Ο Ενρίκο
Καρούζο (Enrico Caruso), ήταν ο πιο διάσημος Ιταλός τενόρος στην ιστορία της
όπερας και ο μεγαλύτερος από δισκογραφικής πλευράς καλλιτέχνης των αρχών του
20ου αιώνα, με την εκτέλεση του «Vesti la giubba» της όπερας Pagliacci, σε ένα
δίσκο 78 στροφών, να αποτελεί τον πρώτο δίσκο στην Αμερικανική ιστορία που οι
πωλήσεις του άγγιξαν το ένα εκατομμύριο.
25 Φεβρουαρίου 2018
Είναι γεγονός ότι κατά καιρούς διάφορα
αστέρια της όπερας, έχουν ξεπεράσει τον Καρούζο σε δημοτικότητα, ωστόσο η δική
του πολιτιστική επίδραση στους ανθρώπους της εποχής του, δεν μπορεί να
συγκριθεί.
Ο Καρούζο
γεννήθηκε στην Νάπολη της Ιταλίας στις
25 Φεβρουαρίου 1873 από φτωχή οικογένεια και η μουσική του καριέρα αφού
διακρίθηκε στην εκκλησιαστική χορωδία, ξεκίνησε απο τους δρόμους της Νάπολης,
που έδινε παραστάσεις ως τραγουδιστής του δρόμου σε μουσικές βραδιές. Σε ηλικία
22 χρονών έκανε την πρώτη του εμφάνιση στην σοβαρή μουσική, στο Teatro Nuovo
στην Νάπολη με την όπερα «L΄ Amico Francesco». Ακολούθησε μία σειρά από
εμφανίσεις σε περιφερειακά λυρικά θέατρα, ενώ παράλληλα σπούδαζε μουσική και
βελτίωνε το στύλ του.
Ο Ενρίκο Καρούζο ενηλικιώθηκε κατά την διάρκεια
μιας πραγματικά χρυσής εποχής για την Ιταλική όπερα, κατά την οποία συνθέτες
όπως οι Pietro Mascagni, Giacomo Puccini και Ruggero Leoncavallo, συνέθεσαν τις
όπερες που κατέκτησαν την παγκόσμια μουσική πραγματικότητα και του επόμενου
αιώνα. Το 1900 με την βοήθεια του μεγάλου Αρτούρο Τοσκανίνι, υπέγραψε συμβόλαιο
για να τραγουδήσει στην Σκάλα του Μιλάνου και το ντεμπούτο του πραγματοποιήθηκε
στις 26 Δεκεμβρίου στον ρόλο του
Rodolfo, στην όπερα «La Boheme» του
Τζιάκομο Πουτσίνι, με διευθυντή τον Αρτούρο Τοσκανίνι, με τον οποίο θα εμφανιζόταν εκατοντάδες φορές
μέσα στα επόμενα είκοσι χρόνια.
Στην συνέχεια
της καριέρας του, στα πλαίσια μιας περιοδείας Ιταλών τραγουδιστών της όπερας,
εμφανίστηκε στο Μόντε Κάρλο, στην Βαρσοβία, στο Μπουένο Άιρες, ακόμη και στο
Θέατρο Μαριίνσκι της Αγίας Πετρούπολης και το Θέατρο Μπολσόι στη Μόσχα μπροστά
στον Τσάρο.
Κατά την
διάρκεια των εμφανίσεων του στην Σκάλα του Μιλάνου τραγούδησε μεταξύ άλλων στις όπερες «Fedora», « Adriana Lecouvreur»,
«Alberto Franchetti», ενώ παράλληλη ηχογράφησε με σχεδόν ερασιτεχνικό τρόπο
δέκα μικρούς δίσκους, οι οποίοι έγιναν μπεστ-σέλλερ. Το 1902 πραγματοποιήθηκε η
επιτυχημένη εμφάνισή του στο Κόβεν Γκάρντεν έδρα της Βασιλικής Όπερας του
Λονδίνου, με τον Ριγκολέττο του Βέρντι. Το 1903 ο Καρούζο εμφανίστηκε στην Νέα
Υόρκη με την Μετροπόλιταν Όπερα στην νέα παραγωγή του Ριγκολέττο και συνέχισε
με περιοδείες σε όλες τις Ηνωμένες Πολιτείες, τον Καναδά, την Αργεντινή, την
Ουρουγουάη, την Βραζιλία, το Μεξικό και την Αβάνα της Κούβας.
Στα 25
χρόνια της σταδιοδρομίας του ο Καρούζο πραγματοποίησε 863 εμφανίσεις στην
Μετροπόλιταν Όπερα της Νέας Υόρκης και χάρη
στις 260 εξαιρετικά δημοφιλείς ηχογραφήσεις του, αναγνωρίστηκε ως μία από τις πλέον διάσημες προσωπικότητες της
εποχής του. Ήταν γνωστός σε εκατομμύρια ανθρώπους και μέσω των εφημερίδων , των
περιοδικών και του ραδιοφώνου, καθώς το 1910 είχε ακουστεί ζωντανά απο την
Μετροπόλιταν Όπερα, όταν συμμετείχε στην πρώτη δημόσια ραδιοφωνική εκπομπή που
μεταδόθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες. Παρουσιάστηκε επίσης και σε δύο
κινηματογραφικές ταινίες, το 1918 στην ταινία του Βωβού Κινηματογράφου «Cousin»
και το επόμενο έτος στην ταινία «The Splendid Romance» .
Στις 16
Σεπτεμβρίου 1920 ο Καρούζο ηχογράφησε στην Εκκλησία της Αγίας Τριάδας στο Νιού
ΤζέρσεΪ, αρκετούς δίσκους για την Victor, οι οποίοι ήταν και οι τελευταίοι του.
Κατα την διάρκεια της παράστασης της όπερας «L΄elisir d΄amore», στις 11
Δεκεμβρίου 1920 υπέστη αιμορραγία στον λαιμό και ξεκίνησε μια μακρά περίοδος
αδιαθεσίας, πόνων και εγχειρήσεων, που επιδείνωσαν την υγεία του, με αποτέλεσμα
στις 2 Αυγούστου 1921 σε ηλικία 48 ετών, να
αποβιώσει στην Νάπολη από
περιτονίτιδα. Η κηδεία του έγινε στην Βασιλική Εκκλησία του Αγίου Φραγκίσκου
ντι Πάολα, ύστερα απο άδεια που έδωσε ο Βασιλιάς της Ιταλίας Βίκτωρ Εμμανουήλ
ΙΙΙ και την παρακολούθησαν χιλιάδες άνθρωποι, καθώς κατά την διάρκεια της ζωής
του ο Καρούζο είχε κερδίσει την αγάπη όλου του κόσμου και πολλές
τιμητικές διακρίσεις, όπως την διάκριση της Ιταλικής Ιπποσύνης. Μετά
θάνατον του απενεμήθη το Βραβείο «Lifetime Achievement Grammy» και το 1987 η
Ταχυδρομική Υπηρεσία των ΗΠΑ, εξέδωσε γραμματόσημο προς τιμήν του.
Και ναι είναι η ζωή που τελειώνει
Μα αυτός δεν το σκέφτεται πιά
Και ήδη νιώθει ευτυχισμένος
Και συνεχίζει το τραγούδι του…….
(Το τέλος από το μουσικό αριστούργημα - αφιέρωμα του Lucio Dalla)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου