Oπαδοί της
Λάτσιο σήκωσαν πανό για τον Μουσολίνι και επιτέθηκαν ρατσιστικά σε παίκτες της
Μίλαν, δείχνοντας πως η κληρονομιά των «Irriducibili» υπάρχει ακόμα στους
κόλπους των οργανωμένων της. Όμως από πού και πώς ξεκίνησε;
Ένα
εικοσιτετράωρο πριν τους εορτασμούς για την απελευθέρωση της Ιταλίας από τους
φασίστες, οπαδοί της Λάτσιο που ταξίδεψαν στο Μιλάνο για το παιχνίδι Κυπέλλου
με τη Μίλαν προχώρησαν σε μια κίνηση, η οποία προκάλεσε αρνητικά σχόλια σε όλη
την Ευρώπη. Φωτογραφήθηκαν με πανό που έγραφε «τιμή στον Μπενίτο Μουσολίνι»,
χαιρετώντας ναζιστικά και φωνάζοντας φασιστικά συνθήματα στην πλατεία Λορέτο, το
μέρος που κρεμάστηκε ο Μουσολίνι. Ήταν μέλη των Irriducibili (στα ελληνικά
άφθαρτοι) του πιο δημοφιλούς οπαδικού γκρουπ των λατσιάλι. Λίγες ώρες μετά το
ματς, η Μίλαν κατήγγειλε ρατσιστικά συνθήματα από την κερκίδα της Λάτσιο προς
τον Τιεμού Μπακαγιόκο, στον οποίο φώναζαν «αυτή η μπανάνα είναι για τον
Μπακαγιόκο» και προς τον Φρανκ Κεσί.
O σύλλογος,
επίσημα, ξεκαθάρισε τη στάση του σχετικά με τα όσα έλαβαν χώρα στο Μιλάνο: «Η
Λάτσιο ξεκάθαρα απομακρύνει τον εαυτό της από αυτές τις συμπεριφορές και επιδείξεις
που δεν ανταποκρίνονται με κανέναν τρόπο στις αξίες του αθλήματος που αυτός ο
σύλλογος προωθεί εδώ και 119 χρόνια. Η
Λάτσιο επίσης απορρίπτει και αμφισβητεί την απλοϊκή τάση κάποιων μέσων να
θεωρούν όλους τους οπαδούς της υπεύθυνους για πράξεις συγκεκριμένων στοιχείων».
Ως προς το τελευταίο σκέλος, ο σύλλογος της Ρώμης έχει απόλυτο δίκιο. Η στάση
κάποιων ultras τείνει να ερμηνεύεται ως ευρύτερη συμπεριφορά όλων των οπαδών
της Λάτσιο, κάτι το οποίο είναι λάθος. Από την άλλη, η ακροδεξιά ροπή των Irriducibili
δεν είναι κάτι νέο. Έρχεται από τις αρχές των 80ς και βρήκε ξανά υποστήριξη από
την άνοδο της ακροδεξιάς.
Τα πρώτα
κρούσματα
Για να
κατανοήσει κανείς τον τρόπο που η ακροδεξιά φώλιασε στις κερκίδες, πέρα από
κλισέ και θεωρίες που αιωρούνται, χρειάζεται αρκετή μελέτη. Στο βιβλίο «Το
φαινόμενο των Ultras στην Ιταλία» του Σεμπαστιάν Λουί, το οποίο κυκλοφορεί στα
ελληνικά από τις εκδόσεις Απρόβλεπτες, υπάρχει στο παράρτημα 8 μια συνέντευξη
με παλιό στέλεχος των Brigate Gialloblu της Ελλάς Βερόνα, μιας ακόμα ομάδας που
έχει συνδεθεί με την ακροδεξιά. «Στη Βερόνα, σε αντίθεση με την πολιτική σκηνή
στο Λιβόρνο, στην Πίζα και σε άλλα πέταλα της αριστεράς, η πολιτική είναι
"μπετόν". Ακόμα κι αν πολλά άτομα στο πέταλο δεν πιστεύουν καθόλου
στην πολιτική ή έχουν άλλες πεποιθήσεις, τη χρησιμοποιούν εκείνη τη στιγμή για
να εκνευρίσουν τον αντίπαλο και για να υπάρχει ομαδικό πνεύμα. Βλέπω κόσμο που
φωνάζει φασιστικά συνθήματα ενώ δεν έχει κανένα ενδιαφέρον για την πολιτική,
δεν θα ασχοληθεί ποτέ με την πολιτική
και θα ψήφιζε υπέρ της αριστεράς, αν μπορούμε να την ονομάσουν έτσι. Είναι ένας
τρόπος να ταυτίζεσαι με το υπόλοιπο πέταλο, η Βερόνα είχε ανέκαθεν τη φήμη ενός
πετάλου της άκρας δεξιάς». Η παραπάνω δήλωση φυσικά δεν έχει σκοπό να ξεπλύνει
κανέναν νεοναζί, αλλά περισσότερο να δείξει σε κάποιον που δεν έχει εμπειρία
από οργανωμένες κερκίδες το πώς μπορεί μερικές φορές να σκέφτονται οι φανατικοί
οπαδοί.
Στην Ιταλία,
η ξενοφοβία αρχίζει να φωλιάζει στα γήπεδα από τις αρχές της δεκαετίας του 80',
έχοντας τα πρώτα χρόνια συγκεκριμένο προσδιορισμό, σε σχήματα που είχαν ήδη
χτίσει φήμη για ακροδεξιές πολιτικές πεποιθήσεις. Όσο περνούν τα χρόνια όμως η
στάση των οπαδών προς τον νεοφασισμό μεταβάλλεται. Ο Σεμπαστιάν Λουί σημειώνει
χαρακτηριστικά πως «συναρπάζει τους Ultras, γιατί προτείνει την έξαρση της βίας
και του σωβινισμού, την αντίδραση στο πολιτικά ορθό». Ο συμβολισμός, τα
συνθήματα, η σύνδεση με τη φανέλα, βοηθά τις νεοφασιστικές οργανώσεις να
διεισδύσουν στην κερκίδα έχοντας την ατζέντα του προσηλυτισμού. Διάφορες
συνθήκες που λαμβάνουν χώρα παράλληλα επηρεάζουν την μεταστροφή αυτή. Η
μετανάστευση, η ρητορική της Λέγκας του Βορρά που κερδίζει έδαφος, η διάλυση
του Κομουνιστικού κόμματος μετά την πτώση του Τείχους, η υπόθεση
«Ταντζεντόπολη», που δημιούργησε αμφισβήτηση στο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και
κατηγορίες για διαφθορά και φοροδιαφυγή.
Η κλιμάκωση
Η αριστερά
χάνει έδαφος και το σημαντικότερο, χάνει την κυριαρχία της στους νέους. Στα
γήπεδα, η συνθηματολογία και η συμπεριφορά γινόταν ολοένα και πιο βίαιη, με
επιθέσεις σε μετανάστες, ή ακόμα και συμμαχίες με αντίπαλες οπαδικές ομάδες, με
τις οποίες παραδοσιακά υπήρχε κόντρα. Οι οπαδοί της Λάτσιο, μαζί με αυτούς της
Ίντερ και της Τριέστε ξεχωρίζουν, εκθέτοντας ναζιστικά σύμβολα. Έχοντας πλέον
μπει στη δεκαετία του '90, τα πράγματα εκτραχύνονται περισσότερο, συνδυάζονται
με έναν ενδοϊταλικό ρατσισμό ανάμεσα στον βορρά και τον νότο και ξεκινούν να
χρησιμοποιούν μειωτικά, ως βρισιές, λέξεις που περιγράφουν καταγωγή: Εβραίος,
τσιγγάνος, Αλβανός. Η εικόνα της Άννας Φρανκ χρησιμοποιείται αρνητικά,
παρουσιάζοντάς την ως οπαδό των αντιπάλων. Παράλληλα, αυξάνονται οι επιθέσεις
σε μετανάστες, αριστερούς, ακόμα και γραφεία κομμάτων. «Η εικόνα που
κατασκευάζουν για τον εαυτό τους οι στρατευμένοι νεοφασίστες, γοητεύει αρκετούς
ultras. Στον έντονο συμβολισμό προστίθεται η μεγαλοπρέπεια που αποδίδεται στην
ιταλική κοινότητα. Οι δεσμοί με το παρελθόν εξυμνούν την εθνική ιστορία, σε
αντίθεση με την κυρίαρχη αντιφασιστική τάση, ενώ η κοινότητα των στρατευμένων
προσφέρει μια δελεαστική αδερφότητα», γράφει χαρακτηριστικά ο Λουί.
Οι
Irriducibili ξεχωρίζουν στην πρωτεύουσα. Εμφανίστηκαν για πρώτη φορά το 1987 και
μέσα σε μια πενταετία είχαν κυριαρχήσει στο Νότιο Πέταλο της Λάτσιο. Aξίζει να
σημειωθεί ότι την εποχή εκείνη και οι ultras της συμπολίτισσας Ρόμα έχουν δύο
γκρουπ με παρόμοια ιδεολογική κατεύθυνση, σε σημείο που να μετριάζεται η
αντιπαλότητα με τους λατσιάλι Είναι χαρακτηριστική η αντίδραση των Irriducibili
όταν η Λάτσιο αγόρασε το 1992 τον Ολλανδό Άαρον Βίντερ. Στο γήπεδο και στους
δρόμους της πόλης ξεφυτρώνουν συνθήματα που γράφουν «δεν θέλουμε αράπηδες και
Εβραίους». Το 1998, στο ντέρμπι με τη Ρόμα, σηκώνουν πανό προς τους απέναντι
που γράφει: «Πατρίδα σας το Άουσβιτς, σπίτια σας οι φούρνοι». Η αγορά της
ομάδας από τον Σέρτζιο Κρανιότι ουσιαστικά έχτισε σχέσεις... κέρδους ανάμεσα
στον μεγαλοεπιχειρηματία και τον σύλλογο: Οι «Άφθαρτοι» έφτασαν το 1999 να
έχουν επτά μαγαζιά στην ευρύτερη περιοχή, από τα οποία πουλούσαν μη επίσημα
προϊόντα της ομάδας, τα οποία συχνά ήταν πολύ πιο ελκυστικά στον κόσμο.
Πιο
πρόσφατα, το 2005, στο ματς με τη Λιβόρνο, μια ομάδα στην κερκίδα της οποίας
κυριαρχεί το κομουνιστικό στοιχείο, οι λατσιάλι σηκώνουν κέλτικους σταυρούς και
ένα μεγάλο πανό που γράφει: «Η Ρώμη είναι φασιστική». Την ίδια χρονιά, ο
ναζιστικός χαιρετισμός του Ντι Κάνιο προς εκείνους που κάθονταν στο βόρειο
πέταλο, είναι αρκετός για να αναδείξει την κατάσταση. Λίγα χρόνια μετά, έγινε
το πρώτο σχίσμα και το 2010, η κίνησή τους να προσκαλέσουν στο πέταλο την
κεντροδεξία υποψήφια την περιφέρεια του Λάτσιο, Ρενάτα Πολβερίνι, δηλωμένη
οπαδό της Ρόμα, προκάλεσε σύγκρουση με τα άλλα οπαδικά γκρουπ και απώλεια της ηγεμονίας.
Υπήρξε χαρακτηριστική δήλωση του "capo" ότι το γκρουπ διαλύεται,
χωρίς αυτό αν είναι απόλυτα αληθές. Άλλα ultra group, όπως οι Only White,
δείχνουν ότι ο εθνικισμός δεν είναι αποκλειστικότητα των Irriducibili, χωρίς
αυτό να σημαίνει φυσικά ότι δεν υπάρχουν στο πέταλο άλλοι οπαδοί, με
διαφορετικές αντιλήψεις, οι οποίι καπελώνονται από όλο αυτό. Τα τελευταία χρόνια, οι υπεύθυνοι για το πανό
στο Μιλάνο βρίσκονται σε κόντρα με τη διοίκηση Λοτίτο και απέχουν από τα εντός
έδρας ματς. Κάποιοι επέστρεψαν, αλλά όχι οργανωμένα. Σε ορισμένα εκτός έδρας ματς εμφανίζονται και στο παιχνίδι με
τη Μίλαν, βρήκαν το χώρο για να δράσουν και πάλι, παρουσιάζοντας ως αφορμή τον
πανηγυρισμό των Μπακαγιόκο και Κεσί με τη φανέλα του Ατσέρμπι της Λάτσιο,
μπροστά από το πέταλο των φανατικών των Μιλανέζων στο μεταξύ τους παιχνίδι για
το πρωτάθλημα.
Η ατμόσφαιρα
Όλα αυτά
φυσικά δεν είναι αποκομμένα από την υπόλοιπη κοινωνία. Η ιταλική ΜΚΟ Λουνάρια
κατέγραψε 557 βίαιες συμπεριφορές ρατσιστικού χαρακτήρα το 2017 στην Ιταλία και
πρόσφατο άρθρο της Republica συνέκρινε την κατάσταση με την ταινία Mississippi
Burning, η οποία έχει στο επίκεντρο την ανάδυση της Κου Κλουξ Κλαν. Ο βαθιά
ρατσιστικός λόγος του Μπερλουσκόνι και τώρα του Σαλβίνι, οι οποίοι «ξεπλένουν»
μεθοδικά τον Μουσολίνι, οι ακροδεξιές παρατάξεις, ακόμα και σχόλια όπως εκείνο
του πρώην προέδρου της Ιταλικής Ομοσπονδίας, Κάρλο Ταβέκιο, ο οποίος
παραπονέθηκε ότι το πρωτάθλημα έχει κατακλυστεί από «μπανανοφάγους» δημιουργούν
την απαραίτητη πλατφόρμα νομιμοποίησης των ακροδεξιών στοιχείων και την
δημιουργία κρουσμάτων όπως αυτό στο Μιλάνο. Η κατάσταση στα γήπεδα ήταν και θα
είναι, άλλωστε, πάντοτε συνδεδεμένη με την υπόλοιπη κοινωνία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου