Σάββατο 23 Μαΐου 2020

Η Καβαλερία ρουστικάνα (Cavalleria rusticana), μία όπερα του Πιέτρο Μασκάνι


Opera Profile: An Introduction To Mascagni's 'Cavalleria Rusticana ...

... Mamma quel vino è generoso...
Hanno ucciso compare Turiddu.

 του Γιώργου Δ. Μυλωνά

Η Καβαλερία Ρουστικάνα (σε ελεύθερη απόδοση «Αγροτική Ιπποσύνη», δηλαδή τα αριστοκρατικά ήθη των χωρικών) είναι μονόπρακτη όπερα του Πιέτρο Μασκάνι, σε λιμπρέτο από τον Τζοβάνι Ταρτζόνι Τοτσέτι και Γκουίντο Μενάσι, Βασισμένοι στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Τζοβάνι Βέργκα, μέσα από τη συλλογή Vita dei campi (αγροτική ζωή).


Η Καβαλερία Ρουστικάνα υπήρξε η πρώτη όπερα του Μασκάνι και είναι σίγουρα η πιο επιτυχημένη από τις δεκαέξι όπερες που έγραψε ο λιβορνέζος συνθέτης.

Η επιτυχία του εν λόγω έργου ήταν τεράστια, ήδη από την πρώτη φορά που εκτελέστηκε στο θέατρο Costanzi της Ρώμης, στις 17 Μαΐου 1890.

Η μονόπρακτη αυτή όπερα γραμμένη το 1889 μέσα σε λίγους μήνες, αποτελεί την πρώτη  όπερα του βερισμού και ταυτόχρονα  ένα από τα χαρακτηριστικότερα δείγματά του, δηλ. της ρεαλιστικής όπερας που άνθισε στην Ιταλία κατά τα τέλη του 19ου και τις αρχές του 20ού αιώνα.

Για την επιλογή της εν λόγω όπερας, μεγάλο  ρόλο έπαιξε το περιεχόμενό της και όλα εκείνα τα μηνύματα που θέλει να μεταδώσει, μέσω της ρεαλιστικής παρουσίασης της καθημερινότητας αλλά και των βίαιων παθών των απλών ανθρώπων, δίνοντας ταυτόχρονα έμφαση στα αναχρονιστικά τοπικά έθιμα και τις λαϊκές παραδόσεις περιοχών της Νότιας Ιταλίας, αποτελώντας έτσι, κατά κάποιον τρόπο, μια αντίδραση στον ιδεαλισμό της εποχής, ο οποίος αντλούσε τη θεματολογία του μέσα από τη ζωή των ευγενών, προβάλλοντας μια πλαστή και ωραιοποιημένη πραγματικότητα.  

Με άλλα λόγια, Καβαλερία Ρουστικάνα δεν επικεντρώνεται σε θεματολογία που έχει να κάνει με τη ζωή των θεών, ή άλλων μυθολογικών μορφών και βασιλιάδων αλλά, γενικότερα, παρατηρεί δίχως να επεμβαίνει τον απλό άνθρωπο και τα προβλήματα του.

Λίγα λόγια για τον Πιέτρο Αντόνιο Στέφανο Μασκάνι (1863-1945)

Στις 7 Δεκεμβρίου 1863 γεννιέται στο Λιβόρνο ο Πιέτρο Αντόνιο Στέφανο Μασκάνι, που θα γίνει γνωστός ως Πιέτρο Μασκάνι, δευτερότοκος γιος του αρτοποιού Ντομένικο Μασκάνι και της Εμίλια Ρεμπούα, ενώ την ίδια χρονιά γεννιέται επίσης στο Λιβόρνο και ο Τζοβάνι, Νάνι Ταρτζόνι-Τοτσέτι, φίλος και στενός συνεργάτης του Πιέτρο Μασκάνι, ένας από τους λιμπρετίστες της Cavalleria Rusticana.

Το 1876 ο Μασκάνι, με την υποστήριξη του θείου του Στέφανο, παρακολουθεί μαθήματα μουσικής με τον Αλφρέντο Σοφρεντίνι, ενώ γράφει την όπερα
Zilia, βασισμένη σε λιμπρέτο του Φελίτσε Ρομάνι.  Το 1884 διακόπτει τις σπουδές, αρνούμενος μια θέση κοντραμπασίστα στο Θέατρο  «dal Verme» του Μιλάνου, που του είχε εξασφαλίσει ο φίλος του, Πουτσίνι. Έτσι αρχίζει η περιπλάνησή του ως μαέστρου με διάφορους θιάσους οπερέτας. Τον Ιούλιο του 1888 δημοσιεύεται στο θέατρο Illustrato η αγγελία του οίκου Sonzogno για το δεύτερο διαγωνισμό μονόπρακτης όπερας.

Ο Μασκάνι αποφασίζει να πάρει μέρος και τον αμέσως επόμενο χρόνο αρχίζει την προετοιμασία για την όπερα που θα υποβάλει στο διαγωνισμό. Επιλέγει το έργο του Νικόλα Μιζάζι «Σύζυγος και ιερέας» και αναθέτει στον παιδικό φίλο του Τζοβάνι Ταρτζόνι-Τοτσέτι, στο Λιβόρνο, να γράψει το λιμπρέτο. Ο φίλος του αντιπροτείνει την Cavalleria Rusticana του βεριστή Τζοβάνι Βέργκα, που είχε ήδη διασκευαστεί για το θέατρο. Ο Μασκάνι συμφωνεί. Όμως οι προθεσμίες πιέζουν μιας και η όπερα θα πρέπει να υποβληθεί το αργότερο μέσα σε πέντε μήνες. Γι’ αυτό, ο Ταρτζόνι-Τοτσέτι καλεί σε συνεργασία έναν άλλο νεαρό ποιητή από το Λιβόρνο, τον Γκουίντο Μενάσσι. Οι δύο ποιητές υπογράφουν ένα από τα καλύτερα, σφιχτοδεμένα και πιο ισορροπημένα λιμπρέτα στην ιστορία της ιταλικής όπερας. Το Μάιο, λίγο μετά το γάμο του Πιέτρο με τη Λίνα, η μονόπρακτη όπερα Καβαλερία Ρουστικάνα αποστέλλεται στο Μιλάνο για να συμμετάσχει στο διαγωνισμό.  Στις 17 Μαΐου 1890, η Cavalleria Rusticana παρουσιάζεται σε πρώτη εκτέλεση στο Θέατρο Costanzi της Ρώμης, κερδίζοντας το πρώτο βραβείο στο διαγωνισμό. Ο θρίαμβος είναι τεράστιος. Το έργο αποκτά αμέσως μεγάλη φήμη και παρουσιάζεται στη Φλωρεντία, το Τορίνο, την Μπολόνια, το Παλέρμο, το Μιλάνο, τη Γένοβα, τη Νάπολη, τη Βενετία και την Τεργέστη. Το Δεκέμβριο ο Γκούσταβ Μάλερ διευθύνει το ανέβασμα της όπερας στη Βουδαπέστη. Ακολουθούν παραστάσεις στο Μόναχο, το Αμβούργο, την Πετρούπολη, τη Δρέσδη, το Μπουένος Άιρες, τη Βιέννη.

Ο Μασκάνι δεν θα καταφέρει ποτέ να ξεπεράσει την επιτυχία που βίωσε με την πρώτη του αυτή όπερα. Όλη η υπόλοιπη δουλεία του θα μείνει υπό τη σκιά της Καβαλερία Ρουστικάνα, ενώ οι ιταλικές Αρχές θα απουσιάσουν από την κηδεία του, τον Αύγουστο του 1945
, στη Ρώμη, ως ένδειξη διαμαρτυρίας για την φιλοφασιστική στάση του Μασκάνι, ο οποίος είχε μεταξύ άλλων γράψει την όπερα «Νερώνε», έναν ύμνο στον Μουσολίνι, με παταγώδη αποτυχία.  

Όμως η Cavalleria Rusticana φρόντισε να του χαρίσει την αιώνια δόξα. 

 
Λόγω της σύντομης διάρκειάς της, συχνά 
η Καβαλερία Ρουστικάνα ανεβαίνει μαζί με μια άλλη
 σύντομη όπερα, «Οι Παλιάτσοι» (1892) του Ruggero
 Leoncavallo. 
Αυτός ο μοναδικός συνδυασμός προτάθηκε
 ήδη το επόμενο έτος για το ντεμπούτο 
του Pagliacci στο Μητροπολιτικό Θέατρο
 της Νέας Υόρκης στις 22 Δεκεμβρίου 1893
 ενώ το ίδιο έκανε ο Mascagni, το 1926,
 στη Σκάλα του Μιλάνου, ανεβάζοντας την ίδια δουλειά. 
Επίσης, η Καβαλερία Ρουστικάνα ανέβηκε
 αρκετές μερικές φορές μαζί με το Zanetto, 
έργο του ιδίου συνθέτη.






Η πρωτοτυπία του έργου

Η πρωτοτυπία του Μασκάνι αξιοποιείται όταν ασχολείται με τις κλειστές μορφές παράδοσης.  Η δραματική αυτή ιστορία απαιτεί την εισαγωγή ενός τραγουδιού.
Η Σικελία παρουσιάζεται έτσι ακριβώς όπως ήταν: κυριευμένη από μεσαιωνικές αναχρονιστικές αντιλήψεις οι οποίες στοίχειωναν για αιώνες την κοινωνία του νησιού, εμποδίζοντας τους κατοίκους του να ελπίζουν για ένα καλύτερο μέλλον. Η πατριαρχική καταπιεστική κοινωνία του νησιού απαγορεύει ακόμα και τον εκκλησιασμό στη γυναίκα, τη στιγμή που ο άντρας έχει μία εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση. Η μονομαχία για λόγους τιμής είναι άλλο ένα χαρακτηριστικό της φεουδαρχικής κοινωνίας του νησιού.             Η εκκλησία και η ταβέρνα είναι τα μόνα μέρη συνάθροισης των φτωχών χωρικών του Vizzini. Με την προσθήκη των τραγουδιών, επιτυγχάνεται η τήρηση της αρχής της «αλήθειας» (Βερισμός), ενώ η όπερα μετασχηματίζεται σε ένα μουσικό δράμα.


Οι χαρακτήρες:
·      Santuzza, νεαρή αγρότισσα, μνηστή του Τουρίντου 
        (σοπράνο)  
·      Τουρίντου, νεαρός αγρότης (τενόρος)
·      Λουτσία, μητέρα του Τουρίντου (κοντράλτο) 
·      Άλφιο, πλούσιος καροτσιέρης, σύζυγος της Λόλα 
      (βαρύτονος)
·      Λόλα, σύζυγος του Άλφιο και ερωμένη του Τουρίντου 
       (μέτζο- σοσπράνο)



Λίγα λόγια για την ιστορία της σύνθεσης

Πριν από την Καβαλερία Ρουστικάνα, ο Μασκάνι ήταν ένας ασήμαντος νεαρός μουσικός. Είχε ήδη ξεκινήσει να γράφει δύο όπερες, όταν έμαθε για το διαγωνισμό νέων ταλέντων του μιλανέζικου οίκου Casa Edoardo Sonzogno: οι υποψήφιοι συνθέτες καλούνταν να καταθέσουν μια μονόπρακτη όπερα και οι τρεις καλύτερες όπερες θα κέρδιζαν ως βραβείο την παρουσίασή τους στο Θέατρο Costanzi της Ρώμης με έξοδα που θα αναλάμβανε ο Sonzogno. Ο νεαρός Μασκάνι, ζήτησε από το φίλο του Ταρτζόνι-Τοτσέτι, ποιητή και καθηγητή Λογοτεχνίας, να βρει μια σύντομη ιστορία και να την μετατρέψει σε λιμπρέτο. Αυτός επέλεξε την Καβαλερία Ρουστικάνα του Βέργκα και ξεκίνησε τη διασκευή, βοηθούμενος από το συνάδελφό του Μενάσι.

Όμως τα χρονικά περιθώρια ήταν πολύ ασφυκτικά αφού ο Μασκάνι πληροφορήθηκε για την ύπαρξη του διαγωνισμού μόλις δύο μήνες πριν από τη λήξη της κατάθεσης συμμετοχής. Έτσι οι δημιουργοί αναγκάστηκαν να δουλεύουν ταυτόχρονα, πράγμα ασυνήθιστο. Οι δύο καθηγητές έστελναν στο Μασκάνι το λιμπρέτο τμηματικά, συχνά γραμμένο στην πίσω μεριά κάποιας αναμνηστικής κάρτας, και αυτός συνέθετε τη μελωδία κομμάτι-κομμάτι, ενίοτε χωρίς να γνωρίζει πώς ακριβώς θα είναι η συνέχεια. Τελικά το έργο ολοκληρώθηκε την τελευταία στιγμή και υποβλήθηκε στην κριτική επιτροπή με τη λήξη της προθεσμίας. Παρόλα αυτά κατάφερε να ξεχωρίσει ανάμεσα σε 72 ακόμα όπερες και πήρε το δρόμο για το φημισμένο Θέατρο Κονστάντσι της Ρώμης. Η πρεμιέρα έλαβε χώρα το Μάιο του 1890 και ήταν θριαμβευτική - λέγεται πως το κοινό καλούσε με τα χειροκροτήματά του όλο το βράδυ το Μασκάνι στη σκηνή για να τον αποθεώσει. Με την πρώτη του προσπάθεια, ο μόλις 26 ετών συνθέτης μπήκε στο πάνθεον της ιταλικής όπερας, έστω κι εάν στη συνέχεια δεν μπόρεσε να επαναλάβει το κατόρθωμα με ένα έργο αντίστοιχης αξίας. Μέχρι σήμερα, η Καβαλερία Ρουστικάνα είναι μια από τις πλέον πολυπαιγμένες όπερες παγκοσμίως.
 
Η Καβαλερία Ρουστικάνα παρουσιάζει αρκετά 
παραδοσιακά στοιχεία της όπερας όπως την αρμονία,
 την ελκυστική μελωδική φλέβα, την οργάνωση σε
 κλειστούς αριθμούς κάτι όμως που είχε ήδη 
θεωρηθεί ξεπερασμένο από τον Verdi στον Οθέλλο του 1887.
 Ωστόσο, η αγροτική και απλή ατμόσφαιρα στο παθιασμένο 
και ηλιόλουστο κλίμα του νησιού της Μεσογείου κυριαρχεί. 
Με τη Cavalleria rusticana ο συνθέτης ξεκίνησε και καθιέρωσε
 το ρεαλισμό στη μουσική.

Αυτή η εξαιρετική επιτυχία δεν μπόρεσε ποτέ να επαναληφθεί
 από τον συνθέτη, ο οποίος συνέχισε έργα όπως «ο φίλος 
Fritz» (1891),  «Iris» (1898) και «οι Μάσκες» (1901) τα δύο
 τελευταία σε λιμπρέτο του Luigi Illica και το «Parisina» (1913),
 αποτέλεσμα της συνεργασίας του με τον 
Gabriele D'Annunzio. 
Μέσα σε λίγους μήνες η Cavalleria Rusticana ανέβηκε
 σε μεγάλες πόλεις της Ευρώπης και της Αμερικής, 
ενώ για περισσότερο από έναν αιώνα ήταν μέρος του
ρεπερτορίου των σημαντικότερων τραγουδιστών και 
μαέστρων. 
 
 
 
Μουσικά όργανα: 
 
Η παρτιτούρα του Μασκάνι προέβλεπε τη χρήση των
 παρακάτω οργάνων:
·      2 οταβίνι πίκολι, 
·      2 φλάουτα, 
·      2 όμποε, 
·      2 κλαρινέτα, 
·      2 φαγκότα,
·      4 κόρνα, 
·      2 τρομπέτες, 
·      3 τρομπόνια,
·      3 άρπες (2 στην ορχήστρα και μία άλλη επί της σκηνής)
·      1 τούμπα
·      Όργανο
·      Έγχορδα ορχήστρας (βιολιά, βιόλα, βιολοντσέλο, κλπ.)
·      Τύμπανα, γκρανκάσα, πιαττίνια, τρίγωνα, σωληνοειδείς
        καμπάνες, φρούστα
 

Οι 13 σκηνές του μονόπρακτου:
 
Σκηνή 1η  – Με την αυλαία χαμηλωμένη. 
Ακούγεται ο Τουρίντου να τραγουδάει στη σικελική διάλεκτο.
 
Σκηνή 2η  – Ξημέρωμα. Σικελία. Η σκηνή είναι άδεια.
 Στο κάτω μέρος, στα δεξιά, η Εκκλησία. 
Αριστερά, η ταβέρνα και το σπίτι της μάμμα Λουτσία.
 Είναι μέρα του Πάσχα.
Ακούγεται χορωδία, μπαίνουν στη σκηνή οι άνδρες
 και οι γυναίκες που επιστρέφουν από την εργασία και
 προετοιμάζονται για να γιορτάσουν, περνούν τη σκηνή
 και βγαίνουν.
 
Σκηνή 3η  - Σαντούτσα και Λουτσία. 
Η Σαντούτσα εισέρχεται, χαιρετώντας τη Λουτσία, 
η οποία μένει έκπληκτη και ρωτάει για τον Τουρίντου.
 
Σκηνή 4η  - Σαντούτσα, Λουτσία και Άλφιο. 
Ο Άλφιο, ο καροτσέρης, μπαίνει τραγουδώντας χαρούμενα 
και ζητά ένα ποτήρι κρασί, πριν να πάει για τη δουλειά..
Ο Alfio πρόκειται να εργαστεί και ζητά ένα ποτήρι κρασί.
 Ακούγεται η χορωδία που τραγουδάει  «Αλληλούια» 
και ο καροτσέρης καλεί τους άλλους να πάνε στην εκκλησία.
Όλοι φεύγουν από τη σκηνή, εκτός από τη Σαντούτσα 
και τη Λουτσία.
 
Σκηνή 5η  - Σαντούτσα και Λουτσία. 
Ο Σαντούτσα λέει στη μητέρα του Τουρίντου ότι τον αγαπά
 και ότι είναι δική του, αλλά ότι εξακολουθεί εκείνος να είναι
 ερωτευμένος με τη Λόλα και ότι την φλερτάρει παρόλο που
 εκείνη είναι παντρεμένη. Η Λουτσία βγαίνει για να πάει στην
 εκκλησία.
 
Σκηνή 6η  - Σαντούτσα και Τουρίντου. 
Μπαίνει ο Τουρίντου και η Σαντούτσα του λέει ότι γνωρίζει
 για εκείνον και τη Λόλα, αλλά εκείνος αρνείται τα πάντα.
 
Σκηνή 7η  - Σαντούτσα, Τουρίντου και Λόλα. Η Λόλα φτάνει, 
ανταλλάσσει λίγα λόγια και με τους δύο και μπαίνει 
στην εκκλησία.
 
Σκηνή 8η  - Σαντούτσα και Τουρίντου. Ο Τουρίντου και η 
Σαντούτσα λογομαχούν ότι ο νεαρός ωθεί το κορίτσι που 
πέφτει στο έδαφος.
 
Σκηνή 9η  - Σαντούτσα και Άλφιο. Ο Άλφιο έρχεται
 ρωτώντας για τη λειτουργία και η Σαντούτσα να πνιγμένη 
από το άγχος για το γεγονός ότι ο Τουρίντου ακλούθησε 
τη Λόλα, λέει στο σύζυγο της Λόλα για τη σχέση της γυναίκας
 του με τον Τουρίντου. Αρχικά, ο Άλφιο δεν την πιστεύει, 
αλλά στη συνέχεια πείθεται και ορκίζεται ότι πριν 
από το βράδυ θα ξεπλύνει τη ντροπή. 
Συμφωνικό intermezzo.
 
Σκηνή 10η  - Τουρίντου, Λόλα και χορωδία
Όλοι βγαίνουν από την εκκλησία, η Λουτσία διασχίζει
 τη σκηνή και μπαίνει στο σπίτι.
Ο Τουρίντου και η Λόλα συμμετέχουν στη χορωδία
 και μπαίνουν στην ταβέρνα όπου πίνουν και κάνουν
 προπόσεις.
 
Σκηνή 11η - Τουρίντου, Λόλα, χορωδία και Άλφιο
Ο Άλφιο εισέρχεται και ο Τουρίντου τον καλεί να πιεί,
 ο Άλφιο αρνείται και ενώ οι δύο αρχίζουν τον διαπληκτισμό 
που θα τους οδηγήσει στη μονομαχία, οι γυναίκες τραβούν
 τη Λόλα από τη σκηνή.
 
Σκηνή 12η  - ο Τουρίντου και η μητέρα του
Ο Τουρίντου αποχαιρετά τη μητέρα του και αφήνει τη σκηνή.
 
Σκηνή 13η - Λουκία, Σαντούτσα και χορωδία
Η Σαντούτσα είδε τον Τουρίντου να βγαίνει από το σπίτι της
 Λουτσία σαν τρελός.
Οι δύο γυναίκες, διαισθάνονται πως πλησιάζει η συμφορά,
 αγκαλιάζουν η μία την άλλη, ενώ οι ψίθυροι που μόλις 
ακούγονται απ’ έξω μετατρέπονται σιγά σιγά σε μια κραυγή
 γυναικών: "Σκότωσαν τον Τουρίντου ". 
Η Σαντούτσα καταρρέει, η Λουτσία λιποθυμά
 και υποστηρίζεται από γυναίκες, καθώς η αυλαία πέφτει
 γρήγορα.



Τόπος:     Vizzini, ένα χωριό της Νοτιοανατολικής Σικελίας

Χρόνος:    Πάσχα


Σύνοψη έργου: Ο νεαρός Τουρίντου Μάκα επιστρέφει στο Vizzini, ένα χωριό της Σικελίας, ύστερα από τη στρατιωτική του θητεία. Εκεί βρίσκει την αγαπημένη του Λόλα παντρεμένη με τον πλούσιο καροτσέρη Άλφιο. Έτσι αποφασίζει να την εκδικηθεί, συνάπτοντας δεσμό με τη Σαντούτσα, μία νεαρή αγρότισσα. Η Λόλα, θα επιστρέψει στην αγκαλιά του, ξεκινώντας έναν παράνομο και συνάμα μοιραίο δεσμό.

Οι χωρικοί αρχίζουν να συρρέουν στην πλατεία για να γιορτάσουν την Ανάσταση.  Εκεί βρίσκεται η ταβέρνα της μητέρας του Τουρίντου, τη Λουτσία. Ενώ όμως όλοι ασχολούνται με τη λαμπρή αυτή μέρα, η Σαντούτσα υποψιάζεται ότι ο Τουρίντου την απατά με τη Λόλα. Ξεκινά έτσι να εκμυστηρεύεται τις υποψίες της στη Λουτσία.

Η συζήτηση διακόπτεται από τον Άλφιο, ο οποίος ζητά κρασί. Η Λουτσία απαντά πως έχει τελειώσει, αλλά περιμένει να φέρει προμήθειες ο Τουρίντου από το Φρανκοφόντε.
Ο Άλφιο φεύγει αλλά θυμάται πως τον είδε την αυγή κοντά στο σπίτι του.

Η Λουτσία αρνείται να πιστέψει τη Σαντούτσα και μπαίνει στην εκκλησία. Η Σαντούτσα παραμένει έξω, απαγορεύεται να μπει αφού κοιμάται με τον Τουρίντου χωρίς να έχουν παντρευτεί. Ο Τουρίντου φτάνει στην πλατεία. Η Σαντούτσα του λέει πως τα ξέρει όλα. Τότε περνά από μπροστά τους η Λόλα, κατευθυνόμενη προς την εκκλησία, ο Τουρίντου την ακολουθεί. Η Σαντούτσα τον εκλιπαρεί να μείνει κοντά της. Εκείνος την σπρώχνει, πετώντας την στο χώμα και μπαίνει στο ναό.

Η Σαντούτσα, για να τον εκδικηθεί ομολογεί στον Άλφιο τον παράνομο δεσμό των συντρόφων τους. Θα το μετανιώσει αμέσως, όμως είναι αργά. Ο Άλφιο  βρίσκει και προκαλεί τον Τουρίντου σε μυστική μονομαχία, που θα είναι μέχρι θανάτου, αφού ο Τουρίντου τον δάγκωσε στο αυτί.

Ο Τουρίντου, προετοιμάζει τη μητέρα του, ζητώντας της να είναι καλή με τη Σαντούτσα, εάν κάτι του συμβεί.

Ενώ η Λουτσία τριγυρνά γεμάτη δάκρυα έξω από το σπίτι της, την πλησιάζει και την αγκαλιάζει η Σαντούτσα. Οι χωρικοί μαζεύονται πάλι στην πλατεία, ενώ ακούγονται από μακριά γυναικείες φωνές: «Σκότωσαν τον Τουρίντου». Οι δύο γυναίκες, καταρρέουν.


Σημαντικές – επιτυχημένες παραστάσεις:

Μετά την εξαιρετική επιτυχία της νουβέλας Καβαλερία 
Ρουστικάνα του Τζοβάνι Βέργκα,  ο ίδιος ο συγγραφέας
 προέβλεψε την θεατρική του προσαρμογή, μετατρέποντάς
 την σε μονόπρακτο δράμα για το θέατρο, το πρώτο που 
ακολουθεί τις αρχές του κινήματος του βερισμού. 
Ο Βέργκα προανήγγειλε το δράμα «σαν ένα λογοτεχνικό
 γεγονός στο αναιμικό μας θέατρο» και παραβρέθηκε 
στις πρόβες του έργου από τον θίασο του Cesare Rossi,
 ο οποίος τελικά το παρουσίασε για πρώτη φορά στο Θέατρο
Carignano στο Τορίνο στις 14 Ιανουαρίου του 1884, έχοντας 
ως πρωταγωνίστρια την εξαιρετική Eleonora Duse 
στο ρόλο της Σαντούτσα. Η μεταφορά της ιστορίας στο
 θέατρο ανέδειξε τα ανθρωπολογικά στοιχεία και τα έθιμα του
 σικελικού κόσμου. Το έργο έγινε γρήγορα κλασικό 
στο θέατρο του βερισμού.
 
Ο εικοσάχρονος τότε Πιέτρο Μασκάνι, είχε την ευκαιρία
 να παρακολουθήσει το δράμα στο Μιλάνο λίγες εβδομάδες
 αργότερα. 
 
Η πρώτη παράσταση της όπερας θα λάβει χώρα ,
 στις 17 Μαΐου 1890 στο θέατρο Κοστάντσι της Ρώμης. 
Στο αριστούργημα του Μασκάνι θα αναλάβουν δύο από τους
 πρωταγωνιστικούς ρόλους το ζευγάρι Gemma Bellincioni 
και Roberto Stagno υπό τη διεύθυνση του Leopoldo Mugnone
 και θα λάβουν τις θριαμβευτικές επευφημίες του κοινού 
και των κριτικών, αφού έμειναν αξιομνημόνευτα στα χρονικά
 της ιστορίας του θεάτρου τόσο ο θρίαμβος όσο και τα 
ασταμάτητα χειροκροτήματα που δέχθηκε η παράστασή τους
 από το κοινό.
 
Η Καβαλερία Ρουστικάνα ανέβηκε το Δεκέμβριο του 1917 στο Βασιλικό Θέατρο της Μαδρίτης, επίσης με τεράστια επιτυχία. Ο Luigi Rossi Morelli ήταν στο ρόλο του Άλφιο.
Όμως για να πάρουμε απλά μια ιδέα της επιτυχίας του έργου του Μασκάνι, πρέπει να σκεφτούμε μόνο ότι μέχρι το θάνατό του δημιουργού το 1945, το έργο είχε ήδη παιχτεί για περισσότερες από δεκατέσσερις χιλιάδες φορές μόνο στην Ιταλία!

To 1968, ο Χέρμπερτ Φον Κάραγιαν θα ανεβάσει την εν λόγω όπερα στη Σκάλα του Μιλάνου, γνωρίζοντας τεράστια επιτυχία. 
 

Κινηματογραφικές εκδόσεις  και μουσικές ηχογραφήσεις της cavalleria rusticana

Η Καβαλερία Ρουστικάνα έχει μεταφερθεί πολλές φορές στον κινηματογράφο. Ξεχωρίζουν οι ταινίες Fatal Desire (Μοιραία Επιθυμία) γυρισμένη το 1953, με πρωταγωνιστή τον Άντονι Κουίν ο οποίος είχε μεταγλωττιστεί στα τραγούδια από τον Τίτο Γκόμπι, και Καβαλερία Ρουστικάνα του Φράνκο Τζεφιρέλι, γυρισμένη το 1982 με πρωταγωνιστή τον Πλάθιντο Ντομίνγκο.

Επίσης διάφορα μουσικά μέρη από την όπερα έχουν χρησιμοποιηθεί ως ηχητική σε ταινίες. Είναι χαρακτηριστική η σκηνή στην ταινία «Ο Νονός 3», όπου μια παράσταση της Καβαλερία Ρουστικάνα γίνεται το φυσικό σκηνικό, μέσα στο οποίο η σικελική μαφία «Κόζα Νόστρα» θα λύσει τους λογαριασμούς της με την οικογένεια των Κορλεόνε.
 
Άλλες κινηματογραφικές εκδόσεις της Καβαλερία 
Ρουστικάνα έγιναν το 1916, σε σκηνοθεσία Ugo Falena, 
το 1924, σε σκηνοθεσία: Carmine Gargiulo και το 1939, 
σε σκηνοθεσία Amleto Palermi.
 
 
Ηχογραφήσεις της Καβαλερία Ρουστικάνα και με … 
ελληνικό ενδιαφέρον:
 
·      1953 Μαρία Κάλλας (Σαντούτσα), Τζουζέπε Ντι 
       Στεφάνο (Τουρίντου), Ρολάντο Πανεράι (Άλφιο), 
        Άννα Μαρία Κανάλι (Λόλα), Έμπε Τικόζζι (Λουτσία), 
        διεύθυνση – παραγωγή: Tullio Serafin
·      1965  Fiorenza Cossotto(Σαντούτσα) , 
         Carlo Bergonzi (Τουρίντου), ο Giangiacomo Guelfi
        (Άλφιο), διεύθυνση Herbert von Karajan
·      1966 Έλενα Σουλιώτη (Σαντούτσα), 
        Μάριο Ντελ Μονάκο (Τουρίντου),
        Τίτο Γκόμπι (Άλφιο), διεύθυνση Silvio Varviso
·      1978 Ρεντάτα Σκόττο (Σαντούτσα), 
        Πλασίντο Ντομίγκο (Τουρίντου), 
        Πάμπλο Ελβιάρα (Άλφιο), διεύθυνση James Levine
·      1989 Αγνή Μπαλτσά (Σαντούτσα),
        Πλάσιντο Ντομίγκο (Τουρίντου), Juan Pons (Άλφιο), 
        Διεύθυνση Giuseppe Sinopoli
·      Το τραγούδι «Μασκάνι» του Andrea Bocelli 
        επαναλαμβάνει το θέμα του Intermezzo της 
         Cavalleria rusticana.
 
 
Η Alitalia και η Καβαλερία Ρουστικάνα
Επίσης, η αεροπορική εταιρεία Alitalia αφιέρωσε στο Μασκάνι
 ένα MD-11 McDonnel Douglas,  I-DUPB, που παραδόθηκε
 στην εταιρεία στις 30 Μαρτίου 1993.


… και σε διαφημίσεις
Στην Ιταλία, μέρη από την Καβαλερία Ρουστικάνα έχουν
 χρησιμοποιηθεί σε διαφημιστικά σποτ της  Ferrero Rocher 
και της εταιρείας ηλεκτρικής ενέργειας Enel (2011).
 

Η Μαρία Κάλλας ως… Σαντούτσα
Η Ελληνίδα υψίφωνος Μαρία Κάλλας, η απόλυτη παγκόσμια
 ντίβα στο χώρο του λυρικού θεάτρου,  είχε το ρόλο 
της Σαντούτσα στην παράσταση που ανέβηκε στο
 Εθνικό Θέατρο της Αθήνας στις 6 Μαΐου του 1944.  
 
Βιβλιογραφία
·      Mallach, Alan (2002). Pietro Mascagni and His Operas. Boston: Northeastern University Press. ISBN 1-55553-524-0.
·      Pietro Mascagni, Cavalleria Rusticana, σειρά Opern der Welt, επιμέλεια Kurt Pahlen, Piper Schott-Serie Musik, Mόναχο, 1990. 
·      Ιωάννης Δ. Τσόλκας, Ιστορία της Ιταλικής Λογοτεχνίας, εκδόσεις Πεδίο Α.Ε., 2015, Αθήνα
·      Λιμπρέτο με ελληνική μετάφραση, ιστοχώρος του ΟΜΜΘ
·      Maria Angela Cernigliano, Musica, cinema, e teatro, ed. Edilingua 2013, Roma,
·      Lucia Alessio, Andreina Sgaglione, Invito a teatro, ed. Edilingua, 2007, Roma,
·      Η καταιγιστική μαγεία του Πιέτρο Μασκάνι, εφ. Ναυτεμπορική, 29-10-2004
·      Mascagni and Mussolini, http://jcarreras.homestead.com/rrmascagnimussolini.html
·      Matteo Sansone, Verga and Mascagni: The Critics' Response to 'Cavalleria Rusticana', in Music & Letters, vol. 71, nº 2, 1990, pp. 198-214.
  • Enciclopedia Bompiani-Musica, Milano (εκδ. ΑΛΚΥΩΝ, 1985)
·       Alan Mallach, Mascagni, Marat, and Mussolini A Study in Ambivalence and Accommodation, in The Opera Quarterly, vol. 11, nº 2, 1995, pp. 55-80.
·      Pietro Mascagni: A Bio-Bibliography, Roger Flury, Westport, Conn.: Greenwood Press, 2001
·      Libretto n. 12, prima stesura per www.librettidopera.it: agosto 2012 (ultimo aggiornamento: 03/01/2016)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου