Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Αυτός, ο διαφορετικός, Πιερ Πάολο

Αποτέλεσμα εικόνας για Παζολίνι

Ο ​​θάνατος του Πιερ Πάολο Παζολίνι ήταν βασανιστικός. Δολοφονήθηκε άγρια τα ξημερώματα της 2ας Νοεμβρίου του 1975, στην παραλία της Οστια, έξω από τη Ρώμη, σε ηλικία 53 ετών. Για τον φόνο ομολόγησε και καταδικάστηκε ένας εκπορνευόμενος 17χρονος, ο Πίνο Πελόζι. Oμως, 30 χρόνια αργότερα, το 2005, ο Πελόζι απέσυρε την ομολογία του, δηλώνοντας πως, αφού ήταν πλέον νεκροί όλοι όσοι απειλούσαν τον ίδιο και την οικογένειά του, ήρθε η ώρα να πει την αλήθεια. Το έγκλημα ήταν πολιτικό και όχι σεξουαλικό. Κατονόμασε τους δράστες, νεοφασίστες, μαφιόζους και αποβράσματα. Δημοσιογράφοι που διερεύνησαν την υπόθεση, κατέτειναν στο συμπέρασμα ότι αιτία ήταν η γνώση του Παζολίνι για πρόσωπα της ιταλικής πολιτικής και τις διασυνδέσεις τους με τον κόσμο της μαφίας. Eνα χρόνο νωρίτερα είχε αναφερθεί δημόσια στους «γνωστούς άγνωστους» εγκληματίες. Η υπόθεση, πάντως, δεν εξιχνιάστηκε ποτέ. Ο ενδιάμεσος χρόνος πύκνωσε αμφιβολίες που εκδηλώθηκαν από την πρώτη στιγμή, ο σύνθετος και αντιφατικός χαρακτήρας του Παζολίνι άφηνε πολλά περιθώρια για παρερμηνείες, ο μύθος που περιέβαλε τον ίδιον και το έργο του συμπλεκόταν με τον θάνατό του σε τέτοιο σημείο που τα βιογραφικά του άρχιζαν και με αναφορά στο τέλος της ζωής του. Γέννηση και θάνατος στην ίδια φράση, όχι ως πληροφορία αλλά ως αποθέωση της παραδοξότητας και του μυστηρίου. Το 2005 ήταν πολύ αργά για την αποκατάσταση της αλήθειας.

ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ, 9 Σεπτεμβρίου 2018

Το μεγάλο αναδρομικό αφιέρωμα στην Ταινιοθήκη της Ελλάδος (από την ερχόμενη Τετάρτη, 12 Σεπτεμβρίου έως και τις 20 του μηνός) είναι μια πρόσκληση σε έναν κόσμο ταραγμένο, εξεγερμένο, πλούσιο σε ιδέες και πάθη (της δεκαετίας ’60 -70), έναν άνθρωπο εξίσου «εξεγερμένο», ακραίο και ασυμβίβαστο, έναν δημιουργό που πρόσφερε με το έργο του μια ρεαλιστική και συμβολική αποτύπωση της πραγματικότητας. «Μου είπαν ότι έχω τρία είδωλα: τον Χριστό, τον Μαρξ και τον Φρόιντ. Αυτά είναι φόρμουλες. Το μόνο μου είδωλο είναι η πραγματικότητα», διακήρυσσε. Από την αρχή του ’60 έως τα μέσα του ’70 (1975, γύρισε την τελευταία ταινία του «Σαλό ή 120 μέρες στα Σόδομα»), ο Παζολίνι έπλασε την κινηματογραφική του υπόσταση, παράλληλα με άλλες δραστηριότητες (ποίηση, συγγραφή, έντονη πολιτικοποίηση, κ.ο.κ.), συνθέτοντας πολλές περσόνες σε μία. Ενέπνευσε, στοίχειωσε ίσως, σκηνοθέτες και θεωρητικούς, έζησε μέσα σε θρύλους και παραδόσεις, τράβηξε νωρίς τις διαχωριστικές γραμμές του, συγκρούστηκε με το κατεστημένο, πολιτικό και κοινωνικό, ό,τι κι αν αυτό σημαίνει σε ένα λεξιλόγιο, σήμερα παρωχημένο, υπερασπίστηκε τη διαφορετικότητα, τη συγκρότηση μιας ταυτότητας που, όπως αποδείχτηκε, δεν χωρούσε σε ιδεολογικοπολιτικά στεγανά.

Στη μυθιστορηματική βιογραφία του Ντομινίκ Φερναντέζ «Εγώ ο Πιερ Πάολο στα χέρια του αγγέλου» (1985, στα ελληνικά εκδ. Αστάρτη), υπάρχει ένα σημείο, μεταξύ πολλών άλλων, κομβικό. Η αναφορά του Παζολίνι στον Καραβάτζο, ίσως το alter ego του. Τον ζωγράφο που «έκρυβε το μυστικό του μέσα στο έργο του». Ο Δαυίδ κρατάει το κομμένο κεφάλι του Γολιάθ, αυτοπροσωπογραφία του καλλιτέχνη. «Οι εικονογραφικές επινοήσεις του ζωγράφου με μυούσαν στις αυτοκτόνες ονειροπολήσεις του ανθρώπου. Ανακάλυπτα τη γοητεία που εξασκούν πάνω σ’ ένα μεγάλο δημιουργό οι δεκαοχτάχρονοι δήμιοι», «αφηγείται» ο Παζολίνι διά χειρός Φερναντέζ. Ο εννοών ωφεληθήτω. Ο Παζολίνι δεν ωφελήθηκε. Ηξερε το τέλος του αλλά δεν θέλησε να το εμποδίσει; Είτε αυτό συνδεόταν με τις σεξουαλικές προτιμήσεις του είτε με τις πολιτικές πεποιθήσεις του.

Επιστρέφουμε στον Παζολίνι όχι μόνο για τις ταινίες του. Αλλά και γι’ αυτό που ήταν. Εκεί που οι κριτικοί περίμεναν την πρόκληση ή τη βλασφημία για να τον αποθεώσουν, εκείνος γύριζε τη «Μήδεια», μια ταινία σχεδόν χωρίς καθόλου διάλογο, μια αλληγορία απο-ιεροποίησης: η βαρβαρική μαγεία του παλιού κόσμου σαρώνεται από τον νέο πολιτισμό της λογικής. Δεν συμβιβάστηκε, δεν συμφιλιώθηκε ποτέ, με εκείνο που περίμεναν οι άλλοι από τη στάση ή από το έργο του. Είχε τη δυσκολία του ανθρώπου που δεν βολεύεται, δεν επαναπαύεται, αρνείται την εύκολη αναγνώριση, τον εφησυχασμό. Ακολούθησε μια αντιδημοφιλή ζωή, χωρίς να ενδιαφέρεται για την υστεροφημία του. Εζησε όπως ήθελε. Το κόστος, το υπολογίζουμε σήμερα εμείς, αποτιμώντας τη ζωή του· εκ των υστέρων.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου