημα που
ήταν μια κριτική για την εποχή τους.
Ο πόλεμος
τελειώνει Ιούνιο του 1944. Όλοι ξεχύθηκαν στους δρόμους από χαρά. Ο ντε Κίρικο
ξαναπιάνει δουλειά και εκθέτει τα ρεαλιστικά του έργα (μικροί πίνακες) στη γκαλερί Λα Μαργκερίτα.
Ιούλιο του
1945 πηγαίνουν στην Ρώμη όπου αλλάζουν πολλά σπίτια. Συνεχίζει να ζωγραφίζει
ρεαλιστικά, κάνοντας όμως και κάποια μεταφυσικά έργα. Από εδώ και πέρα ο ντε
Κίρικο θα ζωγραφίζει ρεαλιστικά με διαλείμματα μεταφυσικής ζωγραφικής. Ο ντε
Κίρικο θα δημοσιεύσει το πρώτο μέρος από τα απομνημονεύματα του. Οι μοντερνιστές
διανοούμενοι σοκαρίστηκαν. Αρχική αμηχανία. Σιώπησαν οι κριτικοί, μέθοδος πιο
αποτελεσματική από την δυσφήμιση και το μποϊκοτάρισαν. Με το που εμφανίστηκε
στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων, αμέσως εξαφανίστηκε. Ο ντε Κίρικο μαθαίνει ο
ίδιος πως ενώ τηλεφωνούσαν στον εκδοτικό
οίκο για να τους στείλει τα βιβλία που ο κόσμος ενδιαφερόταν να αγοράσει, ο
εκδοτικός οίκος δεν τους έστελνε ούτε ένα αντίτυπο. Ήταν προφανές ότι ο εκδότης
του το καταχώνιασε έπειτα από μεγάλη πίεση από τους μοντερνιστές διανοούμενους.
«Ω! Πόσο τον καταλαβαίνω (τον εκδότη).. Τον καταλαβαίνω και τον συγχωρώ», μας
λέει.
Όμως η
κατάσταση χειροτερεύει. Η γκαλερί Ιλ Μιλιόνε του Μιλάνου τον μηνύει γιατί ο ντε
Κίρικο αρνείται να αναγνωρίσει ως
αυθεντικό του έργο ένα πλαστό όπου η γκαλερί κατείχε. Εκείνη την περίοδο
κυκλοφορούσαν πάρα πολλά πλαστά έργα του
ντε Κίρικο. Ο ντε Κίρικο έβαζε την αστυνομία να τα κατάσχει. Όποιος όμως είχε
πληρώσει ακριβά για το έργο του, δεν το παραδεχόταν ως πλαστό και μήνυε τον
καλλιτέχνη επιμένοντας για την αυθεντικότητα του έργου του. Οι δίκες ερχόντουσαν η μία μετά την άλλη. Και
όταν αποδεικνυόταν η πλαστότητα των έργων, οι δικαστές ήταν αδιάφοροι ως προς
την τιμωρία της ψευδορκίας των ψευδομαρτύρων. Ο ντε Κίρικο σε όλα αυτά δεν
έχανε το κουράγιο του και υπερασπιζόταν την συνείδηση του όταν τα αποτελέσματα
στα πρώτα δικαστήρια δεν τον δικαίωναν. Ενώ ο τύπος μαινόταν εναντίον του από
τους μοντερνιστές κριτικούς. Όταν όμως κέρδιζε τις δίκες στο Εφετείο, ο τύπος
απλά ανέφερε την είδηση. Οι εχθροί του δυστυχούσαν. Ο ντε Κίρικο αναφερόμενος
στον πόνο τους έλεγε «Ο πόνος πρέπει να γίνεται πάντα αντικείμενο σεβασμού, , ακόμα και αν, όπως σε αυτή την περίπτωση, έχει ελάχιστα
εποικοδομητική προέλευση». Παράλληλα οι πλαστογράφοι, κυκλοφορούσαν τη φήμη ότι
ο ντε Κίρικο είχε απαρνηθεί τους
μεταφυσικούς του πίνακες.
Και φθάνουμε
στην Μπιενάλε της Βενετίας το 1948, ως έκθεση διαβόητη της Μεταφυσικής όπου
αιγίδα της είχε την «ελευθερία της τέχνης» όπου κάτω από αυτό το έμβλημα
«δημιουργούνται αηδίες κατά βούληση». Η έκθεση αυτή προετοιμάστηκε κυρίως για
έναν σκοπό: Τον ντε Κίρικο. Σκοπός των διοργανωτών ήταν να εστιαστούν όλοι μόνο
στο προηγούμενο μεταφυσικό του έργο και να επισκιαστεί η εξέλιξη της δουλειάς
του, που είναι δουλειά 40 ετών. Σκοπός ήταν «να περιοριστεί (ο κόσμος) σε
μερικές δεκάδες πίνακες που είχαν γίνει, κατά τη γνώμη τους, σε μια στιγμή
τρελής έμπνευσης. Όπως ακριβώς προωθούσαν τον εαυτό τους οι σουρεαλιστές. Οπότε
να αναδειχθούν αυτοί σαν άξιοι συνεχιστές του έργου τους με συνέπεια, ενώ ο ντε
Κίρικο να αποκτήσει τη φήμη ότι «έχασε το νεύρο του»! Και είχε και συνέχεια η
οργανωμένη φιέστα. Επίτροπος της έκθεσης ορίστηκε ο καθηγητής Λόνγκι, που εδώ και 40 χρόνια τον πολεμούσε.
Η επιτροπή καθιέρωσε για μεταφυσικούς τον Καρά και τον Μοράντι. Έβαλε τους
πίνακες τους μαζί με του ντε Κίρικο και έπειτα όρισε βραβείο εκατοντάδων
χιλιάδων λιρών για τον καλύτερο μεταφυσικό. Ο Καρά θυμόμαστε ότι αντέγραφε
φανερά τα έργα του ντε Κίρικο στη Φεράρα. Ο Μοράντι από την άλλη, δεν ήταν ποτέ
μεταφυσικός. Και όμως, το βραβείο το έδωσαν στον Μοράντι. Να σημειώσουμε πως για όλο αυτό το πανηγύρι ο
ντε Κίρικο ούτε ειδοποιήθηκε, ούτε καλέστηκε. Τους πίνακες του τους είχαν οι
σουρεαλιστές και όσοι τους στήριζαν. Είχαν ακόμη και πλαστούς πίνακες. Η
Μπιενάλε διήρκησε 5 μήνες. Ο ντε Κίρικο κάνει αγωγή στην Μπιενάλε, αλλά τα
συμφέροντα τα παραθυράκια των νόμων και ο δικηγόρος του που δεν ασχολήθηκε
(μάλλον σκοπίμως) με την δικαίωση του, είχαν αποτέλεσμα να δικαιωθεί η
Μπιενάλε.
Ακολούθησε
Εφετείο, συμβιβασμός, άρθρα και διαλέξεις του ντε Κίρικο για την κακοήθεια εναντίον του.
1949: Η
αγγλική εταιρία Royal Society of British Artists τον εξέλεξε επίτιμο μέλος της.
Του προτείνει να εκθέσει 100 έργα του στις αίθουσες της. Η έκθεση κράτησε 1
μήνα και είχε μεγάλη επιτυχία! Παρόλα αυτά, ένα περιοδικό της τέχνης στη Ρώμη,
έγραψε πως «στους εγγλέζους δεν άρεσε αυτή η γλοιώδης ζωγραφική» του και έβαλε
και μια φώτο του όπου φαινόταν να κάθεται μόνος του σε μια γωνιά. Ακολούθησαν
εκθέσεις του στην Βενετία και διαλέξεις για το σκάνδαλο της μοντέρνας
ζωγραφικής όπου σε αυτή την κατάπτωση της τέχνης έπαιρνε μέρος και το Υπουργείο
Παιδείας.
Εκείνη την
περίοδο με πρόσκληση της Σκάλας του Μιλάνου, θα εικονογραφήσει τα σκηνικά και
τα κουστούμια για τα θεατρικά έργα και τα μπαλέτα «Ο θρύλος του Τζούζέππε» και
«Μεφιστοφελί». Αργότερα θα συμμετέχει με κάποιες μακέτες στην ταινία του σινεμά
«Η γέφυρα των στεναγμών».
Μάιος του
1952 πεθαίνει ο αδελφός του από καρδιά. Εκείνη την εποχή δούλευε συνεχώς για να ετοιμάσει τα σκηνικά και τα κουστούμια
για το Δημοτικό θέατρο της Φλωρεντίας (όπου μετά την πρεμιέρα ο μαέστρος έδωσε
μια δεξίωση και προσκλήθηκαν όλοι οι συνεργάτες, εκτός από τον ντε Κίρικο) και
για τις όπερες και τα μπαλέτα της Σκάλας του Μιλάνου. Εκεί πάλι πέρασε
παραπλήσια βάσανα από τους διευθυντές. «Η αρχή είναι πάντα η ίδια:.. να
προωθούνται πάντα, όχι μόνο οι μετριότητες, αλλά και οι ανίκανοι και συγχρόνως
να μποϊκοτάρονται όσοι έχουν σοβαρό ελάττωμα να είναι καλλιτέχνες αξίας». Την
ίδια συμπεριφορά έβλεπε να έχουν υποστεί και άλλοι άξιοι σκηνογράφοι,
ενδυματολόγοι κ.α. Παρόλα αυτά, υπήρχαν και οι καλοπροαίρετοι. Στο Δημοτικό
θέατρο της Φλωρεντίας είχε ξαναδουλέψει ενόσω ζούσε ο αδελφός του στην
παράσταση «Δων Κιχώτης» όπου συμμετείχε η Μαρία Κάλλας.
Και έρχεται
το 1959. Η ζωγραφική του συνεχίζει όπως και τα προηγούμενα χρόνια. Κυρίως
νεοκλασικισμός με διαλείμματα μεταφυσικής. Επίσης ασχολείται με την γλυπτική
και φτιάχνει πάρα πολλές λιθογραφίες, όπως και εικονογραφήσεις για βιβλία. Είχαν περάσει πολλά χρόνια μετά
από το τέλος του Β Παγκοσμίου πολέμου. Ο ντε Κίρικο ήλπιζε πως μετά από τόσο
πόνο και με τα χρόνια, τα πράγματα θα άλλαζαν. Όμως διαψεύστηκε παταγωδώς,
ολοκληρωτικά. Η κατάσταση στην ανθρωπότητα γινόταν (και γίνεται) πιο
απελπιστική. «Αυξανόταν συνεχώς.. η αμορφωσιά, η αδιαφορία, η σύγχυση, η
συμβατικότητα, η ανηθικότητα.. η ηλιθιότητα. Όσο για τις προόδους στον
πολιτισμό, την ηθική και τον ανθρωπισμό, είναι χειρότερα και από το να βαδίζει
κανείς τη νύχτα».
Ο ντε Κίρικο
είχε άσβεστη δίψα για πρόοδο στην τέχνη του. Δεν στεκόταν σε μια μανιέρα ή σε
μια σχολή αν αυτό τον εμπόδιζε στην εξέλιξη του. Σεβόταν το συναίσθημα του κάθε
φορά. Και αυτή του την στάση την υπερασπιζόταν
μέχρις εσχάτων. Ήταν άνθρωπος που μιλούσε για αλήθειες που οι άλλοι δεν τολμούσαν να μιλήσουν, που
σιωπούσαν. Στην ζωή του θα έλεγα ότι ταιριάζει η προτροπή του τέλους του
ποιήματος «Σιώπα» που λέει «Μην σιωπάς». Ο ντε Κίρικο δεν σιωπούσε. Είχε φωνή.
Αυτή του την στάση την κράτησε μέχρι το τέλος και ας δέχτηκε σε όλη του τη ζωή
ανελέητο πόλεμο από τις κλίκες που κυριαρχούσαν και κυριαρχούν στην τέχνη. Μόνο
με τονθάνατο του στην Ρώμη στις 20 Νοέμβρη του 1978 η πολεμική εναντίον του
κόπασε.
Θα κλείσω με
τα λόγια του στους θεατές της τέχνης: «Παρατηρώντας το κοινό, έβλεπε κανείς
τόσες φάτσες ανέκφραστες που προσπαθούσαν όμως να φαίνονται χαρούμενες..
ικανοποιημένες. Οι άντρες φορούσαν σμόκιν. Οι κυρίες βραδινά φορέματα.
Καταλαβαίνεις αμέσως ότι όλοι εκείνοι οι άνθρωποι που είχαν σχέση.. με την
τέχνη αδιαφορούσαν απόλυτα και προφανώς καταλάβαιναν πολύ ελάχιστα πράγματα ή
και καθόλου. Εκείνο που τους προσέλκυε και τους είχε συγκεντρώσει εκεί, σε
εκείνη την αίθουσα, ήταν το κοσμικό γεγονός, ήταν η επιθυμία να δείξουν τα
ρούχα τους, τα κοσμήματα τους, να παρατηρήσουν ο ένας τον άλλον, να
κουτσομπολέψουν και να κακολογήσουν, να δείξουν σπουδαίοι, να φανούν νέοι,
πλούσιοι και ικανοποιημένοι.. Για να μην σκέφτομαι όλη αυτή την ανηθικότητα και
την ηλιθιότητα, όπως και την τόση φρίκη, καταφεύγω όλο και περισσότερο στη
δουλειά μου».
ΜΑΡΙΑ
ΟΥΖΟΥΝΟΓΛΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ
ΔΕΙΤΕ ΚΑΠΟΙΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΕΔΩ:
Τέλος, ένας
σύνδεσμος όπου παραπέμπει σε βίντεο παιχνίδι με τους σουρεαλιστικούς πίνακες
https://killscreen.com/articles/surrealista/
Επίσης,
κάποια βίντεο που μιλά και ζωγραφίζει ο
ντε Κίρικο μπορείτε να τα βρείτε στο στο youtube.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου