Ο Τιβέριος
(Tiberius Iulius Caesar Augustus, 16 Νοεμβρίου 42 π.Χ. – 16 Μαρτίου 37) ήταν
Ρωμαίος αυτοκράτορας από το 14 έως το 37. Γεννημένος ως Τιβέριος Κλαύδιος Νέρων
ανήκε στους Κλαύδιους και ήταν γιος του Τιβέριου Κλαύδιου Νέρωνα και της
Λιβίας. Η μητέρα του χώρισε τον Τιβέριο Κλαύδιο Νέρωνα και παντρεύτηκε τον
Οκταβιανό, γνωστό αργότερα ως Αύγουστο, το 39 π.Χ., καθιστώντας τον Τιβέριο θετό
γιο του Οκταβιανού.
Ο Τιβέριος
παντρεύτηκε αργότερα την κόρη του Αυγούστου (από τον γάμο του με την
Σκριβωνία), την Ιουλία την Πρεσβύτερη, και μάλιστα αργότερα υιοθετήθηκε από τον
Αύγουστο, παίρνοντας επίσημα το όνομα Τιβέριος Ιούλιος Καίσαρας. Αυτή η
ανάμειξη των Κλαυδίων και των Ιουλίων συνεχίστηκε και στις επόμενες γενιές με
αποτέλεσμα η πρώτη αυτοκρατορική δυναστεία της Ρώμης να ονομάζεται
Ιουλιο-Κλαυδιανή δυναστεία. Ο Τιβέριος ήταν ικανός στρατηγός και οι εκστρατείες
του διασφάλισαν τα παραδουνάβια σύνορα του κράτους, ενώ τελικώς ανακηρύχθηκε
Αυτοκράτορας μετά τον θάνατο του Οκταβιανού. Η διακυβέρνηση του χωρίζεται σε
δύο φάσεις, καθώς ύστερα από τον χαμό του γιου του σταδιακά αποτραβήχτηκε από
τον δημόσιο βίο και άφησε τη διαχείριση των κρατικών υποθέσεων στα χέρια της
Πραιτωριανής Φρουράς και της Συγκλήτου.
Από μικρή
ηλικία ο Τιβέριος εισήχθη στην αυλή του θετού του πατέρα και άρχισε να
αναμειγνύεται με τη διακυβέρνηση του αχανούς κράτους. Από νωρίς ο Οκταβιανός
τον θεωρούσε ως έναν από τους πιθανούς διαδόχους του και τον προώθησε σε
διάφορα αξιώματα, ώσπου ο Τιβέριος εστάλη στα ανατολικά σύνορα με την Παρθία
για να ακολουθήσει στρατιωτική καριέρα.
Το 19 π.Χ.
επέστρεψε από την Ανατολή, παντρεύτηκε την κόρη του στρατηγού Μάρκου Βιψάνιου
Αγρίππα, στενού φίλου του Αυγούστου, και μέχρι το 12 π.Χ. ενεπλάκη σε
εκστρατείες στη Γαλατία. Ταυτόχρονα η σύζυγός του Αγριππίνα είχε γεννήσει τον
γιο του Ιούλιο Καίσαρα Δρούσο, αλλά ο θάνατος του πατέρα της οδήγησε στο
διαζύγιό τους, κατ’ εντολήν του Οκταβιανού, και στο γάμο του Τιβέριου με τη
χήρα του Αγρίππα Ιουλία, μόνη κόρη του ίδιου του Αυγούστου. Έτσι οι δεσμοί
μεταξύ Ιουλίων και Κλαυδίων έγιναν πιο στενοί και ο Τιβέριος άρχισε να
ευνοείται ως πιθανός διάδοχος του θρόνου. Προκειμένου να τον ευχαριστήσει ο Οκταβιανός
του ανέθεσε αρμοδιότητες και αξιώματα που παλαιότερα ανήκαν στον Αγρίππα,
συμπεριλαμβανομένου του ουσιαστικού ελέγχου των ανατολικών επαρχιών.
Όμως το 6
π.Χ. ο Τιβέριος αποσύρθηκε στο νησί της Ρόδου, πιθανώς λόγω του ατυχούς γάμου
του με την Ιουλία. Ο Αύγουστος στράφηκε στους νεαρούς εγγονούς του ως
μελλοντικούς διαδόχους του, τον Λεύκιο και τον Γάιο, αλλά ο θάνατος του
τελευταίου το 4 οδήγησε στην επιστροφή του Τιβέριου στα πολιτικά πράγματα και
στη σταδιακή ανέλιξή του ουσιαστικά σε συναυτοκράτορα. Όταν ο Οκταβιανός
απεβίωσε το 14 ο Τιβέριος συνέχισε να κυβερνά, τυπικά ως διάδοχός του και στην
πράξη πλέον ως μονοκράτορας. Επιχειρώντας να διατηρήσει την εικόνα του
προκατόχου του, αυτήν του απρόθυμου δημόσιου λειτουργού, αρχικά προέβαλλε
προσποιητές αντιρρήσεις προς τη Σύγκλητο όταν επρόκειτο να ανακηρυχθεί
Αυτοκράτορας, αλλά τελικά αποδέχθηκε το ανώτατο αξίωμα. Ο Τιβέριος προώθησε ως
διάδοχό του τον στρατηγό Γερμανικό, ανιψιό του Οκταβιανού και υιοθετημένο γιο
του ιδίου. Ο Γερμανικός, μετά από μία επιτυχή καταστολή ανταρσίας στις
συνοριακές λεγεώνες του Ρήνου η οποία κατέληξε σε προσωρινή κατάληψη και
λεηλασία των περιοχών ανάμεσα στον Ρήνο και τον Έλβα ποταμό, ανέλαβε ουσιαστικά
τον έλεγχο των ανατολικών επαρχιών καθώς ο Τιβέριος τον προετοίμαζε ουσιαστικά
για συναυτοκράτορα. Όμως ο αιφνίδιος θάνατός του το 18, πιθανώς από
δηλητηρίαση, διέκοψε αυτήν την πορεία των πραγμάτων. Ο Τιβέριος άρχισε να
μοιράζεται την εξουσία με τον γιο του Δρούσο αλλά μετά το μυστηριώδη θάνατο του
τελευταίου το 23 έπαψε να ασχολείται ιδιαιτέρως με την πολιτική.
Τελικά ο
Τιβέριος αποσύρθηκε το 26 σε ένα εξοχικό του κτήμα στο Κάπρι, χτυπημένος από
παράνοια και κατάθλιψη, αφήνοντας τη διοίκηση του αχανούς κράτους στη Σύγκλητο
και στους γραφειοκρατικούς μηχανισμούς που είχε στήσει ο προκάτοχός του.
Μάλιστα, ασφυκτιώντας με την υπέρμετρη πολιτική ισχύ που του παρείχε η θέση
του, επιχείρησε αποτυχημένα να επαναφέρει στη Σύγκλητο τμήμα των παλαιών
αρμοδιοτήτων της· οι καιροί όμως είχαν αλλάξει και οι νέοι συγκλητικοί όχι μόνο
δεν γνώριζαν πώς να κυβερνήσουν χωρίς την αυτοκρατορική εποπτεία, αλλά ακόμα
και οι τάξεις τους είχαν διαφορετική σύνθεση σε σχέση με τους πρώτους χρόνους
της διακυβέρνησης του Αυγούστου, αφού η παραδοσιακή συγκλητική αριστοκρατία του
πρώτου αιώνα π.Χ. είχε πια παραγκωνιστεί και αντικατασταθεί από μια νέα ελίτ,
ικανότερη αλλά πιστή στο νέο πολίτευμα, η οποία είχε ρίζες στην τάξη των ιππέων
της ευρύτερης Ιταλίας και μόνο για λόγους γοήτρου αναμιγνυόταν με τις παλαιές,
δημοκρατικές συγκλητικές φατρίες. Εν γένει οι ιππείς, από την εποχή του
Οκταβιανού ακόμα, ανέλαβαν ενεργότερο ρόλο στη διακυβέρνηση του ρωμαϊκού
κράτους και συναποτελούσαν την άρχουσα τάξη μαζί με τους συγκλητικούς, την Αυλή
και τους αυτοκρατορικούς απελεύθερους, ενώ η ιππική ιεραρχία εκτελεστικών
αξιωμάτων διασταυρωνόταν και επικαλυπτόταν με την παραδοσιακή συγκλητική
ιεραρχία[1]. Ο Τιβέριος επίσης μετέφερε οριστικώς στη Σύγκλητο και την
τελευταία αρμοδιότητα που είχε απομείνει στις Εκκλησίες (Comitia), την τυπική
εκλογή των εκτελεστικών αρχόντων.
Τρομοκρατία,
Σηϊανός και Καλιγούλας
Μετά την
ουσιαστική απόσυρση του Τιβέριου επικεφαλής στη Ρώμη παρέμεινε ο συνεργάτης του
Λεύκιος Αίλιος Σηιανός, αρχηγός των Πραιτωριανών. Γρήγορα ένα κλίμα
τρομοκρατίας επικράτησε καθώς ο Σηιανός, απολαμβάνοντας την απόλυτη εμπιστοσύνη
του αυτοκράτορα, εξαπέλυσε προγραφές κατά συγκλητικών και ιππέων οι οποίοι
μπορούσαν να απειλήσουν την εξουσία του, κατάσχοντας ταυτόχρονα την περιουσία
τους. Φαίνεται ότι ο Σηιανός άρχισε να σχεδιάζει την ανατροπή του Τιβέριου και
την ανακήρυξη του ιδίου σε αυτοκράτορα μέσω της εισχώρησής του στο γένος των
Ιουλίων. Ο Τιβέριος όμως αντιλήφθηκε τη συνωμοσία και το 31 π.Χ. ο Σεϊανός
εκτελέστηκε, με αποτέλεσμα νέες, ακόμα πιο απηνείς διώξεις, κατασχέσεις και
δίκες οι οποίες στρέφονταν κατά των υποστηρικτών του. Αυτή η περίοδος της
τρομοκρατίας αμαύρωσε τη φήμη του Τιβέριου, ιδιαιτέρως μεταξύ της τάξης των
συγκλητικών, ενώ η απομόνωσή του στο Κάπρι έγινε περίπου απόλυτη. Δεν έλαβε
σχεδόν κανένα μέτρο για να εξασφαλίσει την ομαλή διαδοχή του και τελικώς
απεβίωσε το 37, σε ηλικία 79 ετών. Με τη διαθήκη του κληροδοτούσε τα αξιώματά
του από κοινού στον γιο του Γερμανικού Γάιο Καλιγούλα και στον εγγονό του ιδίου
Τιβέριο Γέμελλο, αλλά αμέσως ο Καλιγούλας ακύρωσε τη διαθήκη και εκτέλεσε τον
Γέμελλο για να μείνει μονοκράτορας.
Παρά την
τρομοκρατία του δευτέρου μέρους τη βασιλείας του, ο Τιβέριος άφησε πίσω του ένα
πλούσιο κράτος, ενώ προώθησε τη συνοχή και την ασφάλεια της Αυτοκρατορίας αντί
να εμπλακεί σε επεκτατικούς πολέμους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου