Ο Αδρίας, η Αδριατική θάλασσα, ή Αδριατικό πέλαγος, ή Αδριατικός κόλπος, και κοινώς Αντριάτικο, είναι μια υδάτινη μάζα που χωρίζει την Ιταλική από τη Βαλκανική Χερσόνησο και τα Απέννινα από τις Δειναρικές Άλπεις και τις γειτονικές οροσειρές.
Η Αδριατική είναι το βορειότερο σκέλος της Μεσογείου Θαλάσσης, εκτεινόμενη από τον Πορθμό του Οτράντο (όπου συνδέεται με το Ιόνιο Πέλαγος) προς τα βορειοδυτικά μέχρι την Κοιλάδα του Πάδου. Χώρες με ακτές στην Αδριατική είναι η Ιταλία, η Σλοβενία, η Κροατία, η Βοσνία και Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο, η Αλβανία και η Ελλάδα (μέσω των νήσων Οθωνοί). Η Αδριατική περιέχει πάνω από 1300 νησιά, που βρίσκονται τα περισσότερα κατα μήκος της ανατολικής της, Κροατικής, ακτής. Χωρίζεται σε τρεις λεκάνες, με ρηχότερη τη βόρεια και βαθύτερη τη νότια, με μέγιστο βάθος 1233 μέτρα. Το Ακρο του Οτράντο, μια υποθαλάσσια ράχη, βρίσκεται στο σύνορο αδριατικής και Ιονίου. Τα επικρατούντα ρεύματα ρέουν αντίθετα της φοράς του ωρολογίου, από τον Πορθμό του Οτράντο, κατά μήκος της ανατολικής ακτής και πίσω στον πορθμό και κατά μήκος της δυτικής (Ιταλικής) ακτής. Οι παλιρροϊκές κινήσεις στην Αδριατική είναι μικρές, αν και σποραδικά συμβαίνουν μεγαλύτερες. Η αλατότητα της Αδριατικής είναι χαμηλότερη από εκείνη της Μεσογείου, επειδή η αδριατική συγκεντρώνει το ένα τρίτο του γλυκού νερού που εισέρχεται στη Μεσόγειο, λειτουργώντας ως λεκάνη αραίωσης. Η θερμοκρασία της επιφάνειας του νερού κυμαίνεται γενικά από 24 °C το καλοκαίρι μέχρι 12 °C το χειμώνα, μετριάζοντας σημαντικά το κλίμα της Λεκάνης της Αδριατικής.
Η Αδριατική Θάλασσα επικάθηται στην Απουλιανή ή Αδριατική Μικροπλάκα, που χωρίσθηκε από την Αφρικανική Πλάκα το Μεσοζωικό αιώνα. Η κίνηση της πλάκας συνέβαλε στο σχηματισμό των γύρω οροσειρών και της τεκτονικής ανύψωσης των Αππένινων μετά τη σύγκρουσή της με την Ευρασιατική Πλάκα. Στην Ύστερη Ολιγόκαινο πρώτα σχηματίστηκε η Χερσόνησος των Αππένινων, χωρίζοντας τη Λεκάνη της Αδριατικής από την υπόλοιπη Μεσόγειο. Στην Αδριατική βρίσκονται όλα τα είδη των ιζημάτων με το μεγαλύτερο μέρος των υλικών να μεταφέρεται από τον Πάδο και άλλους ποταμούς στις δυτικές ακτές. Η δυτική ακτή είναι προσχωσιγενής, ενώ η ανατολική είναι ιδιαίτερα δαντελωτή με έντονη καρστικοποίηση. Υπάρχουν στην Αδριατική δεκάδες θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές με σκοπό την προστασία των βιότοπων και τη βιοποικιλότητα της θάλασσας. Η θάλασσα έχει άφθονη χλωρίδα και πανίδα - πάνω από 7000 είδη έχουν εντοπισθεί ως ιθαγενή της Αδριατικής, πολλά από αυτά ενδημικά, σπάνια και απειλούμενα.
Οι ακτές της Αδριατικής κατοικούνται από πάνω από 3,5 εκατομμύρια ανθρώπους, οι μεγαλύτερες πόλεις είναι το Μπάρι, η Βενετία, η Τεργέστη και το Σπλιτ. Οι αρχαιότεροι οικισμοί στην Αδριατική ήταν Ετρουσκικοί, Ιλλυρικοί και Ελληνικοί. Από το 2ο αιώνα π.Χ. οι ακτές ήταν υπό τον έλεγχο της Ρώμη. Το Μεσαίωνα οι Αδριατικές ακτές και η ίδια η θάλασσα εξουσιάζονταν, σε ποικίλο βαθμό, από σειρά κρατών - κυρίως τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, τη Δημοκρατία της Βενετίας, τη Μοναρχία των Αψβούργων και την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι είχαν ως αποτέλεσμα η Πρώτη Γαλλική Αυτοκρατορία να αποκτήσει τον έλεγχο των ακτών και τη Βρεταννική προσπάθεια να αντιμετωπίσει τους Γάλλους στην περιοχή, διασφαλίζοντας τελικά το μεγαλύτερο μέρος των ακτών της Αδριατικής και την κοιλάδα του Πάδου για την Αυστρία. Μετά την Ιταλική ενοποίηση το Βασίλειο της Ιταλίας άρχισε μια επέκταση προς ανατολάς που κράτησε μέχρι τον 20ό αιώνα. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και την κατάρρευση της Αυστροουγγαρίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ο έλεγχος των ανατολικών ακτών περιήλθε στη Γιουγκοσλαβία και στην Αλβανία. Η Γιουγκοσλαβία διαλύθηκε τη δεκαετία του 1990 και προέκυψαν τέσσερα νέα κράτη στις ακτές της Αδριατικής. Η Ιταλία και η Γιουγκοσλαβία συμφώνησαν για τα θαλάσσια σύνορά τους από το 1975 αλλά τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Σλοβενίας, Κροατίας, Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και Μαυροβουνίου είναι υπό αμφισβήτηση. Η Ιταλία και η Αλβανία συμφώνησαν για τα θαλάσσια σύνορά τους το 1992.
Η αλιεία και ο τουρισμός είναι σημαντικές πηγές εισοδήματος καθ' όλο το μήκος της Αδριατικής ακτής. Ο τουρισμός της Αδριατικής της Κροατίας έχει αναπτυχθεί οικονομικά ταχύτερα από ότι το υπόλοιπο της Αδριατικής Λεκάνης. Οι θαλάσσιες μεταφορές είναι επίσης σημαντικός κλάδος της οικονομίας της περιοχής. Υπάρχουν 19 λιμάνια στην Αδριατική, που στο καθένα διακινούνται πάνω από ένα εκατομμύριο τόνοι φορτίου ετησίως. Το μεγαλύτερο λιμάνι της Αδριατικής σε ετήσιο κύκλο εργασιών φορτίου είναι εκείνο της Τεργέστης, ενώ εκείνο του Σπλιτ είναι το μεγαλύτερο σε εξυπηρέτηση επιβατών.
Πίνακας περιεχομένων
Όνομα και ετυμολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η προέλευση του ονόματος Αδριατική συνδέεται με τον Ετρουσκικό οικισμό του Αδρία, που πιθανότατα πήρε το όνομά του από από το Ιλλυρικό αντούρ, που σημαίνει νερό ή θάλασσα. Στην κλασική αρχαιότητα η θάλασσα ήταν γνωστή ως Mare Adriaticum (Mare Hadriaticum, μερικές φορές απλοποιημένο σε Adria) 'ή, σπανιότερα, ως Mare Superum, "[η] ανώτερη θάλασσα". Οι δύο όροι όμως δεν ήταν συνώνυμοι. Το Mare Adriaticum αντιστοιχεί γενικά στο μέγεθος της Αδριατικής, που εκτείνεται από τον Κόλπο της Βενετίας μέχρι τον Πορθμό του Οτράντο. Το όριο αυτό καθορίστηκε σταθερότερα από Ρωμαίους συγγραφείς - αρχαίες Ελληνικές πηγές τοποθετούν το όριο μεταξύ Αδριατικής και Ιονίου Πελάγους σε διάφορες θέσεις που κυμαίνονται από τον Κόλπο της Βενετίας μέχρι το νότιο άκρο της Πελοποννήσου, τις ανατολικές ακτές της Σικελίας και τις δυτικές ακτές της Κρήτης. Το Mare Superum αφ' ετέρου περιελάμβανε τόσο τη σημερινή Αδριατική όσο και τη θάλασσα ανοικτά των νότιων ακτών της Ιταλικής χερσονήσου μέχρι τον Πορθμό της Σικελίας. Άλλο όνομα που χρησιμοποιείται την εποχή αυτή ήταν το Mare Dalmaticum, όνομα που αφορούσε τα νερά ανοιχτά των Ρωμαϊκών επαρχιών Δαλματίας ή Ιλλυρικού.
Η Αδριατική θάλασσα σε διάφορες γλώσσες:
- Ιταλικά: Mare Adriatico
- Σλοβενικά: Jadransko morje
- Κροατικά: Jadransko more
- Βοσνιακά: Jadransko more
- Σερβικά: Jadransko more ή Јадранско море
- Αλβανικά: Deti Adriatik
- Ελληνικα: Αδριατική θάλασσα
- Ιστρορουμανικά: Μarea Adriatică
Γεωγραφία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Αδριατική είναι μια ημίκλειστη θάλασσα, οριοθετούμενη νοτιοδυτικά από τη Χερσόνησο των Απεννίνων ή Ιταλική, βορειοδυτικά από τις Ιταλικές περιφέρειες Βένετο και Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια και βορειοανατολικά από τη Σλοβενία, την Κροατία, τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, το Μαυροβούνιο και την Αλβανία - τη Βαλκανική χερσόνησο. Νοτιοανατολικά η Αδριατική συνδέεται με το Ιόνιο Πέλαγος με τον πλάτους 72 χλμ. Πορθμό του Οτράντο. Ο Διεθνής Υδρογραφικός Οργανισμός (ΔΥΟ) καθορίζει το όριο μεταξύ Αδριατικής και Ιονίου ως μια γραμμή από την εκβολή του Ποταμού Βουθρωτού (γεωγραφικό πλάτος39°44'Β) στο Ακρωτήριο Καραγκόλ της Κέρκυρας, μέσω του νησιού στο Ακρωτήριο Κεφάλι (τα δύο αυτά ακρωτήρια είναι σε γεωγραφικό πλάτος 39°45'Β) και τελικά στο Ακρωτήριο Σάντα Μαρία ντι Λέουτσα (γεωγραφικό πλάτος 39°48'Β). Εκτείνεται 800 χλμ. από τα βορειοδυτικά στα νοτιοανατολικά και έχει πλάτος 200 χλμ. Καταλαμβάνει 138.600 τ.χλμ. και έχει όγκο 35.000 κυβικών χιλιομέτρων. Η Αδριατική εκτείνεται βορειοδυτικά από 40° έως 45°47' βόρεια, το βορειότερο τμήμα της Μεσογείου. Η θάλασσα διαιρείται γεωγραφικά στη Βόρεια, Κεντρική (ή Μέση) και Νότια Αδριατική. Η λεκάνη απορροής της Αδριατικής περιλαμβάνει 235.000 τετ. χλμ. με λόγο ξηράς προς θάλασσα 1,8. Το μέσο υψόμετρο της λεκάνης απορροής είναι 782 μέτρα με μέση κλίση 12,1 %. Μεγάλοι ποταμοί που εκβάλλουν στην Αδριατική είναι οι Πάδος, Σότσα (Σλοβενία-Ιταλία), Κρκα (Κροατία), Νερέτβα, Δρίνος (Αλβανία), Μπούνα και Αώος. Στα τέλη του 19ου αιώνα η Αυστροουγγαρία εγκατέστησε ένα γεωδαιτικό δίκτυο με υψόμετρο αναφοράς τη μέση στάθμη της Αδριατικής στην αποβάθρα Σαρτόριο στην Τεργέστη της Ιταλίας. Το σημείο αυτό διατηρήθηκε στη συνέχεια από την Αυστρία, υιοθετήθηκε από τη Γιουγκοσλαβία και διατηρήθηκε από τα κράτη που προέκυψαν μετά τη διάλυσή της.
Η Αδριατική Θάλασσα περιέχει πάνω από 1300 νησιά και νησίδες, τα περισσότερα κατά μήκος των ανατολικών ακτών της - ιδιαίτερα στην Κροατία, με καταμετρημένα 1246. Ο αριθμός αυτός περιλαμβάνει νησιά, νησίδες και βραχονησίδες όλων των μεγεθών, περιλαμβανομένων μερικών που αναδύονται μόνο με την άμπωτη. Τα Κροατικά νησιά περιλαμβάνουν τα μεγαλύτερα - Κρες και Κρκ, καθένα τους με την ίδια περίπου έκταση 406 τετ. χλμ. - και το ψηλότερο - Μπρατς, που η κορυφή του φτάνει τα 780 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας. Το νησί Κρες και το γειτονικό του Λόσινι χωρίζονται μόνο από μια στενή πλωτή διώρυγα, διανοιγμένη την αρχαιότητα, με το αρχικό ενιαίο νησί γνωστό στους Έλληνες ως Αψυρτίδες. Tα Κροατικά νησιά περιλαμβάνουν 48 μονίμως κατοικούμενα, με πολυπληθέστερα τα Κρκ και Κόρτσουλα. Τα νησιά κατά μήκος των δυτικών (Ιταλικών) ακτών της Αδριατικής είναι μικρότερα και λιγότερα από εκείνα των απέναντι ακτών, με γνωστότερα τα 117 νησιά, πάνω στα οποία είναι χτισμένη η Βενετία. Η βόρεια ακτή της Κέρκυρας ανήκει επίσης στην Αδριατική Θάλασσα, όπως αυτή ορίζεται από το ΔΥΟ. Τα όρια αυτά τοποθετούν στην Αδριατική Θάλασσα και λίγα μικρότερα Ελληνικά νησιά βορειοδυτικά της Κέρκυρας.
Νησιά της Αδριατικής ανοικτά της Κροατίας
Βαθυμετρία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το μέσο βάθος της Αδριατικής Θάλασσας είναι 252,5 μέτρα και το μέγιστο βάθος της 1233 μέτρα
Το βορειότερο μέρος της θάλασσας είναι πολύ ρηχό και ανάμεσα στα νότια ακρωτήρια της Ίστρια και του Ρίμινι το βάθος σπάνια ξεπερνά τα 46 μ. Ανάμεσα στις πόλεις Šibenik και Ortona υπάρχει μια αξιόλογη "τάφρος", μια σημαντική περιοχή η οποία ξεπερνά τα 180 μ. σε βάθος.
Το βαθύτερο τμήμα της θάλασσας βρίσκεται ανατολικά του Όρους (Monte) Gargano, νότια του Ντούμπροβνικ και δυτικά του Δυρραχίου, όπου μια μεγάλη λεκάνη δίνει βάθος 900 μ. και πέραν. Επίσης, μια μικρή περιοχή στα νότια αυτής της λεκάνης ξεπερνά σε βάθος τα 1.460 μ. Το μέσο βάθος, πάντως, της θάλασσας υπολογίζεται στα 240 μ. Η Βόρεια Αδριατική Λεκάνη όμως σπάνια ξεπερνά σε βάθος τα 100 μέτρα. Η λεκάνη αυτή, που εκτείνεται από τη Βενετία και την Τεργέστη μέχρι μια γραμμή μέχρι την Ανκόνα και το Ζαντάρ, είναι μόνο 15 μέτρα βαθειά στο βορειοδυτικό άκρο της και βαθαίνει σταδιακά προς τα νοτιοανατολικά. Είναι η μεγαλύτερη Μεσογειακή υφαλοκρηπίδα και είναι συγχρόνως λίμνη αραίωσης και θέση βαθέος σχηματισμού νερού. Η Μέση Αδριατική Λεκάνη βρίσκεται νότια της γραμμής Ανκόνα-Ζαντάρ, με τη βάθους 270 μέτρων Μέση Αδριατική Κοιλότητα (καλούμενη επίσης Κατάπτωση πόμο ή Κοιλότητα Γιαμπούκα). H σε βάθος 170 μέτρων Ράχη Πελαγκρούζα βρίσκεται νότια της Μέσης Αδριατικής Κοιλότητας, διαχωρίζοντας αυτή από τη βάθους 1200 μέτρων Νότια Αδριατική Κοιλότητα και τη Μέση Αδριατική από τη Νότια Αδριατική Λεκάνη. Νοτιότερα ο πυθμένας της θάλασσας ανέρχεται στα 780 μέτρα για να σχηματίσει τη Ράχη του Οτράντο στο σύνορό της Αδριατικής με το Ιόνιο Πέλαγος. Η Νότια Αδριατική Λεκάνη είναι όμοια από πολλές απόψεις με το Βόρειο Ιόνιο Πέλαγος, με το οποίο συνδέεται. Εγκάρσια η Αδριατική Θάλασσα είναι επίσης ασύμμετρη. Οι ακτές της Ιταλικής χερσονήσου είναι σχετικά ομαλές με πολύ λίγα νησιά και τα ακρωτήρια Μόντε Κονέρο και Γκαργκάνο ως τις μοναδικές σημαντικές προεξοχές μέσα στη θάλασσα. Αντίθετα οι ακτές της Βαλκανικής χερσονήσου είναι ανώμαλες με πολλά νησιά, ιδιαίτερα στην Κροατία. Η τραχύτητα των ακτών εντείνεται από την εγγύτητα των Δειναρικών Άλπεων, σε αντίθεση με τις απέναντι (Ιταλικές) ακτές, όπου τα Απέννινα όρη είναι σε μεγαλύτερη απόσταση από την ακτογραμμή.
Yδρολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η παράκτια δυναμική του νερού καθορίζεται από το ασύμμετρο των ακτών και την εισροή του θαλασσινού νερού της Μεσογείου μέσω των Στενών του Οτράντο και περαιτέρω κατά μήκος των ανατολικών ακτών. Η ομαλή Ιταλική ακτή (με πολύ λίγες προεξοχές και χωρίς μεγάλα νησιά) επιτρέπει την ομαλή ροή του Δυτικού Αδριατικού Ρεύματος, που δημιουργείται από τη μάζα σχετικού γλυκού νερού της επιφάνειας και την κρύα και πυκνή υδάτινη μάζα του βυθού. Τα παράκτια ρεύματα στην απέναντι ακτή είναι πολύ πιο σύνθετα λόγω της δαντελωτής ακτογραμμής, αρκετών μεγάλων νησιών και της εγγύτητας των Δειναρικών Άλπεων, που προκαλεί σημαντικές θερμοκρασιακές διαφορές μεταξύ θάλασσας και ενδοχώρας, που οδηγούν στη δημιουργία τοπικών υδατοπιδάκων. Η παλιρροϊκή κίνηση είναι κατά κανόνα μικρή, παραμένοντας συνήθως κάτω από 30 εκατοστά. Το αμφιδρομικό σημείο (σημείο μηδενικού πλάτους κύματος βρίσκεται στο μέσο του πλάτους ανατολικά της Ανκόνας.
Τα κανονικά επίπεδα παλίρροιας είναι γνωστό ότι αυξάνονται σημαντικά σε ευνοϊκό περιβάλλον, οδηγώντας σε παράκτιες πλημμύρες. Το φαινόμενο αυτό είναι γνωστότερο στην Ιταλία - ιδιαίτερα στη Βενετία - ως acqua alta. Τέτοιες παλίρροιες μπορεί να υπερβούν τα κανονικά επίπεδα πάνω από 140 εκατοστά, με το υψηλό επίπεδο παλίρροιας 194 εκατοστά, που παρατηρήθηκε στις 4 Νοεμβρίου 1966. Τέτοιες πλημμύρες προκαλούνται από συνδυασμό παραγόντων, όπως η ευθυγράμμιση του Ήλιου και Σελήνης, μετεωρολογικοί παράγοντες όπως καταιγίδες σχετιζόμενες με το σιρόκο και το γεωμετρικό σχήμα της λεκάνης (που ενισχύει ή μειώνει την αστρονομική συνιστώσα). Εξάλλου το μακρόστενο ορθογωνικό σχήμα της Αδριατικής είναι η αιτία μιας ταλάντωσης του νερού (κυματανάπαλση) κατά μήκος του μικρότερου άξονα της λεκάνης. Τελικά η Βενετία είναι όλο και περισσότερο ευάλωτη σε πλημμύρες λόγω της καθίζησης του εδάφους των παραλιακών περιοχών. Τέτοιες ασυνήθιστα υψηλές παλίρροιες με αποτέλεσμα πλημμύρες έχουν επίσης παρατηρηθεί και αλλού στην Αδριατική και έχουν καταγραφεί τα τελευταία χρόνια και στις πόλεις Κόπερ, Ζαντάρ και Σίμπενικ.
Εχει υπολογισθεί ότι ο όλος όγκος της Αδριατικής ανανεώνεται από τον Πορθμό του Οτράντο σε 3,0 - 3,8 χρόνια, περίοδο σχετικά σύντομη (για παράδειγμα απαιτούνται περίπου 500 χρόνια για την ανανέωση όλων των νερών της Μαύρης Θάλασσας). Αυτή η σύντομη περίοδος είναι ιδιαίτερα σημαντική, καθώς οι ποταμοί που εκβάλλουν στην Αδριατική μεταφέρουν 5.700 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο. Αυτός ο ρυθμός εκβολής ισοδυναμεί με το 0,5 % του συνολικού όγκου της Αδριατικής ή με ένα στρώμα νερού 1,3 μέτρων το χρόνο. Το μεγαλύτερο μέρος εισροών από ένα μοναδικό ποταμό προέρχεται από τον Πάδο (28%) με μέση εκροή μόνο από αυτόν 1.569 κυβικά μέτρα το δευτερόλεπτο. Όσον αφορά την ετήσια συνολική εκροή σε όλη τη Μεσόγειο, ο Πάδος έρχεται δεύτερος, ακολουθούμενος από το Νερέτβα και το Δρίνο. Άλλος παράγων που συμβάλλει στη χαμηλή αλατότητα του νερού της Αδριατικής είναι τα υποθαλάσσια αναβλύζοντα υπόγεια νερά από υποβρύχιες πηγές (Κροατικά: vrulja), που υπολογίζεται ότι συνιστούν το 29% της συνολικής υδάτινης ροής στην Αδριατική. Οι υποβρύχιες πηγές περιλαμβάνουν και θερμές πηγές που ανακαλύφθηκαν παράκτια, κοντά στην πόλη Ιζολα (Σλοβενία). Το νερό των θερμών πηγών είναι πλούσιο σε υδρόθειο, έχει θερμοκρασία από 22 μέχρι 29,6 °C και έχει επιτρέψει την ανάπτυξη συγκεκριμένων οικοσυστημάτων. Η εισροή γλυκού νερού, που αντιπροσωπεύει το ένα τρίτο του όγκου του γλυκού νερού, που εισέρχεται στη Μεσόγειο, καθιστά την Αδριατική λεκάνη αραίωσης για όλη τη Μεσόγειο.
Θερμοκρασία και αλατότητα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η θερμοκρασία της επιφάνειας της Αδριατικής κυμαίνεται συνήθως μεταξύ 22 και 24 °C το καλοκαίρι και 12 και 14 °C το χειμώνα, εκτός από το βόρειο τμήμα των δυτικών ακτών της Αδριατικής, όπου το χειμώνα πέφτει στους 9 °C. Οι συγκεκριμένες εποχικές διακυμάνσεις της θερμοκρασίας οφείλονται στα ηπειρωτικά χαρακτηριστικά της Αδριατικής. Είναι πιο ρηχή και πιο κοντά στην ξηρά από ότι οι ωκεανοί. Κατά τη διάρκεια ιδιαίτερα ψυχρών χειμώνων μπορεί να εμφανισθεί θαλάσσιος πάγος στις ρηχές παράκτιες περιοχές της Αδριατικής, ιδιαίτερα στη Λιμνοθάλασσα της Βενετίας, αλλά επίσης σε απομονωμένα βάθη, νότια μέχρι το Τίσνο (νότια του Ζαντάρ). Η Νότια Αδριατική είναι περίπου 8 έως 10 °C θερμότερη κατά το χειμώνα από τις βορειότερες περιοχές. Η διακύμανση της αλατότητας της Αδριατικής κατά τη διάρκεια του έτους είναι επίσης σαφής. Η Νότια Αδριατική έχει αλμυρότερα νερά από την Ανατολική Λεκάνη.
Κλίμα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Όπως στις περισσότερες περιοχές της Μεσογειακής Λεκάνης, η Αδριατική Θάλασσα και η γύρω της ξηρά έχουν Μεσογειακό κλίμα. Καθώς η Αδριατική Θάλασσα βρίσκεται στην εύκρατη ζώνη χαρακτηρίζεται από εποχιακά μεταβλητό κλίμα και από ζεστά, ξερά καλοκαίρια και από ήπιους, όχι πολύ κρύους, υγρούς χειμώνες. Σύμφωνα με την Κλιματική ταξινόμηση Κέππεν η νότια και κεντρική Αδριατική ταξινομούνται ως περιοχές "Μεσογειακού κλίματος θερμών καλοκαιριών" και η βόρεια Αδριατική ως "υγρού υποτροπικού κλίματος". Οι επικρατούντες χειμερινοί άνεμοι είναι ο βοριάς και ο σιρόκος (που στις ανατολικές ακτές ονομάζεται jugo). Ο βοριάς εξαρτάται σημαντικά από κενά αέρα στις Δειναρικές Άλπεις, που φέρνουν κρύο και ξερό ηπειρωτικό αέρα. Η ταχύτητά του κορυφώνεται στις περιοχές της Τεργέστης, του Σένι και του Σπλιτ, με ριπές μέχρι 180 χιλιομέτρων την ώρα. Ο σιρόκος φέρνει υγρό και ζεστό αέρα, συχνά μεταφέροντας σκόνη από τη Σαχάρα, προκαλώντας λασποβροχή.
Κλιματικά χαρακτηριστικά μερικών μεγάλων πόλεων της Αδριατικής | ||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Πόλη | Μέση θερμοκρασία | Μέση συνολική βροχόπτωση | ||||||||
Ιανουάριος | Ιούλιος | Ιανουάριος | Ιούλιος | |||||||
°C | °F | °C | °F | mm | in | ημέρες | mm | in | ημέρες | |
Μπάρι | 121 | 250 | 284 | 543 | 508 | 20,0 | 7.3 | 270 | 11 | 2.6 |
Ντουμπρόβνικ | 122 | 252 | 283 | 541 | 952 | 37,5 | 11.2 | 241 | 9,5 | 4.4 |
Ριγιέκα | 87 | 189 | 277 | 531 | 1.349 | 53,1 | 11.0 | 820 | 32 | 9.1 |
Σπλιτ | 102 | 216 | 298 | 568 | 779 | 30,7 | 11.1 | 276 | 10,9 | 5.6 |
Βενετία | 58 | 136 | 275 | 527 | 581 | 22,9 | 6.7 | 631 | 24,8 | 5.7 |
Πηγή: Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός[1] |
Πληθυσμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα πολυπληθέστερα αστικά κέντρα στις ακτές της Αδριατικής | ||||||||||
---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|---|
Σειρά | Πόλη | Χώρα | Περιφέρεια/Νομός | Πληθυσμός (αστικός) | ||||||
1 | Μπάρι | Ιταλία | Απουλία | 320.475 | ||||||
2 | Βενετία | Ιταλία | Βένετο | 270.884 | ||||||
3 | Τεργέστη | Ιταλία | Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια | 205.535 | ||||||
4 | Σπλιτ | Κροατία | Σπλιτ-Δαλματίας | 167.121 | ||||||
5 | Ρίμινι | Ιταλία | Εμίλια-Ρομάνια | 142.579 | ||||||
6 | Ριγιέκα | Κροατία | Πριμόριε-Γκόρσκι Κόταρ | 128.384 | ||||||
7 | Πεσκάρα | Ιταλία | Αμπρούτσο | 123.103 | ||||||
8 | Δυρράχιο | Αλβανία | Δυρραχίου | 115.550 | ||||||
9 | Ανκόνα | Ιταλία | Μάρκε | 101.210 | ||||||
10 | Πέζαρο | Ιταλία | Μάρκε | 95.800 | ||||||
Πηγές: Κροατική απογραφή 2011,[2] Ιταλικό Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (2011),[3] Αλβανική Απογραφή 2011[4] |
Στις ακτές και στα νησιά της Αδριατικής υπάρχουν πολλοί οικισμοί και αρκετές μεγαλύτερες πόλεις. Μεταξύ των μεγαλυτέρων είναι το Μπάρι, η Βενετία, η Τεργέστη και το Ρίμινι στην Ιταλία, το Σπλιτ, η Ριγιέκα και το Ζάνταρ στην Κροατία, το Δυρράχιο και ο Αυλώνας στην Αλβανία και το Κόπερ στη Σλοβενία. Συνολικά στις Αδριατικές ακτές ζουν πάνω από 3,5 εκατομμύρια άνθρωποι. Υπάρχουν επίσης μερικές μεγαλύτερες πόλεις που βρίσκονται πολύ κοντά στις ακτές, όπως οι Ιταλικές Ραβένα και Λέτσε.
Διαχείριση των ακτών[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Βενετία, που αρχικά είχε χτιστεί σε νησιά ανοιχτά των ακτών, είναι περισσότερο σε κίνδυνο λόγω των καθιζήσεων, αλλά παρόμοια απειλή υπάρχει επίσης στην κοιλάδα του Πάδου. Oι αιτίες είναι η μείωση του ρυθμού των προσχώσεων, λόγω μείωσής τους πίσω από φράγματα, η σκόπιμη εκσκαφή άμμου για βιομηχανική χρήση, η γεωργική χρήση του νερού και η άντληση των υπόγειων υδάτων.
Η βύθιση της Βενετίας επιβραδύνθηκε μετά την απαγόρευση των αρτεσιανών πηγαδιών τη δεκαετία του 1960, αλλά η πόλη εξακολουθεί να απειλείται από τις πλημμύρες acqua alta. Πρόσφατες μελέτες έχουν δείξει ότι η πόλη δεν βυθίζεται πλέον, αλλά η κατάσταση συναγερμού παραμένει σε ισχύ. Το 2003 ο τότε Πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι εγκαινίασε το σχέδιο MOSE (Ιταλικά: Modulo Sperimentale Elettromeccanico), ένα πειραματικό μοντέλο για την αξιολόγηση της απόδοσης των φουσκωτών πυλών. Το σχέδιο προτείνει την τοποθέτηση 79 φουσκωτών λέμβων σε όλο το θαλάσσιο πυθμένα στις τρεις εισόδους της Λιμνοθάλασσας της Βενετίας. Όταν προβλέπεται οι παλίρροιες να ξεπεράσουν τα 110 εκατοστά οι λέμβοι γεμίζονται με αέρα και αποκλείουν την εισροή νερού από την Αδριατική Θάλασσα. Το έργο αυτό αναμένεται να ολοκληρωθεί το 2014.
Γεωλογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Γεωφυσικές και γεωλογικές πληροφορίες δείχνουν ότι η Αδριατική Θάλασσα και η Κοιλάδα του Πάδου συνδέονται με μια τεκτονική μικροπλάκα - ονομαζόμενη Απουλιανή ή Αδριατική Πλάκα - που αποχωρίστηκε από την Αφρικανική Πλάκα κατά το Μεσοζωικό αιώνα. Αυτός ο διαχωρισμός άρχισε τη Μέση και Ύστερη Τριασική, όταν άρχισε να εναποτίθεται στην περιοχή ασβεστόλιθος. Μεταξύ της Νοριανής και της Ύστερης Κρητιδικής σχηματίσθηκαν τα Στρώματα Ανθρακικών Αλάτων της Απουλίας και της Αδριατικής, ως σειρά αποθέσεων ανθρακικών αλάτων (δολομιτών και ασβεστολίθων) βάθους 8.000 μέτρων. Υπολείμματα των πρώτων βρίσκονται στην Αδριατική, καθώς επίσης και στις νότιες Άλπεις και στις Δειναρικές Άλπεις και υπολείμματα των δεύτερων είναι ορατά ως η Χερσόνησος Γκαργκάνο και τα όρη Μαγέλα. Στην Ηώκαινο και την πρώιμη Ολιγόκαινο η πλάκα μετακινήθηκε βόρεια και βορειοανατολικά, συμβάλλοντας στην Αλπική ορογένεση (μαζί με τις κινήσεις της Αφρικανικής και της Ευρασιατικής Πλάκας) μέσω της τεκτονικής ανύψωσης των Δειναρίδων και των Άλπεων. Στην Ύστερη Ολιγόκαινο η κίνηση αντιστράφηκε και έλαβε χώρα η ορογένεση των Απέννινων ορέων. Μια συνεχής ζώνη αυξημένης σεισμικής δραστηριότητας συνορεύει με την Αδριατική Θάλασσα, με μία ζώνη ρηγμάτων με γενική κατεύθυνση βορειοανατολική-νοτιοδυτική. Βορειοδυτικά του Ντουμπρόβνικ έχει εντοπισθεί ένα ενεργό ρήγμα 200 χιλιομέτρων, δίπλα στα νησιά της Δαλματίας, καθώς η Ευρασιατική Πλάκα ολισθαίνει πάνω στη μικροπλάκα της Αδριατικής. Εξάλλου το ρήγμα προκαλεί τη μετακίνηση του νότιου άκρου της χερσονήσου των Αππένινων προς την απέναντι ακτή κατά περίπου 4 χιλιοστά το χρόνο. Αν αυτή η κίνηση συνεχισθεί η Αδριατική θα αποκλεισθεί από την υπόλοιπη Μεσόγειο σε 50 - 70 εκατομμύρια χρόνια. Στη Βόρεια Αδριατική οι ακτές του Κόλπου της Τεργέστης και της δυτικής Ίστριας υποχωρούν σταδιακά, έχοντας βυθιστεί 1,5 μέτρα τα τελευταία 2.000 χρόνια. Στη Μέση Αδριατική Λεκάνη υπάρχουν αποδείξεις ηφαιστείων της Πέρμιας στην περιοχή Κόμιτζα του Νησιού Βις και στα ηφαιστειογενή νησιά Γιάμπουκα και Μπρούσνικ. Στην περιοχή έχουν παρατηρηθεί σεισμοί από τις αρχαιότερες ιστορικές περιόδους. Πρόσφατος ισχυρός σεισμός στην περιοχή ήταν εκείνος του 1979 στο Μαυροβούνιο, μεγέθους 7,0 της Κλίμακας Ρίχτερ. Από τους ιστορικούς σεισμούς στην περιοχή είναι εκείνοι του 1627 στη χερσόνησο Γκαργκάνο και του 1667 στο Ντουμπρόβνικ, που τους ακολούθησαν ισχυρά τσουνάμι. Τα τελευταία 600 χρόνια έχουν σημειωθεί στην Αδριατική δεκαπέντε τσουνάμι.
Ιζήματα του βυθού[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στην Αδριατική Θάλασσα βρίσκονται όλα τα είδη ιζημάτων βυθού. Ο σχετικά ρηχός θαλάσσιος πυθμένας της Βόρειας Αδριατικής χαρακτηρίζεται από υπολείμματα άμμου (από την εποχή που η στάθμη του νερού ήταν χαμηλότερη και η περιοχή ήταν μια αμμώδης παραλία), ενώ ένας λασπώδης πυθμένας είναι χαρακτηριστικός σε βάθη μεγαλύτερα των 100 μέτρων. Υπάρχουν πέντε γεωμορφολογικές ενότητες στην Αδριατική: η Βόρεια Αδριατική (με βάθος μέχρι 100 μέτρα), η περιοχή των νησιών της Βόρειας Αδριατικής, που προστατεύεται έναντι των ιζημάτων από τα εξωτερικά νησιά (προολόκαινο καρστικό ανάγλυφο), η περιοχή των νησιών της Μέσης Αδριατικής (μεγάλα νησιά των Δαλματικών ακτών), η Μέση Αδριατική (χαρακτηριζόμενη από το ομώνυμο Βύθισμα) και η Νότια Αδριατική, που αποτελείται από την παράκτια υφαλοκρηπίδα και το Βύθισμα της Νότιας Αδριατικής. Τα ιζήματα που εναποτίθενται στην Αδριατική Θάλασσα σήμερα προέρχονται από τις βορειοδυτικές ακτές, μεταφερόμενα από τους ποταμούς Πάδο, Ρένο, Αδίγη, Μπρέντα, Ταλιαμέντο, Πιάβε και Σότσα. Ο ογκος των ιζημάτων που μεταφέρονται από τις ανατολικές ακτές από τους ποταμούς Ργέτσινα, Ζρμάνια, Κρκα, Τσέτινα, Ομπλα, Ντραγκόνια, Μίρνα, Ράσα και Νερέτβα είναι αμελητέος, γιατί αυτά τα ιζήματα εναποτίθενται κυρίως στις εκβολές των ποταμών. Οι δυτικές ακτές της Αδριατικής είναι είτε αλλουβιακές είτε στρωματογενείς, ενώ οι ανατολικές ακτές είναι κυρίως βραχώδεις, εκτός από το νοτιότερο τμήμα τους στην Αλβανία, που αποτελείται από αμμώδεις κολπίσκους και βραχώδη ακρωτήρια.
Ακτές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το Κροατικό τμήμα των ανατολικών ακτών της Αδριατικής είναι η πλέον δαντελωτή Μεσογειακή ακτογραμμή. Το μεγαλύτερο μέρος των ανατολικών ακτών χαρακτηρίζεται από καρστική τοπογραφία, που έχει προέλθει από την έκθεση των Στρωμάτων Ανθρακικών Αλάτων στις καιρικές συνθήκες. Η καρστικοποίηση εκεί άρχισε κυρίως μετά την τελική ανύψωση των Δειναρίδων στην Ολιγόκαινο και τη Μειόκαινο, όταν οι εναποθέσεις ανθρακικών ορυκτών εκτέθηκαν στις ατμοσφαιρικές επιδράσεις. αυτό επεκτάθηκε στη στάθμη 12ο μέτρων κάτω από τη σημερινή επιφάνεια της θάλασσας, που προεξείχε κατά το Μέγιστο της Τελευταίας Εποχής των Παγετώνων. (μεταξύ 26.500 και 19.000–20.000 χρόνια πριν). Εκτιμάται ότι μερικοί καρστικοί σχηματισμοί είναι από προγενέστερες πτώσεις της στάθμης της θάλασσας, ιδιαίτερα τη Μεσσήνια Κρίση Αλατότητας (πριν 6 εκατομμύρια χρόνια). Αντίστοιχα, καρστ δημιουργήθηκε στην Απουλία από τα εκεί Στρώματα Ανθρακικών Αλάτων.
Το μεγαλύτερο μέρος των ανατολικών ακτών αποτελείται από ανθρακικά πετρώματα, ενώ ο φλύσχης (ιδιαίτερο είδος ιζηματογενούς πετρώματος) αντιπροσωπεύεται σημαντικά στις ακτές του Κόλπου της Τεργέστης, ιδιαίτερα στις Σλοβενικές, όπου βρίσκεται ο 80 μέτρων Βράχος Στρούνιαν - ο ψηλότερος βράχος σε όλη την Αδριατική και ο μοναδικός του είδους του στην ανατολική ακτή της-, στην ακτή του Κόλπου Κβάρνερ απέναντι από το Κρκ και στη Δαλματία βόρεια του Σπλιτ. Ομοειδείς βράχοι βρίσκονται στην Αλβανία και στις δυτικές ακτές της Αδριατικής.
Υπάρχουν εναλλαγές θαλάσσιων και αλλουβιακών ιζημάτων στην Κοιλάδα του Πάδου, στις βορειοδυτικές ακτές της Αδριατικής και μέχρι την Πιατσέντσα, χρονολογούμενες από το Πλειστόκαινο, καθώς η θάλασσα προχωρούσε και υποχωρούσε πάνω από την κοιλάδα. Μία άνοδος της στάθμης άρχισε μετά το Μέγιστο της Τελευταίας Εποχής των Παγετώνων, που έφερε την Αδριατική σε υψηλό σημείο πριν 5.500 χρόνια. Από τότε το Δέλτα του Πάδου επεκτείνεται. Ο ρυθμός επέκτασης της παράκτιας ζώνης μεταξύ 1000 π.Χ. και 1200 μ.Χ. ήταν 4 μέτρα το χρόνο. Το 12ο αιώνα το δέλτα προχωρούσε με ρυθμό 25 μέτρων το χρόνο. Το 17ο αιώνα το δέλτα άρχισε να ελέγχεται από τον άνθρωπο, καθώς άρχισε η εκσκαφή τεχνητών καναλιών. Τα κανάλια και οι νέοι παραπόταμοι του Πάδου από τότε επεκτείνονται με ρυθμούς 50 μέτρων το χρόνο ή και περισσότερο. Μόνο στην Ιταλία υπάρχουν πάνω από είκοσι ακόμη ποταμοί που εκβάλλουν στην Αδριατική Θάλασσα, που σχηματίζουν επίσης αλλουβιακές ακτογραμμές, όπως οι λιμνοθάλασσες της Βενετίας, του Γκράντο και του Καόρλε. Στην ανατολική Αδριατική υπάρχουν μικρότερες αλλουβιακές ακτές - στα δέλτα των ποταμών Ντάγκονια, Μπούνα και Νερέτβα.
Βιογεωγραφία και οικολογία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
H Aδριατική Θάλασσα είναι μια υδάτινη μάζα μοναδική σε σχέση με τη συνολική βιογεωχημική της φυσιογνωμία. Εξάγει ανόργανα θρεπτικά συστατικά και δέχεται σωματίδια οργανικού άνθρακα και αζώτου μέσω του Πορθμού του Οτράντο, λειτουργώντας ως τόπος ανοργανοποίησης. Η ανταλλαγή ουσιών γίνεται συνθετότερη λόγω της βαθυμετρίας της Αδριατικής - το 75% των νερών που ρέουν προς βορρά από τον πορθμό επανακυκλοφορούν στη Ράχη Παλαγκρούζα και η Βόρεια Αδριατική δεν προσθέτει παρά μόνο 3 – 4% νερού στη Νότια Αδριατική. Αυτό αντανακλάται στη βιογεωγραφία και την οικολογία της και ιδιαίτερα στη σύνθεση και τις ιδιότητες των οικοσυστημάτων της. Οι κύριες βιογεωγραφικές ενότητές της είναι Η Βόρεια, η Κεντρική και η Νότια Αδριατική.
Χλωρίδα και πανίδα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η μοναδική φύση της Αδριατικής δημιουργεί αφθονία ενδημικής χλωρίδας και πανίδας. Το Εθνικό Κροατικό Σχέδιο Δράσης Βιοποικιλότητας έχει εντοπίσει στην Αδριατική Θάλασσα περισσότερα από 7.000 φυτικά και ζωικά είδη. Η Κεντρική Αδριατική είναι ιδιαίτερα πλούσια σε ενδημικά φυτικά είδη, με 535 εντοπισμένα είδη πράσινων, καφέ φυκών και ροδοφυκών. Τέσσερα από τα πέντε Μεσογειακά είδη θαλάσσιων ανθοφόρων βρίσκονται στην Αδριατική. Τα κοινότερα είδη είναι η Cymodocea nodosa και η Zostera noltii, ενώ η Zostera marina και η Posidonia oceanica είναι συγκριτικά σπάνιες.
Αρκετά σπάνια και απειλούμενα είδη βρίσκονται επίσης κατά μήκος των ανατολικών ακτών της Αδριατικής, που είναι σχετικά καθαρότερες και λιγότερο μολυσμένες από τις δυτικές της ακτές - εν μέρει επειδή τα θαλάσσια ρεύματα ρέουν στην Αδριατική με φορά αντίθετη των δεικτών του ρολογιού, φέρνοντας έτσι καθαρότερα νερά στις ανατολικές ακτές και επιστρέφοντας ιδιαίτερα μολυσμένα νερά στις δυτικές ακτές. Αυτή η κυκλοφορία έχει συμβάλλει σημαντικά στη βιοποικιλότητα των χωρών κατά μήκος των ανατολικών ακτών της: το ρινοδέλφινο συχνάζει μόνο στα νερά των ανατολικών ακτών και οι Κροατικές ακτές αποτελούν καταφύγιο των απειλούμενων με εξαφάνιση Μεσογειακής φώκιας και θαλάσσιων χελωνών.
Ιδιαίτερα η Βόρεια Αδριατική είναι πλούσια σε ενδημική ιχθυοπανίδα. Περίπου τριάντα είδη ψαριών βρίσκονται σε μόνο μία ή δύο χώρες με ακτές στην Αδριατική. Αυτό ιδιαίτερα οφείλεται σε ή εξαρτάται από την καρστική μορφολογία της παράκτιας ή υποβρύχιας τοπογραφίας, που περιλαμβάνει υπόγειους οικότοπους, καρστικούς ποταμούς και περιοχές γύρω από πηγές γλυκού νερού. Υπάρχουν 45 γνωστά υποείδη ενδημικά στα νησιά και τις ακτές της Αδριατικής. Στην Αδριατική υπάρχουν τουλάχιστον 410 είδη και υποείδη ψαριών, που αντιπροσωπεύουν περίπου το 70% των Μεσογειακών ειδών, με τουλάχιστον 7 είδη ενδημικά στην Αδριατική. 64 γνωστά είδη απειλούνται με εξαφάνιση, κυρίως λόγω υπεραλίευσης. Μικρό μόνο μέρος των ψαριών που απαντώνται στην Αδριατική αποδίδονται σε πρόσφατες διαδικασίες, όπως η Λεσσεψιανή μετανάστευση και η διαφυγή από ιχθυοτροφεία.
Προστατευόμενες περιοχές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η βιοποικιλότητα της Αδριατικής είναι σχετικά υψηλή και αρκετές θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές έχουν θεσμοθετηθεί από χώρες κατά μήκος των ακτών της. Στην Ιταλία αυτές είναι η Μιραμάρε στον Κόλπο της Τεργέστης (στη Βόρεια Αδριατική), η Τόρε ντελ Τσεράνο και τα Νησιά Τρεμίτι στη Μέση αδριατική λεκάνη και η Τόρε Γκουατσέτο στη Νότια Απουλία. Η προστατευόμενη περιοχή Μιραμάρε θεσμοθετήθηκε το 1986 και καταλαμβάνει 30 εκτάρια ακτών και 90 εκτάρια θάλασσας. Η περιοχή περικλείει 1,8 χλμ. ακτογραμμής κοντά στο ακρωτήριο Μιραμάρε στον Κόλπο της Τεργέστης. Η προστατευόμενη περιοχή Τόρε ντελ Τσεράνο δημιουργήθηκε το 2009, εκτεινόμενη 3 ναυτικά μίλια (5,6 χλμ.) μέσα στη θάλασσα και κατά μήκος 7 χλμ. της ακτογραμμής. Διάφορες ζώνες της προστατευόμενης περιοχής καταλαμβάνουν 37 τετ.χλμ. θαλάσσιας επιφάνειας. Το καταφύγιο των Νησιών Τρεμίτι προστατεύεται από το 1989, ενώ τα ίδια τα Νησιά Τρεμίτι είναι τμήμα του Εθνικού Πάρκου Γκαργκάνο. Η προστατευόμενη περιοχή Τόρε Γκουατσέτο, που βρίσκεται κοντά στο Μπρίντιζι και στο Καροβίνιο, καταλαμβάνει θαλάσσια έκταση 2.227 εκταρίων και βρίσκεται δίπλα στο Κρατικό Καταφύγιο Τόρε Γκουατσέτο, που καταλαμβάνει 1.114 εκτάρια ακτών και μοιράζεται ακτογραμμή 8,0 χλμ. με τη θαλάσσια προστατευόμενη περιοχή. Εξάλλου κατά μήκος των Ιταλικών ακτών της Αδριατικής βρίσκονται 10 υγροβιότοποι διεθνούς σημασίας (Ραμσάρ).
Στην Κροατία υπάρχουν επτά θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές: του Μπριούνι και του Καναλιού Λιμ, ανοιχτά των ακτών της χερσονήσου της Ιστριας, κοντά στην Πούλα και το Ρόβινι αντίστοιχα, του Κορνάτι και του Τελάσιτσα στη Μέση Αδριατική λεκάνη, κοντά στο Σίμπενικ και του Λάστοβο, του Κόλπου του Μάλι Στον (Κροατικά Malostonski zaljev) και του Μλιετ στη νότια Δαλματία. Το εθνικό πάρκο Μπριούνι περιλαμβάνει το ίδιο το αρχιπέλαγος έκτασης 743,3 εκταρίων και 2.651,7 εκτάρια της γύρω περιοχής και έγινε εθνικό πάρκο το 1999. Το Κανάλι Λιμ είναι μια ρία 10 χιλιομέτρων του ποταμού Παζίντσικα.Το εθνικό πάρκο Κορνάτι ιδρύθηκε το 1980 και καταλαμβάνει περίπου 220 τετ.χλμ., μεταξύ αυτών 89 νησιά και νησίδες. Το θαλάσσιο περιβάλλον καταλαμβάνει τα τρία τέταρτα της συνολικής περιοχής, ενώ το συνολικό μήκος των ακτών των νησιών είναι 238 χλμ. Το Τελάσιτσα είναι φυσικό πάρκο ιδρυμένο στο Ντούγκι Ότοκ το 1988. Το πάρκο περιλαμβάνει 69 χλμ. ακτογραμμής, 22,95 τετ. χλμ. ξηράς και 44,55 τετ. χλμ. θάλασσας. Ο Κόλπος του Μάλι Στον βρίσκεται στα σύνορα Κροατίας και Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, βόρεια της χερσονήσου Πέλιεσατς. Η θαλάσσια προστατευόμενη περιοχή καταλαμβάνει έκταση 48 τετ.χλμ. Το εθνικό πάρκο Λάστοβο ιδρύθηκε το 2006 και περιλαμβάνει 44 νησιά και νησίδες, 53 τετ.χλμ. ξηράς και 143 τετ.χλμ. θαλάσσιας επιφάνειας. Το εθνικό πάρκο Μλιετ ιδρύθηκε το 1960 και καταλαμβάνει προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή 24 τετ.χλμ. Ακόμη υπάρχει ένας προστατευόμενος υγροβιότοπος Ραμσάρ στην Κροατία - το δέλτα του ποταμού Νερέτβα.
Στη Σλοβενία οι θαλάσσιες και παράκτιες προστατευόμενες φυσικές περιοχές είναι το Τοπικό Πάρκο των Αλυκών Σεκόβλιε, το Τοπικό Πάρκο Στρούνιαν, το Φυσικό Καταφύγιο του Ορμου Σκότσιαν και τα μνημεία της φύσης Ντεμπέλι Ρτιτς, Ακρωτήριο Μαντόνα και Λίμνες Φιέζα. Το Τοπικό Πάρκο των Αλυκών Σεκόβλιε ιδρύθηκε το 1990, καταλαμβάνει 721 εκτάρια και περιλαμβάνει τέσσερα φυσικά καταφύγια. Το 1993 η περιοχή χαρακτηρίστηκε ως περιοχή Ραμσάρ και είναι τόπος διεθνούς σημασίας για υδρόβια πτηνά. Το 429 εκταρίων Τοπικό Πάρκο Στρούνιαν ιδρύθηκε το 2004 και περιέχει δύο φυσικά καταφύγια. Περιλαμβάνει ένα βράχο μήκους 4 χλμ., τη βορειότερη Μεσογειακή αλυκή και το μοναδικό σύστημα λιμνοθαλασσών της Σλοβενίας. Είναι επίσης το βορειότερο σημείο εμφάνισης ορισμένων Μεσογειακών ειδών φυτών. Το Φυσικό Καταφύγιο του Ορμου Σκότσιαν ιδρύθηκε το 1998 και καταλαμβάνει 122 εκτάρια. Το μνημείο της φύσης Ντεμπέλι Ρτιτς καταλαμβάνει 24 εκτάρια, το Ακρωτήριο Μαντόνα 12 εκτάρια και των Λιμνών Φιέζα, με την παραλιακή λίμνη τη μοναδική υφάλμυρου νερού στη Σλοβενία, 2,1 εκτάρια.
Το 2010 η Αλβανία θεσμοθέτησε την πρώτη της προστατευόμενη θαλάσσια περιοχή, το Εθνικό Θαλάσσιο Πάρκο Καραμπουρούν-Σαζάν στη Χερσόνησο Καραμπουρούν, όπου συναντώνται η Αδριατική και το Ιόνιο. Το πάρκο καταλαμβάνει ένα σύνολο 12.570 εκταρίων. Στην Αλβανία προγραμματίζονται δύο ακόμη θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές: το Ακρωτήριο Ρόδον (Αλβανικά Kepi i Rodonit) και το Πόρτο Παλέρμο. Εξάλλου στην Αλβανία υπάρχουν δύο υγροβιότοποι Ραμσάρ: η Λιμνοθάλασσα Καραβάστα και το Βουθρωτό . Η Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Μαυροβούνιο δεν έχουν ούτε προγραμματίζουν να θεσμοθετήσουν θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές.
Ρύπανση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το οικοσύστημα της Αδριατικής Θάλασσας απειλείται από την υπερβολική εισροή οργανικών ουσιών μέσω της αποστράγγισης από τη γεωργική γη και των λυμάτων από τις πόλεις, τόσο κατά μήκος των ακτών όσο και από ποταμούς που εκβάλλουν στη θάλασσα - ιδιαίτερα από τον Ποταμό Πάδο. Η Βενετία αναφέρεται συχνά ως παράδειγμα μολυσμένων παράκτιων νερών, όπου στη ρύπανση της θάλασσας συμβάλουν η ναυτιλία, οι μεταφορές, η γεωργία, η μεταποίηση και η διάθεση λυμάτων. Περαιτέρω κίνδυνος δημιουργείται από την απόρριψη απόνερων από πλοία, ιδιαίτερα δεξαμενόπλοια. Όμως, καθώς το μεγαλύτερο μέρος των εμπορευμάτων (και σχεδόν όλα τα υγρά φορτία) που διακινούνται από τα λιμάνια της Αδριατικής, κατευθύνεται προς - και όχι από - την Αδριατική Λεκάνη, ο κίνδυνος από απόνερα (από δεξαμενόπλοια ποτ θα απέβαλλαν το έρμα για να φορτώσουν κατόπιν στην Αδριατική) είναι ελάχιστος. Εντούτοις προτεινόμενοι αγωγοί εξαγωγής πετρελαίου προκάλεσαν αντιδράσεις λόγω αυτού του θέματος. Οι πετρελαιοκηλίδες είναι σημαντικό πρόβλημα όσον αφορά τις ενδεχόμενες περιβαλλοντικές επιπτώσεις και εκείνες στον τουρισμό και την αλιεία. Υπολογίζεται ότι αν δημιουργείτο μια μεγάλη πετρελαιοκηλίδα ένα εκατομμύριο άνθρωποι θα έχαναν τους πόρους διαβίωσής τους μόνο στην Κροατία. Έναν ακόμη κίνδυνο αποτελούν τα διυλιστήρια πετρελαίου στη λεκάνη του ποταμού Πάδου, όπου έχου εμφανισθεί πετρελαιοκηλίδες στο παρελθόν, παράλληλα με ατυχήματα που συμβαίνουν στην Αδριατική ήδη, μέχρι σήμερα χωρίς σοβαρές περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Από το 2006 η Ιταλία μελετάει την κατασκευή ενός θαλάσσιου και ενός χερσαίου τερματικού σταθμού LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου) στον Κόλπο της Τεργέστης, καθώς και ενός αγωγού πολύ κοντά στα Σλοβενοϊταλικά σύνορα. Η κυβέρνηση και δήμοι της Σλοβενίας, το δημοτικό συμβούλιο της Τεργέστης και μη κυβερνητικές οργανώσεις έχουν εκφράσει την ανησυχία τους για τους περιβαλλοντικούς κινδύνους και τις επιπτώσεις στις μεταφορές και στον τουρισμό.
Άλλη πηγή ρύπανσης της Αδριατικής είναι τα στερεά απόβλητα. Επιπλέοντα απόβλητα - κατά καιρούς σχετικά μεγάλες ποσότητες υλικών, ιδιαίτερα πλαστικών - μεταφέρονται βορειοδυτικά από το σιρόκο. Η ατμοσφαιρική ρύπανση στην Αδριατική Λεκάνη σχετίζεται με τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της Κοιλάδας του Πάδου και τις μεγάλες βιομηχανικές πόλεις κατά μήκος των ακτών.
Η Ιταλία και η Γιουγκοσλαβία σύστησαν μια κοινή επιτροπή για την προστασία της Αδριατικής Θάλασσας από τη ρύπανση το 1977, οργάνωση που αργότερα άλλαξε με τη Σλοβενία, την Κροατία και το Μαυροβούνιο να αντικαθιστούν τη Γιουγκοσλαβία. Μελλοντικοί κίνδυνοι ρύπανσης αντιμετωπίζονται και σημεία σημαντικής μόλυνσης αξιολογούνται όχι μόνο από τα κράτη της λεκάνης αλλά επίσης μέσω περιφερειακών προγραμμάτων με την υποστήριξη της Παγκόσμιας Τράπεζας. Από το 2011 έχουν προσδιοριστεί 27 τέτοια σημεία, τα 6 απαιτούντα επείγουσα αντιμετώπιση.
Ιστορία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οικισμοί κατά μήκος της Αδριατικής, χρονολογούμενοι μεταξύ 6.100 και 5.900 π.Χ., εμφανίζονται στην Αλβανία και στη Δαλματία στις ανατολικές ακτές. Κατά την κλασική αρχαιότητα οι Ιλλυριοί κατοικούσαν τις ανατολικές ακτές της Αδριατικής και οι δυτικές ακτές κατοικούντο από τους λαούς της Αρχαίας Ιταλίας, κυρίως Ετρούσκους, πριν από την ακμή της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Ο Ελληνικός αποικισμός της Αδριατικής ανάγεται στον 7ο και 6ο π.Χ., όταν ιδρύθηκαν η Επίδαμνος και η Απολλωνία. Οι Έλληνες γρήγορα επεκτάθηκαν βορειότερα ιδρύοντας αρκετές πόλεις, όπως η Επίδαυρος (15 χλμ. νότια του σημερινού Ντουμπρόβνικ), η Κόρκυρα Μέλαινα (δηλ. Μαύρη Κέρκυρα, η σημερινή Κόρτσουλα), η Ισσα (το σημερινό Βις και η Ανκόνα, με εμπορικές σχέσεις βόρεια μέχρι το δέλτα του ποταμού Πάδου, όπου ιδρύθηκε το εμπορείον (εμπορικός σταθμός) του Αδρία.
Ρωμαϊκή εποχή[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Ρωμαϊκή στρατιωτική και οικονομική επιρροή στην περιοχή άρχισε να αυξάνεται με τη δημιουργία το 246 π.Χ. μιας μεγάλης ναυτικής βάσης στο Βρενδήσιον (σημερινό Μπρίντιζι), που ιδρύθηκε για να αποκλείσει τα πλοία της Αρχαίας Καρχηδόνας από την Αδριατική κατά τους Καρχηδονιακούς Πολέμους. Αυτό οδήγησε σε σύγκρουση με τους Ιλλυριούς, που ζούσαν σε μια σειρά ημιεξελληνισμένων βασιλείων, που κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος των Βαλκανίων και έλεγχαν τις ανατολικές ακτές της θάλασσας, με αποτέλεσμα τους Ιλλυρικούς Πολέμους μεταξύ 229 και 168 π.Χ. Η αρχική Ρωμαϊκή επέμβαση το 229 π.Χ., που προκλήθηκε εν μέρει από την επιθυμία να κατασταλεί η Ιλλυρική πειρατεία στην Αδριατική, αποτέλεσε την πρώτη φορά που το Ρωμαϊκό ναυτικό διέσχισε αυτή τη θάλασσα αναλαμβάνοντας στρατιωτική επιχείρηση. Με το τέλος των πολέμων αυτών η ανατολική ακτή έγινε επαρχία της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας. Η αντίσταση όμως στη Ρωμαϊκή εξουσία συνεχίστηκε σποραδικά και η Ρώμη παγίωσε πλήρως τον έλεγχό της στην περιοχή μόνο όταν ο στρατηγός Τιβέριος του Αυγούστου κατέπνιξε τη Μεγάλη Ιλλυρική Εξέγερση, ένα σκληρό αγώνα που διεξήχθη μεταξύ 6 και 9 μ.Χ. Μετά την καταστολή της εξέγερσης η Ρωμαϊκή επαρχία του Ιλλυρικού διαιρέθηκε σε Δαλματία και Παννονία. Το μεγαλύτερο μέρος των ανατολικών ακτών της Αδριατικής ήταν τμήμα της Δαλματίας, εκτός από το νοτιότερο, τμήμα της επαρχίας της Μακεδονίας και τη χερσόνησο της Ίστριας, στο βόρειο τμήμα τους, που περιελάμβανε τη σημαντική Ρωμαϊκή αποικία στην Πούλα και ενσωματώθηκε στην επαρχία της Ιταλίας.
Κατά τη Ρωμαϊκή περίοδο το Bρενδήσιον, στη δυτική ακτή, και η Απολλωνία και το Δυρράχιο (αρχικά Επίδαμνος, στη σημερινή Αλβανία), στην ανατολική ακτή, έγιναν σημαντικά λιμάνια. Το Bρενδήσιον συνδέθηκε με την πόλη της Ρώμης με την Αππία οδό και το Δυρράχιο και η Απολλωνία βρίσκονταν και οι δύο πάνω στην Εγνατία Οδό, που από το 130 π.Χ. οι Ρωμαίοι είχαν επεκτείνει προς ανατολάς μέσω της Βαλκανικής στο Βυζάντιο (τη μεταγενέστερη Κωνσταντινούπολη). Το γεγονός αυτό κατέστησε το θαλάσσιο πέρασμα της Αδριατικής μεταξύ του Bρενδησίου και του Δυρραχίου (ή της Απολλωνίας) κρίκο στο βασικό δρόμο για ταξιδιώτες, εμπόριο και μετακινήσεις στρατευμάτων μεταξύ Ρώμης και Ανατολής. Ο δρόμος αυτός έπαιξε σημαντικό ρόλο σε μερικές από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που σηματοδότησαν το τέλος της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας και την έναρξη της αυτοκρατορικής περιόδου. Ο Σύλλας το χρησιμοποίησε κατά τον Πρώτο Μιθριδατικό Πόλεμο. Κατά τον Εμφύλιο Πόλεμο του Καίσαρα (49-45 π.Χ.) υπήρξε μια τρίμηνη καθυστέρηση στη Βαλκανική εκστρατεία του Καίσαρα κατά του Πομπήιου, που προκλήθηκε όταν χειμωνιάτικες καταιγίδες και ένας ναυτικός αποκλεισμός εμπόδισαν το Μάρκο Αντώνιο να φθάσει από το Βρενδήσιον με ενισχύσεις, που όταν τελικά έφθασαν ο Καίσαρας έκανε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να καταλάβει το Δυυράχιο, πριν η εκστρατεία συνεχιστεί στην ενδοχώρα. Ο Μάρκος Αντώνιος και ο Οκταβιανός (κατόπιν Αύγουστος) διέσχισαν την Αδριατική ως το Δυρράχιο με τους στρατούς τους στην εκστρατεία τους κατά των δύο δολοφόνων του Καίσαρα, Βρούτου και Κάσσιου, που κατέληξε στη Μάχη των Φιλίππων. Το Βρενδήσιον και το Δυρράχιο παρέμειναν σημαντικά λιμάνια για πολύ μετά τη Ρωμαϊκή εποχή, αλλά ένας σεισμός τον 3ο αιώνα μ.Χ. άλλαξε την κοίτη ενός ποταμού, προκαλώντας την πρόσχωση του λιμανιού της Απολλωνίας και την παρακμή της πόλης.
Aλλη πόλη στις Ιταλικές ακτές της Αδριατικής, που έγινε σημαντικότερη τη Ρωμαϊκή εποχή, ήταν η Ραβέννα. Επί της βασιλείας του Αυγούστου έγινε μεγάλη ναυτική βάση στο πλαίσιο του προγράμματός του να αναδιοργανώσει το Ρωμαϊκό ναυτικό για να προστατεύσει καλύτερα το εμπόριο στη Μεσόγειο. Toν 4ο αιώνα μ.Χ. οι αυτοκράτορες της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας είχαν μεταφέρει την επίσημη κατοικία τους βόρεια από τη Ρώμη στο Μεδιόλανο (σημερινό Μιλάνο) για να μπορούν καλύτερα να ελέγχουν τα στρατιωτικά σύνορα με τις Γερμανικές φυλές. Το 402 μ.Χ., σε μια περίοδο επανειλημμένων Γερμανικών επιδρομών στην Ιταλία, η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στη Ραβέννα, επειδή τα παρακείμενα έλη την καθιστούσαν πιο υπερασπίσιμη και η Αδριατική παρείχε εύκολη οδό θαλάσσιας διαφυγής. Όταν η Δυτική αυτοκρατορία καταλύθηκε το 476 μ.Χ. η Ραβέννα έγινε πρωτεύουσα του Οστρογοτθικού Βασιλείου της Ιταλίας.
Μεσαίωνας[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τον Πρώιμο Μεσαίωνα, μετά την παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, οι ακτές της Αδριατικής εξουσιάζονταν από τους Οστρογοτθους, τους Λομβαρδούς και τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Το Οστρογοτθικό Βασίλειο κυβέρνησε την Ιταλία μετά την κατάλυση της Δυτικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας το 476 μ.Χ. Εντούτοις κατά τη βασιλεία του Ιουστινιανού η Βυζαντινή Αυτοκρατορία έστειλε ένα στρατό υπό το στρατηγό Βελισάριο για να επανακτήσει τον έλεγχο της Ιταλίας, με αποτέλεσμα το Γοτθικό Πόλεμο (535–554). Οι Βυζαντινοί ίδρυσαν το Εξαρχάτο της Ραβέννας και το 553 μ.Χ. ο αντιβασιλέας (Έξαρχος) τους κυβερνούσε από την πόλη αυτή σχεδόν ολόκληρη την Ιταλική χερσόνησο. Το 568 μ.Χ. οι Λομβαρδοί εισέβαλαν στη βόρεια Ιταλία και τον επόμενο αιώνα η σημασία του Εξαρχάτου μειώθηκε, καθώς επεκτάθηκαν τα εδάφη υπό την εξουσία των Λομβαρδών και το Βυζαντινό προπύργιο της Βενετίας γινόταν όλο και πιο ανεξάρτητο. Το 752 μ.Χ. οι Λομβαρδοί ανέτρεψαν το Εξαρχάτο, τερματίζοντας την επί λίγους αιώνες επιρροή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στις δυτικές ακτές της Αδριατικής.
Το τελευταίο διάστημα του Πρώιμου Μεσαίωνα συνέβη η άνοδος της Καρολίγγειας Αυτοκρατορίας και κατόπιν του Φραγκικού Βασιλείου της Ιταλίας, που έλεγχε τις δυτικές ακτές της Αδριατικής, ενώ η Βυζαντινή Δαλματία στις ανατολικές ακτές σταδιακά συρρικνώθηκε μετά τις Αβαρικές και Κροατικές επιδρομές που άρχισαν τον 7ο αιώνα. Την περίοδο αυτή ιδρύθηκε η Δημοκρατία της Βενετίας και στη συνέχεια έγινε σημαντική ναυτική δύναμη, μετά από μια Βυζαντινή φοροαπαλλαγή το 1082. Το τέλος του Πρώιμου Μεσαίωνα έφερε τον έλεγχο της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας στο Βασίλειο της Ιταλίας (που θα διαρκούσε μέχρι τη Συνθήκη της Βεστφαλίας το 1648), την ίδρυση ενός ανεξάρτητου Βασιλείου της Κροατίας (925) και την επιστροφή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας στη νότια Ιταλική χερσόνησο. Εξάλλου τον 8ο αιώνα γύρω από τη Ρώμη και την κεντρική Ιταλία δημιουργήθηκαν τα Παπικά Κράτη.
Ο Μέσος Μεσαίωνας στη λεκάνη της Αδριατικής Θάλασσας έφερε περαιτέρω εδαφικές αλλαγές, όπως η Νορμανδική κατάκτηση της νότιας Ιταλίας, τερματίζοντας τη Βυζαντινή παρουσία στην Ιταλική χερσόνησο τον 11ο και το 12ο αιώνα (περιοχή που θα αποτελούσε το Βασίλειο της Νάπολης 1282) και ο έλεγχος σημαντικού τμήματος των ανατολικών ακτών της Αδριατικής από το Βασίλειο της Ουγγαρίας, μετά από μια προσωπική ένωση μεταξύ Ουγγαρίας και Κροατίας το 1102. Την περίοδο αυτή η Δημοκρατία της Βενετίας άρχισε να επεκτείνει τα εδάφη και την επιρροή της. Το 1202 η Δ΄ Σταυροφορία εξετράπη για να καταλάβει το Ζαντάρ κατ 'εντολή των Ενετών - η πρώτη περίπτωση όπου δύναμη Σταυροφόρων επιτέθηκε σε Καθολική πόλη - πριν προχωρήσει στη λεηλασία της Κωνσταντινούπολης. Το 13ο αιώνα η Βενετία κατέστη κορυφαίο ναυτικό κράτος. Στο μεγαλύτερο μέρος του 12ου και του 13ου αιώνα η Βενετία και η Δημοκρατία της Γένοβας ενεπλάκησαν σε πολέμους με αποκορύφωμα τον Πόλεμο της Κιότζια (1378-1381), που έδιωξε τους Γενοβέζους από την Αδριατική. Εξάλλου η Συνθήκη του Τουρίνου του 1381, που τερμάτισε τον πόλεμου, υποχρέωνε τη Βενετία να αποκηρύξει τις αξιώσεις της επί της Δαλματίας, μετά την απώλεια εδαφών προς την Ουγγαρία το 1358. Την ίδια χρονιά ιδρύθηκε στο Ντουμπρόβνικ η Δημοκρατία της Ραγούζας ως πόλη-κράτος, μετά την απελευθέρωσή της από την Ενετική κυριαρχία.
Η Βενετία επανέκτησε τη Δαλματία το 1409 και την κράτησε για τετρακόσια σχεδόν χρόνια, με αποκορύφωμα της εμπορικής και στρατιωτικής ισχύος της δημοκρατίας το πρώτο μισό του 15ου αιώνα. Ο 15ος και ο 16ος αιώνας έφεραν τη διάλυση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας το 1453 και την επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας που έφτασε στις ακτές της Αδριατικής στη σημερινή Αλβανία και Μαυροβούνιο, καθώς και στην άμεση ενδοχώρα των Δαλματικών ακτών, νικώντας τα Ουγγρικά και Κροατικά στρατεύματα στην Κρμπάβα το 1493 και στο Μοχάτς το 1526. Αυτές οι ήττες σήμαναν το τέλος του ανεξάρτητου Ουγγρικού βασιλείου και τόσο οι Κροάτες όσο και η Ούγγροι ευγενείς εξέλεξαν το Φερδινάνδο Α΄ του Οίκου των Αψβούργων ως νέο ηγέτη τους, φέρνοντας τη Μοναρχία των Αψβούργων στις ακτές της Αδριατικής Θάλασσας, όπου θα παρέμενε για τετρακόσια σχεδόν χρόνια. Οι Οθωμανοί και οι Ενετοί διεξήγαγαν μια σειρά πολέμων, αλλά μέχρι το 17ο αιώνα όχι στην περιοχή της Αδριατικής. Οι Οθωμανικές επιδρομές στις ακτές της Αδριατικής ουσιαστικά σταμάτησαν μετά το τεράστιο πλήγμα της Ναυμαχίας της Ναυπάκτου τον Οκτώβριο του 1571.
Πρώιμοι νεότεροι χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το 1648 η Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία έχασε τις αξιώσεις της επί των πρώην Ιταλικών της εδαφών με την τυπική κατάργηση του Βασιλείου της Ιταλίας. Εντούτοις η μοναδική της έξοδος στην Αδριατική Θάλασσα, το Δουκάτο της Φερράρας, είχε ήδη χαθεί προς τα Παπικά Κράτη. Οι τελευταίες εδαφικές αλλαγές του 17ου αιώνα προκλήθηκαν από τον Πόλεμο του Μοριά ή Έκτο Βενετοτουρκικό Πόλεμο, όταν το 1699 η Βενετία διεύρυνε λίγο τις κτήσεις της στη Δαλματία. Το 1797 η Δημοκρατία της Βενετίας καταλύθηκε μετά τη Γαλλική κατάκτηση. Τα Ενετικά εδάφη παραδόθηκαν στην Αυστρία και κυβερνήθηκαν για λίγο ως τμήμα του Αρχιδουκάτου της Αυστρίας. Τα εδάφη αυτά επιστράφηκαν στη Γαλλία μετά τη Συνθήκη του Πρεσβούργου το 1805, όταν η περιοχή της κοιλάδας του Πάδου έγινε αναπόσπαστο τμήμα του νέου Ναπολεόντειου Βασιλείου της Ιταλίας. Το νέο βασίλειο περιελάμβανε τα εδάφη της Εμίλια-Ρομάνια, αποκλείοντας έτσι το Παπικό Κράτος από τις ακτές της Αδριατικής. Όμως η Τεργέστη, η Ίστρια και η Δαλματία συνενώθηκαν σε ένα σύνολο ξεχωριστών επαρχιών της Γαλλικής Αυτοκρατορίας, τις Ιλλυρικές Επαρχίες, που δημιουργήθηκαν το 1809 με τη Συνθήκη του Σενμπρούν και σήμαναν τον τερματισμό τόσο της Ενετικής κυριαρχίας στις ανατολικές ακτές της Αδριατικής όσο και της Δημοκρατίας της Ραγούζας. Η Αδριατική Θάλασσα ήταν ήσσονος σημασίας θέατρο στους Ναπολεόντειους Πολέμους. Στην Αδριατική Εκστρατεία (1807–1814) ενεπλάκη το Βρετανικό Βασιλικό Ναυτικό αμφισβητώντας τον έλεγχο της Αδριατικής από τις συνδυασμένες ναυτικές δυνάμεις της Γαλλίας, της Ιταλίας και του Βασιλείου της Νάπολης. Κατά την εκστρατεία αυτή το Βρετανικό Ναυτικό κατέλαβε το Βις και εγκατέστησε εκεί τη βάση του. Η εκστρατεία κλιμακώθηκε με τη Μάχη του Λίσα το 1811 και έληξε με την κατάληψη από τα Βρετανικά και τα Αυστριακά στρατεύματα των παραλιακών πόλεων στις ανατολικές ακτές της Αδριατικής που κατείχαν οι Γάλλοι. Λίγες μέρες πριν από τη Μάχη του Βατερλώ το Συνέδριο της Βιέννης παραχώρησε τις Ιλλυρικές Επαρχίες (που εκτείνονταν από τον Κόλπο της Τεργέστης μέχρι τον Κόλπο του Κότορ) στην Αυστρία. Το Συνέδριο της Βιέννης δημιούργησε επίσης το Βασίλειο της Λομβαρδίας και της Βενετίας, που περιελάμβανε την πόλη της Βενετίας, τις γύρω ακτές και σημαντικό τμήμα της ενδοχώρας και ελεγχόταν από την Αυστρία. Στη νότια Ιταλική χερσόνησο ιδρύθηκε το 1816 το Βασίλειο των Δύο Σικελιών από την ενοποίηση των βασιλείων της Νεάπολης και της Σικελίας.
Νεότεροι χρόνοι[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η διαδικασία της Ιταλικής ενοποίησης κορυφώθηκε με το Δεύτερο Ιταλικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας (1859), που είχε ως αποτέλεσμα το Βασίλειο της Σαρδηνίας να προσαρτήσει όλα τα εδάφη κατά μήκος των δυτικών ακτών της Αδριατικής νότια της Βενετίας το 1860 και να ιδρύσει στη θέση του το 1861 το Βασίλειο της Ιταλίας. Το Βασίλειο της Ιταλίας επεκτάθηκε το 1866 καταλαμβάνοντας τη Βενετία, αλλά το ναυτικό του ηττήθηκε στην Αδριατική κοντά στο Βις. Μετά τον Αυστροουγγρικό Συμβιβασμό του 1867 και τον Κροατικοουγγρικό Διακανονισμό του 1868 επανακαθορίστηκε ο έλεγχος του μεγαλύτερου μέρους των ανατολικών ακτών της Αδριατικής. Το Σισλεϊθανικό (Αυστριακό) τμήμα της Αυστροουγγαρίας εκτεινόταν από τον Κόλπο της Τεργέστης μέχρι τον Κόλπο του Κότορ, με την εξαίρεση μιας Κροατικής Ζώνης. Ιδιαίτερο καθεστώς παραχωρήθηκε στο Φιούμε (σημερινή Ριέκα), ως ξεχωριστό τμήμα του Βασιλείου της Ουγγαρίας. Τα υπόλοιπα εδάφη έγιναν τμήμα του Βασιλείου Κροατίας-Σλαβονίας, που με τη σειρά του ήταν επίσης στο Τρανσλεϊθανικό τμήμα της δυαδικής μοναρχίας. Η ακτογραμμή της Αδριατικής που ελεγχόταν από την Οθωμανική Αυτοκρατορία περιορίστηκε από το Συνέδριο του Βερολίνου το 1878, με την αναγνώριση της ανεξαρτησίας του Πριγκιπάτου του Μαυροβουνίου, που έλεγχε τις ακτές νότια του Κόλπου του Κότορ μέχρι τον Ποταμό Μπούνα. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία έχασε όλα τα εδάφη της κατά μήκος της Αδριατικής μετά τον Α΄ Βαλκανικό Πόλεμο και την επακόλουθη Συνθήκη του Λονδίνου (1913), που ίδρυσε την ανεξάρτητη Αλβανία.
Το Μέτωπο της Αδριατικής του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου περιορίσθηκε κυρίως σε απόπειρες αποκλεισμού εκ μέρους των Συμμάχων και στην προσπάθεια των Κεντρικών Δυνάμεων να εμποδίσουν τις Βρετανικές, Γαλλικές και Ιταλικές κινήσεις. Η Ιταλία προσχώρησε στους Συμμάχους τον Απρίλιο του 1915 με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1915) με μελλοντικό αντάλλαγμα την Τεργέστη και την Ιστρια, τη βόρεια Δαλματία, το λιμάνι του Αυλώνα, τα περισσότερα νησιά της ανατολικής Αδριατικής και την Αλβανία ως προτεκτοράτο. Η συνθήκη αποτέλεσε τη βάση για όλες τις διαμάχες που ακολούθησαν μεταξύ Ιταλίας και Γιουγκοσλαβίας. Το 1918 η εθνοσυνέλευση του Μαυροβουνίου ψήφισε την ένωσή του με το Βασίλειο της Σερβίας, παρέχοντάς του πρόσβαση στην Αδριατική. Άλλο βραχύβιο, μη αναγνωρισθέν κράτος που ιδρύθηκε το 1918 ήταν το Κράτος Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων, που σχηματίσθηκε από τμήματα της Αυστροουγγαρίας, που αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος της ακτογραμμής της Αδριατικής της πρώην μοναρχίας. Αργότερα την ίδια χρονιά το Βασίλειο της Σερβίας και το Κράτος Σλοβένων, Κροατών και Σέρβων σχημάτισαν το Βασίλειο Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων, που στη συνέχεια μετονομάστηκε Γιουγκοσλαβία. Οι υπέρμαχοι της νέας ένωσης στο Κροατικό κοινοβούλιο είδαν την κίνηση αυτή ως διασφάλιση κατά του Ιταλικού επεκτατισμού, όπως είχε καταγραφεί στη Συνθήκη του Λονδίνου. Η συνθήκη αυτή σε μεγάλο βαθμό αγνοήθηκε από τη Βρετανία και τη Γαλλία, λόγω αντικρουόμενων με αυτή υποσχέσεις που είχαν δοθεί στη Σερβία και της προφανούς απουσίας Ιταλικής συμβολής στην πολεμική προσπάθεια εκτός Ιταλίας. Η Συνθήκη Αγίου Γερμανού του 1919 μεταβίβασε την Τεργέστη και την Ιστρια στην Ιταλία, αλλά παραχώρησε τη Δαλματία στη Γιουγκοσλαβία. Μετά τον πόλεμο μία ιδιωτική δύναμη Ιταλών απόστρατων κατέλαβε τη Ριέκα και ίδρυσε την Ιταλική Αντιβασιλεία του Καρνάρο - που θεωρείται προάγγελος του Φασισμού - για να εκβιάσει την αναγνώριση των Ιταλικών αξιώσεων επί της πόλης. Μετά από δεκαεξάμηνο βίο της Αντιβασιλείας η Συνθήκη του Ράπαλο το 1920 επανακαθόρισε τα Ιταλογιουγκοσλαβικά σύνορα, μεταξύ άλλων μεταβιβάζοντας το Ζαντάρ και τα νησιά Κρες, Λάστοβο και Παλαγκρούζα στην Ιταλία, εξασφαλίζοντας το νησί Κρκ στη Γιουγκοσλαβία και ιδρύοντας το Ελεύθερο Κράτος του Φιούμε, που καταργήθηκε το 1924 με τη Συνθήκη της Ρώμης, που παραχώρησε το Φιούμε (το μεγαλύτερο τμήμα του) στην Ιταλία και το Σούσακ (ανατολικό τμήμα της πόλης) στη Γιουγκοσλαβία.
Μετά το Μεσοπόλεμο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στην Αδριατική υπήρξε περιορισμένη ναυτική δραστηριότητα, αρχίζοντας με την Ιταλική εισβολή στην Αλβανία και την κοινή εισβολή του άξονα στη Γιουγκοσλαβία.. Η τελευταία οδήγησε στην κατάληψη μεγάλου τμήματος της Δαλματίας και σχεδόν όλων των νησιών της ανατολικής Αδριατικής από την Ιταλία και στην ίδρυση δύο κρατών-μαριονετών, του Ανεξάρτητου Κράτους της Κροατίας (1941-1945) και του Βασιλείου του Μαυροβουνίου (1941-1944), που έλεγχαν τις υπόλοιπες ακτές πρώην Γιουγκοσλαβικές ακτές της Αδριατικής. Το 1947, μετά την Ανακωχή μεταξύ Ιταλίας και Συμμαχικών δυνάμεων και τον τερματισμό του πολέμου, η Ιταλία (πλέον δημοκρατία) και οι Σύμμαχοι υπέγραψαν τη Συνθήκη Ειρήνης με την Ιταλία. Η συνθήκη ανέτρεψε όλες τις πολεμικές προσαρτήσεις, εγγυήθηκε την ανεξαρτησία της Αλβανίας, δημιούργησε την Ελεύθερη Περιοχή της Τεργέστης ως πόλη-κράτος και έδωσε στην κομμουνιστική Γιουγκοσλαβία τις Σλοβενικές ακτές, καθώς και την Ίστρια, τα νησιά Κρες, Λάστοβο και Παλαγκρούζα και τις πόλεις Ζαντάρ και Ριέκα. Η Ελεύθερη Περιοχή της Τεργέστης διχοτομήθηκε το 1954: η ίδια η Τεργέστη και η περιοχή βορείως αυτής τέθηκαν υπό Ιταλικό έλεγχο, ενώ η υπόλοιπη υπό Γιουγκοσλαβικό. Αυτή η διευθέτηση οριστικοποιήθηκε με το Σύμφωνο του Όζιμο του 1975.
Κατά τον Ψυχρό Πόλεμο η Αδριατική έγινε η νοτιότερη πλευρά του Σιδηρού αραπετάσματος, καθώς η Ιταλία συμμετείχε στο ΝΑΤΟ, ενώ το Σύμφωνο της Βαρσοβίας εγκατέστησε βάσεις στην Αλβανία. Μετά την πτώση του Κομμουνισμού η Γιουγκοσλαβία διασπάστηκε: η Σλοβενία και η Κροατία ανακήρυξαν την ανεξαρτησία τους το 1991 και η Βοσνία-Ερζεγοβίνη ακολούθησε το 1992, ενώ το Μαυροβούνιο παρέμεινε σε ομοσπονδία με τη Σερβία, που ονομαζόταν επίσημα Σερβία και Μαυροβούνιο. Ο Πόλεμος της Κροατίας που ακολούθησε περιελάμβανε περιορισμένες ναυτικές επιχειρήσεις και αποκλεισμό των ακτών της Κροατίας από το Γιουγκοσλαβικό Ναυτικό, που κατέληξε στη Μάχη των Δαλματικών καναλιών και την εν συνεχεία αποχώρηση των Γιουγκοσλαβικών σκαφών. Το Μαυροβούνιο κήρυξε την ανεξαρτησία του το 2006, αποκλείοντας ουσιαστικά τη Σερβία από τη θάλασσα. Την ίδια περίοδο η Αδριατική Θάλασσα έγινε θέατρο αρκετών επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ, όπως ο αποκλεισμός της Γιουγκοσλαβίας (1992-1993), η επέμβαση στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη (1992-2004) και ο βομβαρδισμός της Γιουγκοσλαβίας (1999).
Σύνορα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η Ιταλία και η Γιουγκοσλαβία συμφώνησαν την οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας τους στην Αδριατική το 1968, με μία πρόσθετη συμφωνία που υπογράφτηκε το 1975 μετά το Σύμφωνο του Όζιμο. Το σύνορο που συμφωνήθηκε το 1968 εκτείνεται σε 353 ναυτικά μίλια (654 χλμ.) και συνίσταται από 43 σημεία που συνδέονται με ευθείες γραμμές ή κυκλικά τόξα. Το πρόσθετο σύνορο που συμφωνήθηκε το 1975 συνίσταται από 5 σημεία που συνεχίζουν από ένα τερματικό σημείο της γραμμής του 1968. Όλα τα διάδοχα κράτη της πρώην Γιουγκοσλαβίας αποδέχθηκαν τις συμφωνίες. Στις νοτιότερες περιοχές της Αδριατικής το σύνορο δεν καθορίστηκε για να μην προκαταλάβει τη θέση του τριεθνούς με το σύνορο της Αλβανικής υφαλοκρηπίδας, που δεν έχει ακόμη καθοριστεί. Πριν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας η Αλβανία, η Ιταλία και η Γιουγκοσλαβία αρχικά ανακήρυξαν χωρικά ύδατα 15 ναυτικών μιλίων, που στη συνέχεια μειώθηκαν στο διεθνώς πρότυπο των 12. Η Αλβανία και η Ιταλία καθόρισαν τα θαλάσσια σύνορά τους το 1992 σύμφωνα με την αρχή της ίσης απόστασης. Μετά την ένταξη της Κροατίας στην ΕΕ η Αδριατική έγινε εσωτερική θάλασσα της ΕΕ. Η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας ορίζει την Αδριατική ως κλειστή ή ημίκλειστη θάλασσα.
Αδριατική Ευρωπεριφέρεια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το 2006 θεσμοθετήθηκε στην Πούλα η Αδριατική Ευρωπεριφέρεια για να προωθήσει τη διαπεριφερειακή και διακρατική συνεργασία στην περιοχή της Αδριατικής Θάλασσας και να λειτουργήσει ως πλαίσιό της για να βοηθήσει στην επίλυση θεμάτων περιφερειακής σημασίας. Η Αδριατική Ευρωπεριφέρεια αποτελείται από 23 μέλη: τις περιφέρειες Απουλία, Μολίζε, Αμπρούτσο, Μάρκε, Εμίλια-Ρομάνια, Βένετο και Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια της Ιταλίας, το δήμο Ιζολα της Σλοβενίας, τους νομούς Ιστριας, Πριμόριε-Γκόρσκι Κόταρ, Λίκα-Σένι, Ζαντάρ, Σίμπενικ-Κνιν, Σπλιτ-Δαλματίας και Ντουμπρόβνικ-Νερέτβα της Κροατίας, το καντόνι Ερζεγοβίνης-Νερέτβα της Βοσνίας, τους δήμους Κότορ και Τίβατ του Μαυροβουνίου, τους νομούς Φιέρ, Αυλώνα, Τιράνων, Σκόδρας, Δυρραχίου και Λεζ της Αλβανίας και τις Ελληνικές περιφερειακές ενότητες Θεσπρωτίας και Κέρκυρας.
Διενέξεις[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τα χερσαία σύνορα των πρώην Γιουγκοσλαβικών δημοκρατιών αποφασίστηκαν από επιτροπές οριοθέτησης που εφάρμοσαν τις αποφάσεις του AVNOJ (Αντιφασιστικού Συμβουλίου για την Εθνική Απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας) του 1943 και του 1945, αλλά η ακριβής χάραξη δεν έχει συμφωνηθεί από τα διάδοχα κράτη, πράγμα που κάνει δύσκολο τον καθορισμό των θαλάσσιων συνόρων, καθώς τέτοια δεν είχαν καθόλου καθορισθεί την εποχή της Γιουγκοσλαβίας. Εξάλλου τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Αλβανίας και Μαυροβουνίου δεν είχαν καθορισθεί πριν τη δεκαετία του 1990.
Η Κροατία και η Σλοβενία άρχισαν το 1992 διαπραγματεύσεις για τον καθορισμό θαλάσσιων συνόρων στον Κόλπο του Πιράν, αλλά απέτυχαν να συμφωνήσουν, προκαλώντας μια διένεξη. Και οι δύο χώρες ανακήρυξαν επίσης τις οικονομικές τους ζώνες, που εν μέρει επικαλύπτονται. Η αίτηση της Κροατίας να γίνει μέλος της ΕΕ δεν έγινε αρχικά δεκτή εν αναμονή της επίλυσης των μεθοριακών διαφορών της με τη Σλοβενία. Αυτή η διένεξη με τη Σλοβενία τελικά διευθετήθηκε με συμφωνία να αποδεχθούν την απόφαση επιτροπής διεθνούς διαιτησίας, συσταθείσας μέσω του ΟΗΕ, επιτρέποντας στην Κροατία να προωθήσει την ένταξή της στην ΕΕ. Εκτός από τη δυσκολία ένταξή της στην ΕΕ, ακόμη και πριν το διακανονισμό της η διένεξη αυτή δεν έχει προκαλέσει σοβαρά πρακτικά προβλήματα.
Τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Βοσνίας-Ερζεγοβίνης και Κροατίας διευθετήθηκαν επίσημα το 1999, αλλά μερικά ζητήματα εξακολουθούν να είναι υπό αμφισβήτηση - η χερσόνησος Κλεκ και δύο νησίδες στη μεθόριο. Τα θαλάσσια σύνορα Κροατίας-Μαυροβουνίου είναι υπό αμφισβήτηση στη χερσόνησο Πρεβλάκα, του Κόλπου του Κότορ. Αυτή η διένεξη επιδεινώθηκε από την κατοχή της χερσονήσου από το Γιουγκοσλαβικό Λαϊκό Στρατό και στη συνέχεια από το (Σερβομαυροβουνιακό) Γιουγκοσλαβικό Στρατό, που με τη σειρά του αντικαταστάθηκε από την Αποστολή Παρατηρητών των Ηνωμένων Εθνών μέχρι το 2002. Η Κροατία ανέλαβε τον έλεγχο της περιοχής με μια συμφωνία που επέτρεπε την παρουσία του Μαυροβουνίου στα Κροατικά νερά του κόλπου και η διένεξη έχει γίνει πολύ λιγότερο επίμαχη μετά την ανεξαρτησία του Μαυροβουνίου το 2006.
Οικονομία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Αλιεία[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Η αλιευτική παραγωγή της Αδριατικής Θάλασσας κατανέμεται μεταξύ των χωρών της λεκάνης. Το 2000 το ονομαστικό - βάσει του βάρους ζώντων - σύνολο αλιευμάτων όλων των αλιευτικών πεδίων της Αδριατικής έφθασε τους 110.000 τόνους. Η υπεραλίευση είναι αναγνωρισμένο πρόβλημα - 450 είδη ψαριών ζουν στην Αδριατική Θάλασσα, περιλαμβανομένων 120 ειδών που απειλούνται από την υπερβολική εμπορική αλιεία, πρόβλημα που επιδεινώνεται από τη ρύπανση και την παγκόσμια θέρμανση. Υπεραλιευόμενα είδη είναι η συναγρίδα, ο κόκκινος σκορπιός, η πεσκαντρίτσα, το χριστόψαρο, ο γλαυκοκαρχαρίας, ο ακανθίας, ο κέφαλος, ο νορβηγικός αστακός, καθώς και ο μπακαλιάρος και οι σαρδέλες. Επίσης από τα αλιευτικά δίχτυα θανατώνονται χελώνες και ρινοδέλφινα. Η εξάντληση των αλιευτικών αποθεμάτων και η Οικολογική και Αλιευτική Ζώνη Προστασίας της Κροατίας (ZERP) οδήγησαν σε αλληλοκατηγορίες για υπεραλίευση μεταξύ Ιταλών και Κροατών ψαράδων. Η ZERP θεσπίστηκε το 2003, αλλά η εφαρμογή της για τα κράτη μέλη της ΕΕ ανεστάλη το 2004. Η εξάντληση των αλιευτικών αποθεμάτων αντιμετωπίζεται μέσω νέας αλιευτικής πολιτικής της ΕΕ, που είχε προγραμματιστεί να τεθεί σε ισχύ το 2013, όταν η Κροατία εντάχθηκε στην ΕΕ και να αποκαταστήσει τα αποθέματα σε βιώσιμα επίπεδα το 2015.
Ο μεγαλύτερος όγκος αλίευσης γίνεται στην Ιταλία, όπου ο συνολικός όγκος παραγωγής το 2007 ήταν 465.637 τόνοι. Το 2003 το 28,8% του όγκου της Ιταλικής αλιευτικής παραγωγής προερχόταν από τη Βόρεια και Κεντρική Αδριατική και το 24,5% από την Απουλία (από τη Νότια Αδριατική και το Ιόνιο). Στα Ιταλικά αλιευτικά πεδία, περιλαμβανομένων εκείνων εκτός της Αδριατικής, απασχολούνταν 60.700 στον πρωτογενή τομέα, περιλαμβανομένης της ιχθυοκαλλιέργειας (που αποτελεί το 40% της συνολικής αλιευτικής παραγωγής). Η ακαθάριστη αξία της συνολικής αλιευτικής παραγωγής το 2002 ήταν $1,9 δις.
Το 2007 η παραγωγή της Κροατίας σε βάρος ζώντων έφθανε τους 53.083 τόνους. Το 2006 η συνολική Κροατική αλιευτική παραγωγή ήταν 37.800 τόνοι αλιευμάτων και 14.200 τόνοι από ιχθυοκαλλιέργεια. Στην Κροατική αλιεία απασχολούντο περίπου 20.000. Το 2006 τα αλιεύματα στα νερά της Κροατίας αποτελείτο από σαρδέλες (44,8%), γαύρο (31,3%), τόνο, άλλα πελαγικά ψάρια (4,8%), μπακαλιάρο (2,4%), κέφαλο (2,1%), άλλα βενθοπελαγικά ψάρια (8,3%), οστρακόδερμα (κυρίως αστακό και νορβηγικό αστακό(0,8%), οστρακοειδή (κυρίως στρείδια και μύδια) (0,3%), σουπιές (0,6%), καλαμάρια (0,2%) και χταπόδια και άλλα κεφαλόποδα (1,6%). Η παραγωγή ιχθυοκαλλιέργειας της Κροατίας αποτελείτο από τόνο (47,2%), στρείδια και μύδια (28,2% συνολικά), λαβράκι και τσιπούρα (24,6% συνολικά).
Το 2007 η Αλβανική αλιευτική παραγωγή ανερχόταν σε 7.505 τόνους, περιλαμβανομένης της ιχθυοκαλλιέργειας, που έφθανε τους 1.970 τόνους το 2006. Το ίδιο διάστημα η Σλοβενική αλιευτική παραγωγή ήταν 2.500 τόνοι, με 55% του όγκου της προερχόμενο από ιχθυοκαλλιέργεια, το υψηλότερο ποσοστό στην Αδριατική. Τέλος η αλιευτική παραγωγή του Μαυροβουνίου ήταν 911 τόνοι το 2006, με μόνο 11 τόνους από ιχθυοκαλλιέργεια. Το 2007 ο όγκος αλιευτικής παραγωγής της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης ήταν 9.625 τόνοι και της Σλοβενίας 2.463 τόνοι.
Τουρισμός[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Οι χώρες που βρέχονται από την Αδριατική Θάλασσα είναι σημαντικοί τουριστικοί προορισμοί. Ο μεγαλύτερος αριθμός τουριστικών διανυκτερεύσεων και οι περισσότερες εγκαταστάσεις τουριστικών καταλυμάτων καταγράφονται στην Ιταλία, ιδιαίτερα στην περιφέρεια του Βένετο (γύρω από τη Βενετία). Το Βένετο ακολουθείται από την Εμίλια-Ρομάνια και τους Κροατικούς νομούς της Αδριατικής. Οι Κροατικές τουριστικές εγκαταστάσεις συμπληρώνονται από 21.000 λιμάνια και αγκυροβόλια. Οι τουρίστες προσελκύονται από διαφόρων ειδών θαλάσσιες προστατευόμενες περιοχές.
Ολες οι χώρες κατά μήκος των ακτών της Αδριατικής, εκτός από την Αλβανία και τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, συμμετέχουν στο πρόγραμμα πιστοποίησης Γαλάζιων Σημαιών για παραλίες και μαρίνες που πληρούν αυστηρές προδιαγραφές ποιότητας, όπως περιβαλλοντική προστασία, ποιότητα νερών και κριτήρια ασφάλειας και υπηρεσιών. Με στοιχεία του Ιανουαρίου 2012 Γαλάζιες Σημαίες είχαν απονεμηθεί σε 103 Ιταλικές παραλίες και 29 μαρίνες της Αδριατικής, 116 και 19 αντίστοιχα Κροατικές, 7 και 2 Σλοβενικές και 16 παραλίες του Μαυροβουνίου. Ο τουρισμός της Αδριατικής είναι σημαντική πηγή εισοδήματος για τις χώρες αυτές, ιδιαίτερα στην Κροατία και το Μαυροβούνιο, όπου το τουριστικό εισόδημα που προέρχεται από τις ακτές της Αδριατικής αντιπροσωπεύει το μεγαλύτερο μέρος των τουριστικών εσόδων. Η άμεση συμβολή των ταξιδιών και του τουρισμού στο ΑΕΠ της Κροατίας ήταν 5,1% το 2011, ενώ η συνολική συμβολή εκτιμάτο σε 12,8% του ΑΕΠ. Για το Μαυροβούνιο η άμεση συμβολή του τουρισμού στο ΑΕΠ είναι 8,1% και η συνολική σε 17,2%. Ο τουρισμός στην Αδριατική της Κροατίας έχει πρόσφατα παρουσιάσει μεγαλύτερη ανάπτυξη από ότι σε άλλες περιοχές γύρω από την Αδριατική.
Ο Τουρισμός στην περιοχή της Αδριατικής Θάλασσας[5][6][7][8][9][10] | ||||
---|---|---|---|---|
Χώρα | Περιφέρεια | Κλίνες κάθε είδους* | Κλίνες ξενοδοχείων | Διανυκτερεύσεις |
Αλβανία | N/A | ? | ? | 2.302.899 |
Βοσνία και Ερζεγοβίνη | δήμος Νέουμ | 6.000 | 1.810 | 280.000 |
Κροατία | Αδριατική Κροατία | 411.722 | 137.561 | 34.915.552 |
Ιταλία | Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια | 152.847 | 40.921 | 8.656.077 |
Βένετο | 692.987 | 209.700 | 60.820.308 | |
Εμίλια-Ρομάνια | 440.999 | 298.332 | 37.477.880 | |
Μάρκε | 193.965 | 66.921 | 10.728.507 | |
Αμπρούτσο | 108.747 | 50.987 | 33.716.112 | |
Μολίζε | 11.711 | 6.383 | 7.306.951 | |
Απουλία** | 238.972 | 90.618 | 12.982.987 | |
Μαυροβούνιο | N/A | 40.427 | 25.916 | 7.964.893 |
Σλοβενία | Παραθαλάσσιοι δήμοι | 24.080 | 9.330 | 1.981.141 |
*Κλίνες σε όλες τις συλλογικές εγκαταστάσεις καταλυμάτων, περιλαμβάνει τον αριθμό "Κλίνες ξενοδοχείων" που δείχνεται και ξεχωριστά **Περιλαμβάνει ακτές Αδριατικής και Ιονίου |
Μεταφορές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Υπάρχουν πάνω από δεκαεννέα λιμάνια στην Αδριατική Θάλασσα(σε τέσσερις διαφορετικές χώρες) με διακίνηση εμπορευμάτων πάνω από ένα εκατομμύριο τόνων ετησίως. Μεταξύ αυτών τα μεγαλύτερα εμπορευματικά λιμάνια είναι της Τεργέστης (το μεγαλύτερο της Αδριατικής στην Ιταλία), της Βενετίας, της Ραβέννας, του Κόπερ (το μεγαλύτερο της Σλοβενίας), της Ριέκας (το μεγαλύτερο της Κροατίας]] και του Μπρίντιζι. Τα μεγαλύτερα επιβατικά λιμάνια στην Αδριατική είναι του Σπλιτ (το μεγαλύτερο της Κροατίας) και της Ανκόνας (το μεγαλύτερο Ιταλικό λιμάνι στην Αδριατική). Το μεγαλύτερο λιμάνι στο Μαυροβούνιο είναι εκείνο του Μπαρ. Το 2010 τα λιμάνια Τεργέστης, Βενετίας, Ραβέννας, Κόπερ και Ριέκας της Βόρειας Αδριατικής ίδρυσαν το Σύνδεσμο Λιμανιών Βόρειας Αδριατικής για να βελτιώσουν τη θέση τους στα μεταφορικά συστήματα της ΕΕ.
Λιμάνι | Χώρα, Περιφέρεια/Νόμος | Φορτίο (τόνοι) | Επιβάτες |
---|---|---|---|
Ανκόνα | Ιταλία, Μάρκε | 10.573.,000 | 1,483,000 |
Βενετία | Ιταλία, Βένετο | 32.042.000 | 1,097,000 |
Δυρράχιο | Αλβανία, Δυρραχίου | 3.441.000 | 770.000 |
Κιότζια | Italy, Βένετο | 2.990.000 | N/A |
Κόπερ | Σλοβενία, Σλοβενική Ίστρια | 18.000.000 | 100.300 |
Μανφρεντόνια | Ιταλία, Απουλία | 1.277.000 | N/A |
Μονφαλκόνε | Ιταλία, Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια | 4.544.000 | N/A |
Μπάρι | Ιταλία, Απουλία | 3.197.000 | 1.392.000 |
Μπαρλέτα | Ιταλία, Απουλία | 1.390.000 | N/A |
Μπρίντιζι | Ιταλία, Απουλία | 10.708.000 | 469.000 |
Ορτόνα | Ιταλία, Αμπρούτσο | 1.340.000 | N/A |
Πλότσε | Κροατία, Ντουμπρόβνικ-Νερέτβα | 5.104.000 | 146.000 |
Πορτο-Νογκάρο | Ιταλία, Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια | 1.475.000 | N/A |
Ραβέννα | Ιταλία, Εμίλια-Ρομάνια | 27.008.000 | N/A |
Ράμπατς | Κροατία, Ίστρια | 1.090.000 | 669.000 |
Ριέκα | Κροατία, Πριμόριε-Γκόρσκι Κόταρ | 15.441.000 | 219.800 |
Σπλιτ | Κροατία, Σπλιτ-Δαλματίας | 2.745.000 | 3.979.000 |
Τεργέστη | Ιταλία, Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια | 39.833.000 | N/A |
*Λιμάνια με διακίνηση φορτίου πάνω από ένα εκατομμύριο τόνους ή επιβατών πάνω από ένα εκατομμύριο το χρόνο Πηγές: Εθνικό Ινστιτούτο Στατιστικής (Ιταλία) (στοιχεία 2007, Ιταλικά λιμάνια, σημείωση: το λιμάνι της Ανκόνας περιλαμβάνει την Ανκόνα και τη Φαλκονάρα Μαριτίμα;[11] επιβατική κίνηση κάτω από 200.000 δεν αναφέρεται),[12] Κροατική Στατιστική Υπηρεσία (στοιχεία 2008, Κροατικά λιμάνια, σημειώσεις: το Λιμάνι της Ριέκας περιλαμβάνει τους σταθμούς Ριέκας, Μπάκαρ, Μπρσίτσα και Ομίσαλι;[13] το Λιμάνι του Πλότσε περιλαμβάνει τους σταθμούς Πλότσε και Μέτκοβιτς,[14][15] Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο του Δυρραχίου;– Aλβανία(στοιχεία 2007, Λιμάνι Δυρραχίου),[16] SEOnet (στοιχεία 2011, Λιμάνι του Κόπερ)[17] |
Πετρέλαιο και φυσικό αέριο[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Φυσικό αέριο αντλείται μέσω αρκετών προγραμμάτων, περιλαμβανομένης μιας κοινοπραξίας των εταιρειών Eni (Ιταλική) and INA (Κροατική), που λειτουργεί δύο πλατφόρμες - η μία στα Κροατικά ύδατα που αντλεί φυσικό αέριο από έξη φρέατα και η άλλη (που άρχισε να λειτουργεί το 2011) στα Ιταλικά. Τα κοιτάσματα φυσικού αερίου της Αδριατικής ανακαλύφθηκαν τη δεκαετία του 1970, αλλά η εκμετάλλευσή τους άρχισε το 1996. Το 2008 η ΙΝΑ αντλούσε αέριο 14,58 εκατομμυρίων ισοδύναμων βαρελιών πετρελαίου την ημέρα. Περίπου 100 πλατφόρμες ανοιχτά των ακτών βρίσκονται στην περιφέρεια της Εμίλια-Ρομάνια, μαζί με 17 στη Βόρεια Αδριατική. Η Eni εκτιμάει ότι τα δικαιώματά της στην Αδριατική Θάλασσα περιλαμβάνουν τουλάχιστον 40 δις κυβικά μέτρα φυσικού αερίου, προσθέτοντας ότι μπορεί να φτάνουν ακόμη και τα 100 δις κ.μ. Οι εκτιμήσεις όμως της INA είναι 50% χαμηλότερες από εκείνες της Eni. Το φυσικό αέριο ανακαλύφθηκε στη Βόρεια Αδριατική σε βάθος περίπου 5.400 μέτρων και η ανακάλυψη αξιολογήθηκε ως μη βιώσιμη λόγω, βάθους, θέσης και ποιότητας.
Τη δεκαετία του 2000 εντάθηκαν οι ερευνητικές εργασίες για την ανακάλυψη αποθεμάτων φυσικού αερίου και πετρελαίου στη Μέση και νότια λεκάνη της Αδριατικής και στο τέλος της δεκαετίας ανακαλύφθηκαν τέτοια αποθέματα νοτιοανατολικά του Μπάρι - τα κοιτάσματα Μπρίντιζι-Ροβέστι και Τζιόβε. Έρευνες εκτιμούν αποθέματα 3 δις βαρελιών πετρελαίου και 57 δις κυβικών μέτρων αερίου. Την ανακάλυψη ακολούθησαν περαιτέρω έρευνες ανοικτά των Κροατικών ακτών. Τον Ιανουάριο του 2012 η INA άρχισε έρευνες για πετρέλαιο ανοικτά του Ντουμπρόβνικ, σηματοδοτώντας την επανέναρξη της έρευνας για πετρέλαιο κατά μήκος των ανατολικών ακτών της Αδριατικής, μετά τη διακοπή ερευνών, που είχαν ξεκινήσει στα τέλη της δεκαετίας του 1980 γύρω από το νησί Μπρατς, λόγω της διάλυσης της Γιουγκοσλαβίας και του Πολέμου της Κροατίας. Το Μαυροβούνιο αναμένεται επίσης να αναζητήσει πετρέλαιο ανοιχτά των ακτών του. Μέχρι τον Ιανουάριο του 2012 είχαν γίνει 200 ερευνητικές γεωτρήσεις ανοικτά των Κροατικών ακτών, από τις οποίες οι 170 στη λεκάνη της Βόρειας Αδριατικής.
Ο Διαδριατικός Αγωγός Φυσικού Αερίου, που θα διέλθει από την Αδριατική Θάλασσα, είναι ένας υπό κατασκευή αγωγός με σκοπό την μεταφορά φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα του Αζερμπαϊτζάν. Θα περνά από την ελληνοτουρκική μεθόριο στη Θράκη και διασχίζοντας την Βόρεια Ελλάδα, θα περνά στην Αλβανία και στην συνέχεια υποθαλάσσια της Αδριατικής Θάλασσας στην Ιταλία. Από την Ιταλία, θα μπορεί να τροφοδοτεί και τις αγορές της Δυτικής Ευρώπης.[18]
Διάφορα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο βοριάς της Αδριατικής (κοινώςμπόρα) και οι αιφνίδιοι δυνατοί άνεμοι που φέρουν βροχή (κοινώς μπουρίνια), είναι πραγματικοί κίνδυνοι για τη ναυσιπλοΐα το χειμώνα. Ακόμη, αξιοσημείωτοι είναι ο σιρόκος (νότιος άνεμος από την Αφρική), ο οποίος φέρνει βροχή το χειμώνα, και ο μαΐστρος (δυτικός-βορειοδυτικός άνεμος), ο οποίος φυσά το καλοκαίρι και βοηθά στη βελτίωση του καιρού.
Η παλιρροιακή δραστηριότητα είναι μικρή. Το αμφιδρομικό σημείο είναι λίγο πιο έξω από τη βορειοδυτική ακτή, κοντά στην Ανκόνα.
Και οι δύο ακτές είναι δημοφιλείς τουριστικοί προορισμοί και πολλοί θεωρούν τη θάλασσα αυτή ως την ομορφότερη στον κόσμο.
Παραπομπές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
- ↑ «World Weather Information Service». World Meteorological Organization. Ανακτήθηκε στις 27 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ Πρότυπο:Croatian Census 2011
- ↑ «Vista per singola area» [Individual area review] (στα Italian). National Institute of Statistics (Italy). 2011. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Population and Housing Census in Albania» (PDF). Institute of Statistics of Albania. 2011. Ανακτήθηκε στις 21 Ιουνίου 2012.
- ↑ «Eurostat – Tourism». Eurostat. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Intervju: Načelnik općine Neum dr. Živko Matuško za BH. Privrednik» [Interview: Municipal mayor dr. Živko Matuško for BH Privrednik] (στα Bosnian). Neummunicipality. 17 Οκτωβρίου 2011. Text "urlhttp://web.archive.org/web/20170622040858/http://www.neum.ba/index.php/81-vijesti/126-intervju" ignored (βοήθεια); H παράμετρος
|url=
είναι κενή ή απουσιάζει (βοήθεια);Η παράμετρος |access-date=
χρειάζεται|url=
(βοήθεια) - ↑ «Pregled sektora turizma» [A review of tourism sector] (PDF) (στα Bosnian). Chamber of Economy of the Federation of Bosnia and Herzegovina. 2011. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2012.
- ↑ «Treguesit statistikorë të turizmit» [Tourism statistical indicators] (στα Albanian). Ministry of Tourism, Cultural Affairs, Youth and Sports (Albania). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 19 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 30 Ιανουαρίου 2012.Πρότυπο:Sq icon
- ↑ Statistical Office of the Republic of Slovenia (2011). «Tourism» (PDF). Statistical Yearbook of the Republic of Slovenia. ISSN 1318–5403. Ανακτήθηκε στις 25 March 2012.
- ↑ Statistical Office of the Republic of Slovenia (27 September 2011). «Tourism – Hotels, Slovenia, 2008–2010 – final data» (PDF). Statistične informacije – Rapid Reports 16: 5. ISSN 1854-1275. Ανακτήθηκε στις 25 March 2012.
- ↑ «Rapporto statistico 2011» [Statistical report 2011] (PDF) (στα Italian). Port of Ancona Authority. Ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2012.
- ↑ «Trasporti e telecomunicazioni» [Transport and communications] (PDF) (στα Italian). National Institute of Statistics (Italy). Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο(PDF) στις 3 Μαρτίου 2016. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2012.
- ↑ «General information». Port of Rijeka Authority. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 9 Ιανουαρίου 2015. Ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2012.
- ↑ «Traffic of ships, passengers and goods by harbour master's offices and statistical ports, 2008» (PDF). Croatian Bureau of Statistics. Ανακτήθηκε στις 1 Φεβρουαρίου 2012.
- ↑ «Capacities». Port of Ploče Authority. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 21 Ιανουαρίου 2012. Ανακτήθηκε στις 22 Μαΐου 2012.
- ↑ «Durrës, a good business choice» (PDF). Durrës' Chamber of Commerce and Industry – Albania. σελ. 14. Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο (PDF) στις 13 Μαΐου 2013. Ανακτήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2012.
- ↑ «Ladijski pretovor v letu 2011» [Ship Transloading in 2011] (στα Slovenian). Port of Koper. 17 Ιανουαρίου 2012.(Σλοβενικά)
- ↑ Καζάνας Γεώργιος, Διαδριατικός Αγωγός (TAP): Προβλεπόμενη χάραξη και χωροθέτηση του συμπιεστή. Αξιολόγηση επιπτώσεων και εναλλακτικές - The Transadriatic Pipeline (TAP): Route and compressor’s location planned. Evaluation of impacts and alternatives, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Πολυτεχνική Σχολή, Τμήμα
https://el.wikipedia.org/wiki/%CE%91%CE%B4%CF%81%CE%B9%CE%B1%CF%84%CE%B9%CE%BA%CE%AE_%CE%98%CE%AC%CE%BB%CE%B1%CF%83%CF%83%CE%B1
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου