Όσοι το χάλκεον χέριβαρύ του φόβου αισθάνονται,ζυγόν δουλείας, ας έχωσι·θέλει αρετήν και τόλμην
η ελευθερία.
Ο Ανδρέας Κάλβος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο, πρωτότοκος γιος του κερκυραίου αξιωματικού του βενετικού στρατού Ιωάννη Κάλβου και της ζακύνθιας αριστοκράτισσας Αδριανής Ρουκάνη. Μετά τη διάλυση του γάμου των γονιών του ο πατέρας του έφυγε για την Ιταλία, και ο ποιητής αναχώρησε το 1802 με τον μικρότερο αδερφό του Νικόλαο, για να ζήσουν μαζί του. Ο Κάλβος έμαθε τα πρώτα γράμματα στη Ζάκυνθο και συνέχισε τις σπουδές του στην ελληνική παροικία στο Λιβόρνο και στη Φλωρεντία, όπου συνδέθηκε φιλικά με τον Ανδρέα Λουριώτη (1808). Εκεί έγραψε στα ιταλικά το Άσμα στο Ναπολέοντα (1811). Το 1812 γνωρίστηκε στη Φλωρεντία με τον Ugo Foscolo, ο οποίος τον προσέλαβε αντιγραφέα του και δάσκαλο του προστατευομένου του Στέφανου Βούλτσου. Ακολούθησε συγκατοίκησή του με το Foscolo και βραχύ διάστημα παραμονής των δυο φίλων στην Ελβετία. Ακολούθησε ρήξη στις σχέσεις του με το Foscolo και το 1819 πραγματοποιήθηκε ο γάμος του με την Αγγλίδα Maria Teresa Josephine Thomas, η οποία πέθανε τον ίδιο χρόνο. Μετά το θάνατο της γυναίκας του συνδέθηκε με την παλιά του συμμαθήτρια Susan F. Ridout, σχέση που δεν ευδοκίμησε. Το φθινόπωρο του 1820 μετά από σύντομη παραμονή στο Παρίσι επέστρεψε στη Φλωρεντία και εντάχθηκε στο κίνημα των Καρμπονάρων. Την ίδια χρονιά συνελήφθη από την αστυνομία και απελάθηκε στη Γενεύη. Στη Γενεύη έμεινε από το 1821 ως το 1824 και έγραψε τις δέκα πρώτες Ωδές, τις οποίες τύπωσε το 1824 με τον τίτλο Λύρα. Το 1825 ταξίδεψε στο Παρίσι, όπου πήρε μπήκε στους φιλελληνικούς κύκλους και συνδέθηκε με Έλληνες λόγιους. Εκεί πραγματοποιήθηκε η έκδοση της νέας σειράς των Ωδών το 1826, με γαλλική μετάφραση του φίλου του ποιητή και φιλέλληνα Panthier de Censay μαζί με τα Λυρικά του Αθανάσιου Χριστόπουλου. Μετά την έκδοση των Ωδών αποφασίζει να επιστρέψει στην Ελλάδα. Κατά την επιστροφή του, προτού φτάσει στο Ναύπλιο, πέρασε από τη Μήλο και την Ύδρα, από όπου έγραψε ανταποκρίσεις προς το γαλλικό περιοδικό “Revue Encyclopédique”, με τις οποίες επιθυμούσε να παρουσιάσει στους Ευρωπαίους μια εικόνα της επαναστατημένης Ελλάδας. Στο Ναύπλιο απογοητεύεται από τις διχόνοιες της επανάστασης και πηγαίνει στην Κέρκυρα τον Αύγουστο του 1826. Εκεί αποκτά φήμη ως διανοούμενος και λόγιος και η «Ιόνιος Ακαδημία» του απένειμε τον «διδακτορικόν βαθμόν της Φιλοσοφίας» και το δάφνινο στεφάνι, τιμές τις οποίες είχε προσφέρει μόνο σε διακεκριμένους λόγιους της εποχής. Γενικά για τη διδακτική δράση του Κάλβου στην Κέρκυρα έχουμε συγκεχυμένες πληροφορίες. Φαίνεται πάντως ότι από το 1840 δίδασκε στο Πανεπιστήμιο Φιλοσοφία και στο Γυμνάσιο Ιταλική Φιλολογία. Στις 24 Ιανουαρίου 1841, ο Κάλβος διαδέχτηκε τον Φραγκίσκο Οριόλη στη θέση του διευθυντή του Ιόνιου Γυμνασίου. Σε ηλικία 60 χρόνων πηγαίνει στο Louth του Linconshire, παντρεύεται τη δεύτερη γυναίκα του (1853), η οποία ήταν δασκάλα και ανοίγει ένα ανώτερο παρθεναγωγείο, όπου ο ίδιος δίδασκε μαθηματικά και ξένες γλώσσες. Το Νοέμβριο του 1869 πεθαίνει και θάβεται στο νεκροταφείο του Keddington.
Η μετακομιδή των οστών του Ανδρέα Κάλβου από την Αγγλία στη Ζάκυνθο.
Το θέμα της μετακομιδής των οστών του Κάλβου από την Αγγλία προέκυψε για πρώτη φορά κατά το Α΄ Πανιόνιο Συνέδριο του 1938 στην Ιθάκη. Το Συνέδριο ανέθεσε στον τότε πρόεδρο της Εταιρείας Επτανησιακών Μελετών Κ. Σολδάτο να ερευνήσει για την ανεύρεση του τάφου του Κάλβου. Ο τάφος βρέθηκε και συγκροτήθηκε ευρεία επιτροπή για τη μετακομιδή των οστών για τον εορτασμό των εβδομήντα χρόνων από το θάνατό του. Όμως ο πόλεμος διέκοψε αυτή την προσπάθεια. Στα 1952 ο Δήμαρχος Ζακυνθίων Νικόλαος Φιλιώτης ανακίνησε το θέμα με γράμμα που έστειλε στο γιο του παλαιού προξένου στη Ζάκυνθο Ροβέρτου Σάρτζεντ. Το Μάρτιο του 1959, με την ευκαιρία των ενενήντα χρόνων από το θάνατο του Κάλβου, ο Σύλλογος των Επτανησίων Σπουδαστών, έθεσε το θέμα στο Υπουργείο Παιδείας. Λίγο αργότερα, με πρωτοβουλία του Σωματείου «Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων» πραγματοποιήθηκε ευρεία σύσκεψη κοινωνικών και πνευματικών παραγόντων με σκοπό τη συγκρότηση επιτροπής εορτασμού με την ευκαιρία της μετακομιδής των οστών. Για την καλύτερη επιτυχία της προσπάθειας αποφασίσθηκε η επιτροπή Ζακύνθου να πλαισιωθεί από τριάντα πέντε πνευματικούς και κοινωνικούς παράγοντες της Ζακύνθου που έμεναν στην Αθήνα. Σημαντικό ρόλο για την επιτυχία της προσπάθειας αυτής έπαιξε και ο μετέπειτα Νομπελίστας ποιητής μας Γιώργος Σεφέρης, που τότε ήταν πρεσβευτής της Ελλάδας στο Λονδίνο. Έτσι μετά από συντονισμένες ενέργειες στις 19 Μαρτίου 1960 έφτασαν στην Ελλάδα τα οστά του ποιητή και της γυναίκας του, ενώ στις 5 Ιουνίου με το πολεμικό «Χατζηκωσταντής» έφτασαν στη Ζάκυνθο, όπου αναπαύονται στο Μαυσωλείο του «Μουσείου Σολωμού και Επιφανών Ζακυνθίων», δίπλα στα οστά του εθνικού μας ποιητή, Διονύσιου Σολωμού.
Ο ΦΙΛΟΠΑΤΡΙΣ ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΛΒΟΣ
1792. Ο Ανδρέας Κάλβος γεννιέται στη Ζάκυνθο και ζει εκεί τα πρώτα του χρόνια. Πρωτότοκος γιος του Ιωάννη Κάλβου, Κερκυραίου αξιωματικού του βενετικού στρατού, και της Αδριανής Ρουκάνη, που καταγόταν από αριστοκρατική οικογένεια της Ζακύνθου. Το 1802, κι ενώ ο γάμος των γονιών του καταλήγει σε διάσταση, ο Κάλβος και ο αδελφός του αναγκάζονται να ακολουθήσουν τον πατέρα τους στο Λιβόρνο της Ιταλίας. Ο πρόωρος χωρισμός από τη μητέρα, που πεθαίνει το 1815, θα είναι οριστικός. Ο Κάλβος μόνο με τα μάτια της φαντασίας του θα την ξαναδεί. Μια τέτοια συνάντηση, ονειρική, περιγράφει λίγα χρόνια μετά στην ωδή «Εις θάνατον»:
Ω φωνή, ω μητέρα,
ω των πρώτων μου χρόνων
σταθερά παρηγόρησις•
όμματ’ οπού μ’ εβρέχατε
με γλυκά δάκρυα!
Στη Ζάκυνθο ξαναγυρίζει, αλλά η περίοδος της μετανάστευσης θα αποδειχθεί μακρόχρονη: «με είδε το πέμπτον του αιώνος εις ξένα έθνη» διαπιστώνει ο ίδιος στην πρώτη ωδή της Λύρας.
Εξαιτίας αυτής της μετακίνησης ο Κάλβος διαθέτει, ιδίως κατά τα πρώτα χρόνια της πνευματικής του δραστηριότητας, μια πλημμελή γνώση της ελληνικής.
Η γλώσσα άλλωστε στην οποία ξεκινά να εκφράζεται συγγραφικά είναι τα ιταλικά. Πρώτο του, πιθανότατα, ποίημα, το «Canzone a Napoleone» (1811) -αφιερωμένο στο Ναπολέοντα και χαμένο για μας σήμερα-, το αποκηρύσσει αργότερα (1814). Το 1812 ο πατέρας του πεθαίνει και ο νεαρός Κάλβος, στη Φλωρεντία πια, γνωρίζει τον Ugο Foscolo, που θα σταθεί για αρκετά χρόνια πνευματικός του μέντορας και θα τον μυήσει στους αρχαίους κλασικούς και τους Ιταλούς λογοτέχνες. Την ίδια χρονιά ξεκινά η δραστηριότητα του Κάλβου ως παιδαγωγού: με τη μεσολάβηση του Foscolo αναλαμβάνει την εκπαίδευση του Στέφανου Βούλτσου.
Διαβάστε εδώ την Ωδή: Ο Φιλόπατρις
Το 1813 γράφει την τραγωδία Teramene (Θηραμένης). Θα ακολουθήσουν άλλες δύο: Le Danaidi (Δαναΐδες) και μια που αρχίζει να γράφει όταν θα ξαναβρεθεί στην Ιταλία το 1820 με τίτλο Ippia (Ιππίας). Παρόλο που το 1813 βρισκόμαστε μακριά από το ξέσπασμα της ελληνικής επανάστασης, μπορούμε να διακρίνουμε στο Teramene τα στοιχεία που καθιστούν αργότερα τον Κάλβο έναν πολιτικό ποιητή. Το εμφανώς πολιτικό θέμα των δύο από τα παραπάνω έργα (Teramene, Ippia) συνδέεται σαφώς με το γεγονός ότι ο νεαρός Κάλβος, ζώντας τον πυρετό των ιταλικών εθνικών αγώνων, συνδυάζει τα στοιχεία του ιταλικού νεοκλασικισμού με μια αναδυόμενη κοινωνική ποίηση και φιλοδοξεί να ακολουθήσει ποιητικά τα βήματα των εισηγητών της: Vittorio Alfieri και Ugo Foscolo.
Διαβάστε εδώ όλο το έργο του: ΕΛΠΙΣ ΠΑΤΡΙΔΟΣ, ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΤΙΤΛΟΥ ΠΟΙΗΜΑΤΟΣ, Η ΛΥΡΑ, ΛΥΡΙΚΑ
Το 1814 μεταφράζει στα ιταλικά από τη σικελική διάλεκτο ποιήματα του Giovanni Meli, ποιητή που συνδέει το όνομά του με την παράδοση της ιταλικής αρκαδικής ποίησης. Ωστόσο την ίδια χρονιά, με τη συγγραφή της «Ode agli Ionii» [Ωδή στους Ιονίους], ο Κάλβος πραγματοποιεί, σε ιταλική ακόμα γλώσσα, τη στροφή που εγγράφει οριστικά πλέον την ποίησή του στον ορίζοντα της διπλής προοπτικής της πατριδολατρίας και της υπηρεσίας του αγώνα. Το ποίημα, που ο Κάλβος απευθύνει στους συμπατριώτες, εμπνέεται από τη διάψευση των προσδοκιών των Επτανήσιων για ανεξαρτησία και ο Κάλβος δείχνει να ανταποκρίνεται πλέον ενεργά στο νέο καθήκον που επιβάλλει η εποχή στους λόγιους: της δημόσιας παρέμβασης και της κοινωνικής αφύπνισης.
Η γλώσσα και ο Στίχος του:
Την χυδαία νεοελληνική, Γλώσσα αγοραία, θα την πάρει για βάση, έτσι γινόταν στο κύκλο του Ugo Foscolo, εκεί όπου διαμορφώθηκε ο ποιητής των Ωδών, εκεί όπου έχτισε την λογοτεχνική του πείρα. Κι όπως γινόταν στον ίδιο κύκλο αυτή τη γλώσσα θα την πλουτίσει, θα την διαστίξει με λέξεις και τρόπους αρχαιότατους: παίρνει λέξεις από τους Αρχαίους, ακόμη και από τα γλωσσάρια ανακατώνει τύπους της αρχαίας μέσα στους τύπους της κοινής. Ο αρχαϊσμός του βέβαια, νιώθουμε πως είναι επιδερμικός: ασυναίρετα, περιφράσεις, λησμονημένα ονόματα για χώρες γνωστές, δίνουν στο λόγο του μία επιφανειακή αρχαιοπρέπεια, από τον Όμηρο φαίνεται πως δανείζετε εκφραστικούς τρόπους καθώς είναι πολύ χαρακτηριστική, η τοποθέτηση του άναρθρου επιθέτου μετά το ουσιαστικό. Από τους αρχαίους, όμως, ακόμη πιο ουσιαστικά – άμεσα από τον Όμηρο και τον Πίνδαρο, η έμμεσα από ιταλικά πρότυπα – θα πάρει τις υψηλές εικόνες, ανάλογες με τη μεγάλη στιγμή την οποία πάει να υμνήσει.
Την ίδια επεξεργασία θα κάνει και στον στίχο. Βάση κι εδώ το Λαϊκό: ο δεκαπεντασύλλαβος – μα κι αυτός πρέπει να εξαρχαϊστεί. Ο Κάλβος τον στάζει στα δύο του ημιστίχια, τα δουλεύει αυτόνομα, καταργεί την ρίμα, και κάνει έτσι έναν στίχο αρχαιότροπο πού θυμίζει και ιταλικά κλασικιστικά μετρικά συμπλέγματα, αλλά που συχνά φανερώνει την νεοελληνική του προέλευση. Δεν είναι σπάνιοι οι συνεχόμενοι στίχοι του, πού βαλμένοι ο ένας δίπλα στον άλλο απαρτίζουν κανονικούς δεκαπεντασύλλαβους.
Άγρια μεγάλα τρέχουσι τα βουνά της θαλάσσης
ή
Φαίνεται εις τον ορίζοντα ωσάν χαράς ιδέα.
Το δράμα του Ποιητή:
Μία δεύτερη γοητεία στην ποίηση του προέρχεται από το εσωτερικό δράμα του ποιητή όπως εκδηλώνεται μέσα στο έργο του.
Με έναν εσωτερικό κόσμο απελπισμένο, ζώντας μέσα στην δυνατή ατμόσφαιρα του ρομαντισμού, δάκρυα, μελαγχολία, απελπισία ,ερείπια και συννεφιασμένη ουρανοί, πάει να υμνήσει τα ηρωικά έργα ενός λαού πού ξανανεβαίνει στο φως της ελευθερίας γεμάτο ζωή. Η σύγκρουση ανάμεσα στην θλιβερή διάθεση και στην κλασικιστική μορφή δίνει ένα δραματικό τόνο σε όλο το έργο του.
Οι ιδέες:
Σε όλο το έργο του ποιητή, μέσα στους στίχους του, παίρνουν σάρκα και οστά οι ιδέες του. Αυτές που τρέφουν τον αναγεννημένο ελληνισμό. Υπερηφάνεια εθνική, φιλελευθερισμός, ηθική απασχόληση, ανακαινιστική διάθεση. Στο επίπεδο τούτο η σύνθεση είναι ολοκληρωμένη, μα στο επίπεδο της τέχνης δεν πραγματοποιήθηκε σύνθεση: έχουμε συναρμολόγηση των στοιχείων της παράδοσης χωρίς ενοποίηση.
Ο ποιητής ένιωσε την σημασία των στοιχείων αυτών, ένιωσε τη σημασία της σύνθεσης αλλά δεν μπόρεσε να την αρτιώσει. Έτσι αυτός όλος ο κόσμος, αυτός όλος ο πλούτος που δεν έφτασε να γίνει οργανισμός, δεν μπόρεσε να γίνει γόνιμος. Ο ίδιος ο ποιητής σταμάτησε μπροστά στο αδιέξοδο που προκαλούσε η διάσπαση του κόσμου του. Οι επόμενες γενιές που στάθηκαν συχνά με θαυμασμό μπροστά στις Ωδές του, αρνήθηκαν να πάρουν κι αυτές ένα δρόμο καταδικασμένο. Έτσι το έργο του Κάλβου έμεινε χωρίς κληρονομιά. Χρειάστηκε να περάσουν χρόνια να γίνει το ίδιο αυτό έργο στοιχείο της παράδοσης για να μπορέσει κάπως να αξιοποιηθεί, όταν ακέρια η παράδοση μίλησε ξανά μέσα στην ψυχή των Ελλήνων μετά την κάθαρση που εξασφάλισε ο δημοτικισμός: στην αρχή των καινούργιων πεπρωμένων του Κάλβου και της σημερινής δόξας του, μας την υπέδειξε ο Παλαμάς στην κοινή εκτίμηση των λογίων με μία διάλεξη του το 1889.
Προς το τέλος…
Το 1852 φεύγει για την Αγγλία, παντρεύεται εκεί την Charlotte Augusta Waddams και εργάζεται ως καθηγητής στο ιδιωτικό παρθεναγωγείο της γυναίκας του. Τα μόνα κείμενα που γνωρίζουμε ότι υπογράφει αυτή την εποχή είναι δύο ακόμη θρησκευτικές μεταφράσεις.
Αυτή η συνθήκη αυτοεξορίας στερεί από τον Κάλβο τον θάνατο στην πατρίδα, που ευχήθηκε να έχει σε μια από τις πρώτες του Ωδές.
Γλυκεία ελπίς, εάν χάσω σε,
και τι μοι μέλει ο βίος;
διά σε πνέω, και χαίρομαι,
και εάν μη ίδω•
προ της Ελλάδος του ιερού,
χορώ συμπεπλεγμένας,
Ελευθερίαν και Μούσας,
θάνατον θέλω.
Στις 3 Νοεμβρίου 1869 πεθαίνει και ενταφιάζεται στην μικρή πόλη Louth της Αγγλίας. Την επιχείρηση της μεταθανάτιας «επιστροφής» του στην Ελλάδα αναλαμβάνει ο Γ. Σεφέρης και η ελληνική πολιτεία, που φροντίζουν το 1960 για την μετακομιδή των οστών του Κάλβου και της γυναίκας του στη Ζάκυνθο.
ΠΗΓΕΣ:
Ψηφίδες για την Ελληνική Γλώσσα: Αγγέλα Γιώτη, 2013
Κ.Θ. Δημαράς, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ. ΓΝΩΣΗ, 2000
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΑ:
1818
Le Danaidi, tragedia di Andrea Calbo. Λονδίνο: Boyle & Callaghan.
1819
Ελπίς Πατρίδος. Ωδή εν τη τω νυν Ελλήνων διάλεκτω. Λονδίνο: Samuel Bagster. Ανατύπωση στην έκδοση
Ζαφειρίου, Λ. 2006. Ο Βίος και το έργο του Ανδρέα Κάλβου. Αθήνα: Μεταίχμιο.
1820
Italian Lessons in four parts. Λονδίνο: Alexander Black. [Μαθήματα Ιταλικών από τον Ανδρέα Κάλβο: Part I. The synopsis of the italian grammar, with exercises upon each rule. Part II. Translation of the first book of Robertson’s History of the reign of the Emperor Charles V. Part III. Saul,A tragedy by Vittorio Alfieri. Le Danaidi, tragedia di Andrea Calbo. Part IV. Extracts from Tasso, Ariosto, Petrarca and Dante. By Andrea Calbo].
Βιβλίον των δημοσίων προσευχών και της υπηρεσίας των μυστηρίων και άλλων εκκλησιαστικών θεσμών και τελετών, κατά το έθος της Ηνωμένης Εκκλησίας Αγγλίας και Ιβερνίας, ω προσετέθη το Ψαλτήριον του Δαυίδ και αι μετά τας Συναπτάς Επιστολαί και Ευαγγέλια. Μεταφρασθέν εκ της Αγγλικής εις την κοινήν της Ελλάδος διάλεκτον υπό Α.Κάλβου Ιωαννίδου. Λονδίνο: Samuel Bagster, 1820.
1824
Η Λύρα. Ωδαί Ανδρέα Κάλβου Ιωαννίδου του Ζακυνθίου. Γενεύη: Guil. Fick. Ψηφιοποιημένο αντίτυπο Βοδλειανής Βιβλιοθήκης (Οξφόρδη).
La Lyre patriotique de la Grèce, odes traduites du Grec moderne de Kalvos de Zante, μτφρ. στα γαλλικά Stanislas Julien. Παρίσι: librairie de Peytieux, galerie Delorme. Διαθέσιμο αντίτυπο στην Ψηφιοθήκη του Α.Π.Θ.
1826
Κάλβου και Χριστόπουλου, Λυρικά. Παρίσι: Jules Renouard. [Δίγλωσση έκδοση: ελληνικά και γαλλική μετάφραση από τον Pauthier de Censay.]
1864
Ωδαί Κάλβου του Ζακυνθίου (ανατυπωθείσαι κατά την παρισιανήν έκδοσιν του 1826). Αθήνα: τύποις Ζ. Γρυπάρη και Α. Καναριώτου. [Περιέχονται οι ωδές ΧΙ-ΧΧ και εννέα στροφές από την IV. Διαθέσιμο αντίτυπο στην Ψηφιοθήκη του Α.Π.Θ.]
https://sevenarts.tv/andreas-calvos/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου