Τετάρτη 5 Ιουλίου 2017

Όταν ο Μαραντόνα δίχασε τους Ιταλούς


Ο πρώτος ημιτελικός του Μουντιάλ του 1990, ανάμεσα στην Ιταλία και την Αργεντινή, ήταν ένα παιχνίδι πολύ διαφορετικό από οποιοδήποτε άλλο στην ιστορία του Παγκοσμίου Κυπέλλου.

Δημοσίευση: 7 Νοεμβρίου 2016

Η “σκουάντρα ατζούρα” μπορεί να ήταν η διοργανώτρια του τουρνουά, πράγμα που σήμαινε οτι θεωρητικά είχε το πλεονέκτημα έδρας απέναντι στην πρωταθλήτρια κόσμου του 1986, ωστόσο, σ’ ένα παράξενο παιχνίδι της μοίρας, η “μπιανκοσελέστε” είχε κι εκείνη έναν καλό λόγο για να αισθάνεται σαν στο σπίτι της.

Το γεγονός οτι το παιχνίδι διεξαγόταν στο “Σαν Πάολο” της Νάπολης, το γήπεδο στο οποίο, ο Ντιέγκο Μαραντόνα μεγαλουργούσε εκείνη την περίοδο οδηγώντας την τοπική ομάδα στα δυο μοναδικά πρωταθλήματα της ιστορίας της, έδινε στους Αργεντίνους το δικαίωμα να αισιοδοξούν, και στον ίδιο τον “Ντιεγκίτο” τη δυνατότητα να κάνει χρήση της πονηριάς του προς όφελος της ομάδας του.

Ο αρχηγός της “μπιανκοσελέστε”, γνωρίζοντας οτι η πλειοψηφία των φιλάθλων που θα βρίσκονταν στις κερκίδες του “Σαν Πάολο” τη βραδιά του ημιτελικού θα ήταν οπαδοί της Νάπολι, δε δίστασε να ζητήσει την υποστήριξη τους παρακινώντας τους, ούτε λίγο ούτε πολύ, να γυρίσουν την πλάτη στην εθνική ομάδα της χώρας τους.

Όπως ήταν αναμενόμενο, η κίνηση αυτή προκάλεσε αρκετή δυσαρέσκεια στις τάξεις των Ιταλών φιλάθλων, καθώς, ουσιαστικά τους χώρισε σε δυο στρατόπεδα, δημιουργώντας έναν πρωτοφανή διχασμό ανάμεσα τους. Έναν διχασμό που είχε τις ρίζες του, όχι σε ποδοσφαιρικούς παράγοντες, αλλά στις κοινωνικές διαφορές που χώριζαν τους Ναπολιτάνους από τους υπόλοιπους Ιταλούς, τις οποίες ο Μαραντόνα, έχοντας ήδη ζήσει για έξι χρόνια στην πόλη, γνώριζε καλά.


Όλα ξεκίνησαν όταν, μετά την πρόκριση της Αργεντινής επί της Γιουσκοσλαβίας στην προημιτελική φάση της διοργάνωσης, ο Ντιέγκο άρχισε την προσπάθεια να πάρει τους φίλους της Νάπολι με το μέρος του, υπενθυμίζοντας τους οτι η υπόλοιπη Ιταλία τους κοιτάζει υποτιμητικά και τους θεωρεί παρακατιανούς:

“Δε μου αρέσει που τώρα όλοι ζητούν από τους Ναπολιτάνους να φερθούν σαν Ιταλοί και να υποστηρίξουν την εθνική τους ομάδα”, είπε σε συνέντευξη τύπου, και συνέχισε απευθυνόμενος στους κατοίκους της πόλης: “Η Νάπολη ήταν πάντα περιθωριοποιημένη από την υπόλοιπη Ιταλία. Είναι μια πόλη που αντιμετωπίζεται με τον πιο άδικο ρατσισμό. Για 364 μέρες το χρόνο, θεωρείστε ξένοι στην ίδια σας τη χώρα και σήμερα σας ζητούν να κάνετε το σωστό υποστηρίζοντας την εθνική σας ομάδα. Αντιθέτως, εγώ είμαι Ναπολιτάνος 365 μέρες το χρόνο”.


Τα λόγια του Μαραντόνα δημιούργησαν ένα αρκετά φορτισμένο κλίμα ενόψει του ημιτελικού, καθώς και μεγάλη ανησυχία στο Ιταλικό στρατόπεδο. Παρά το γεγονός οτι αυτό που ζητούσε από τους Ναπολιτάνους φιλάθλους έμοιαζε παράλογο και ήταν προφανής η πρόθεση του να διχάσει τους φίλους της “σκουάντρα ατζούρα”, η επιρροή που ασκούσε ο “Πίμπε Ντ’ Όρο” στους οπαδούς των “Παρτενοπέι” ήταν τόσο μεγάλη, που κανείς δεν ήξερε τι να περιμένει τη βραδιά του παιχνιδιού.

Μάλιστα, μερικοί ιταλοί διεθνείς κάλεσαν τους Ναπολιτάνους φιλάθλους να αντιμετωπίσουν το επερχόμενο ματς σαν εθνική υπόθεση και να σταθούν στο πλευρό τους, ενώ, στην υπόλοιπη Ιταλία ήταν διάχυτη η δυσαρέσκεια της κοινής γνώμης για τα λόγια του Μαραντόνα. Παρόλα αυτά, η στάση που θα κρατούσε το κοινό της Νάπολης παρέμενε ερωτηματικό.

Τελικά, η απάντηση δόθηκε το βράδυ της 3ης Ιουλίου, όταν η εθνική ομάδα της Αργεντινής εισήλθε στον αγωνιστικό χώρο του “Σαν Πάολο”, καθώς, στη θέα του Ντιέγκο, η εξέδρα μοιράστηκε στα δυο.

Από τη μια, οι Ναπολιτάνοι φίλαθλοι υποδέχτηκαν τον κορυφαίο ποδοσφαιριστή στην ιστορία της Νάπολι με επιδοκιμασίες, δείχνοντας του με αυτόν τον τρόπο οτι, παρά τον ντόρο που προκλήθηκε τις προηγούμενες μέρες, ακόμα τον λάτρευαν σαν Θεό. Μάλιστα, χειροκρότησαν έντονα τον εθνικό ύμνο της Αργεντινής, γεγονός που έκανε εντύπωση ακόμα και στους αργεντίνους διεθνείς.

Από την άλλη, οι υπόλοιποι φίλοι της “σκουάντρα ατζούρα”, οι οποίοι, είχαν ταξιδέψει στη Νάπολη από άλλες ιταλικές πόλεις, αποδοκίμασαν τη “μπιανκοσελέστε”, όμως, δεδομένης της σημασίας του παιχνιδιού, αυτό μάλλον ήταν κάτι που θα έκαναν έτσι κι αλλιώς.

Παρόλα αυτά, τα ευχάριστα νέα για την ιταλική ομάδα ήταν οτι, ο διχασμός των φιλάθλων της είχε αποφευχθεί, καθώς, παρά τη θερμή υποδοχή που έτυχε ο “Ντιεγκίτο”, η συντριπτική πλειοψηφία των Ιταλών που βρίσκονταν στις κερκίδες υποστήριξαν τη “σκουάντρα ατζούρα”.

Το κλίμα που επρόκειτο να επικρατήσει στην εξέδρα είχε φανεί λίγα λεπτά νωρίτερα, αφού τα πανό που είχαν αναρτηθεί ήταν χαρακτηριστικά: “Ο Ντιέγκο στις καρδιές μας, η Ιταλία στα τραγούδια μας”. “Μαραντόνα, η Νάπολι σε αγαπάει, αλλά η Ιταλία είναι η πατρίδα μας”.

Οι Ναπολιτάνοι σ’ αυτό το δίλημμα ανάμεσα στη Νάπολι και την Ιταλία, παρά την παρότρυνση του Μαραντόνα, αρνήθηκαν να γυρίσουν την πλάτη στην πατρίδα τους, καθώς, ονειρεύονταν να τη δουν να κατακτά το Παγκόσμιο Κύπελλο στο σπίτι της.


Ωστόσο, αυτό ουδόλως απογοήτευσε τον “Πίμπε Ντ’ Όρο”, ο οποίος, ήξερε οτι είχε πετύχει εν μέρει τον σκοπό του. Μπορεί να μην είχε καταφέρει να κάνει το κοινό του “Σαν Πάολο” να στηρίξει την Αργεντινή, όμως, ήξερε οτι η ομάδα του θα αντιμετώπιζε μια ατμόσφαιρα λιγότερο εχθρική από το αναμενόμενο, πράγμα που συνιστούσε τεράστιο κέρδος στην προσπάθεια της για νίκη.

Και όπως φάνηκε περίπου τρεις ώρες αργότερα, αυτό μάλλον ήταν αρκετό. Η Ιταλία, αν και προηγήθηκε με τον Τότο Σκιλάτσι στο 17ο λεπτό, ισοφαρίστηκε με γκολ του Κλαούντιο Κανίγια στην επανάληψη, γεγονός που οδήγησε το παιχνίδι στην παράταση.

Εκεί, παρά την αποβολή του Ρικάρντο Χιούστι στο 103‘, η Αργεντινή άντεξε στην άμυνα και οδήγησε την αναμέτρηση στα πέναλτι, όπου γνώριζε τον τρόπο να πάρει την πρόκριση, αφού, το ίδιο είχε κάνει και στον προηγούμενο γύρο της διοργάνωσης.


Με τον Γκοϊγκοετσέα να αποκρούει τα χτυπήματα των Ντοναντόνι και Σερένα, και με τον Μαραντόνα να ευστοχεί ενδιάμεσα στην τέταρτη εκτέσεση για λογαριασμό της ομάδας του, η “μπιανκοσελέστε” πήρε το εισιτήριο για τον μεγάλο τελικό της Ρώμης, όπου πέντε μέρες αργότερα, θα επιδίωκε να στεφθεί πρωταθλήτρια κόσμου για δεύτερη συνεχόμενη φορά.

Όσο για τους Ναπολιτάνους, ο αποκλεισμός της Ιταλίας μπορεί να ήταν πικρός, όμως, η χαρά του Ντιέγκο Μαραντόνα για την πρόκριση στον τελικό ήταν μια παρηγοριά για τους ίδιους.

Ωστόσο, εκείνοι οι πανηγυρισμοί έμελλε να είναι οι τελευταίοι για τον αρχηγό της Αργεντινής σ’ εκείνο το Μουντιάλ. Γιατί, στον τελικό, το σενάριο ήταν εντελώς διαφορετικό. Εκεί δεν υπήρχαν ούτε Ναπολιτάνοι, ούτε χειροκροτήματα. Μόνο μια μεγάλη αντίπαλος, η Δυτική Γερμανία, που αναζητούσε ρεβάνς για την ήττα της τέσσερα χρόνια νωρίτερα στο Μεξικό. Και ήξερε πως να την πάρει.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου