Tη χρονιά
που μας πέρασε (2017) γνώρισαν ημέρες δόξας, θριάμβου και ηθικής ανάτασης
αρκετά από τα ρατσιστικά, ξενοφοβικά, φασίζοντα κόμματα της άκρας δεξιάς στη
Ευρώπη.
Το 2017 ήταν
έτος καλής σοδειάς ψήφων για αυτά και απέδειξε ότι ακόμη και η απίστευτη
ναζιστική κτηνωδία έχει ρομαντικούς νοσταλγούς που δεν την λησμονούν, ούτε
βάζουν μυαλό, αλλά αντίθετα την αποκαθιστούν ωσάν να επρόκειτο για καμιά
παραγνωρισμένη λαμπρή σελίδα κύδους, δόξας και πολιτισμού για την οποία οι
άνθρωποι (οι Γερμανοί εδώ) οφείλουν να είναι υπερήφανοι και να της αποτίνουν
τον αναλογούντα φόρο τιμής.
Μιλάμε
βέβαια για την απενοχοποίηση και αποπεριθωριοποίηση του ακροδεξιού
φιλοναζιστικού AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία), που ενώ έβλεπε τη
Μπούντεσταγκ με τα κιάλια, ανίκανο να συγκεντρώσει το ποθητό 5%, για να μπει σε
αυτό, τον περασμένο Σεπτέμβριο –ω του θαύματος!- πήρε σχεδόν 13% και μπήκε στη
βουλή με το σπαθί του για να αναλάβει ασμένως τα καθήκοντα της Αξιωματικής
Αντιπολίτευσης κάνοντας τη ζωή της κυβέρνησης δύσκολη, οψέποτε αυτή ήθελε
προκύψει. Πολλοί βεβαίως εξέφρασαν ζωηρή ανησυχία διότι ήταν η πρώτη φορά που
ένα ακροδεξιό φιλοναζιστικό κόμμα απειλούσε το γερμανικό δημοκρατικό τόξο του Κοινοβουλίου
της.
Δικαίωση
ντροπής
Αποτελεί μια
σαφή απενοχοποίηση και πλήρη αποκατάσταση των πλέον ειδεχθών εγκλημάτων στην
νεότερη ιστορία του ανθρώπου, που επί των ημερών μας ζυγίζονται,
επανεκτιμώνται, δικαιώνονται και οι διαπράκτες τους ανακηρύσσονται
παρεξηγημένοι ήρωες που πρόσφεραν τα μέγιστα στην ανθρωπότητα και αυτή η
«αχάριστη» αντί να τους τιμήσει δεόντως, τους κατεδίκασε (μολονότι ουκ ολίγοι
τη γλύτωσαν και μάλιστα συνέχισαν συνεργαζόμενοι με τους Δυτικους Συμμάχους για
να προστατεύσουν από κοινού την Ευρώπη από την απειλή του κομουνισμού) αντί να
τους παρασημοφορήσει δικαιώνοντας τους για ανεκτίμητες υπηρεσίες προσφερθείσες
στο γερμανικό έθνος και κατ’επέκταση σε ολόκληρη την ανθρωπότητα;
Πώς στην
οργή συνέβη αυτή η αναβίωση του ναζισμού στη μεταμοντέρνα εκδοχή του ως
νεοναζισμού; Ποιοι μας έφεραν πίσω από τις αρχές του 20στου αιώνα όταν ήταν υπό
εκκόλαψη το αυγό του φιδιού; Όταν η δημοκρατία ήταν εξαιρετικά σπάνιο φρούτο
στην Ευρώπη, ενώ αντίθετα οι δικτατορίες και τα μοναρχοφασιστικά και αντιδημοκρατικά
καθεστώτα ξεφύτρωναν σαν μανιτάρια και αποτελούσαν το «καλό κοστούμι» της
γηραιάς Ηπείρου;
Ηταν απλά η
σοβούσα οικονομική κρίση; Η απομάγευση του καπιταλισμού λόγω του κραχ του 1929
όπου αποδείχθηκε ανίκανος να αντιμετωπίσει την κρίση του και ώθησε κάποιους
μεγαλοεπιχειρηματίες να λύνουν τα άλυτα οικονομικά προβλήματά τους πηδώντας στο
κενό από υψηλούς ορόφους κτιρίων, ενώ οι ρακένδυτοι άστεγοι περίμεναν στις
ατέλειωτες ουρές να πάρουν λίγη σούπα ; Η, μήπως επρόκειτο για την δυστυχία που
προκάλεσε ο πανίσχυρος καπιταλισμός και την προπαγανδιστική εκμετάλλευση των
θλιβερών γεγονότων από λαοπλάνους λαϊκιστές επιδέξιους εθνικιστές ρήτορες όπως
ο Μουσολίνι και ο Χίτλερ που γαλβάνιζαν τα πλήθη και ενστάλαζαν μίσος ενάντια
στους Εβραίους, τους Σλάβους, τους Ρομά, τους Κομουνιστές, και τους
Ομοφυλόφιλους οι οποίοι, τελευταίοι- ειρήσθω εν παρόδω- είχαν κερδίσει την
ανοχή του γερμανικού λαού την εποχή της δημοκρατίας της Βαϊμάρης κ. ά.;
Iταλία: Η
πρώτη άνοιξη του φασισμού καιτα «κόκκινα χρόνια»
Ομως τα ίδια
«ευγενή» αισθήματα διακρίνονται διά γυμνού οφθαλμού επί των ημερών μας, οπότε
τη θέση των Εβραίων έχουν πάρει οι Μουσουλμάνοι, αλλά χωρίς να είναι αθώοι
αίματος. Σε κάποιες χώρες τα κομουνιστικά κόμματα έχουν τεθεί εκτός νόμου. Το
μίσος καίει τα σωθικά κάποιων ανθρώπων όταν ακούν για ομοφυλοφιλία, για Ρομά
και για κομουνισμό και μόνον οι Σλάβοι έχουν γλιτώσει από αυτή την τωρινή
εκστρατεία μίσους και μάλιστα-πόσο αλλάζουν οι καιροί;- έχουν γίνει τώρα οι
ίδιοι ξενοφοβικοί ρατσιστές, που απορρίπτουν μετά βδελυγμίας το ενδεχόμενο
υποδοχής μεταναστών και προσφύγων στις χώρες τους.
Η ιστορία
του φασισμού αρχίζει ουσιαστικά από την γειτονική Ιταλία του πληθωρικού Μπενίτο
Μουσολίνι, πρώην σοσιαλιστή και μετέπειτα φασίστα,(πάντα εκδότη της εφημερίδας
«Avanti»).
To 1922, ως
ηγέτης του φασιστικού κόμματος και μέλλων πρωθυπουργό, πραγματοποιεί το μεγάλο
όνειρό του: την ιστορική του «πορεία προς τη Ρώμη» για να εισέλθει νικητής και
τροπαιούχος στις 28 Οκτωβρίου. H είσοδός του δεν θα γίνει χωρίς χρήση βίας. Οι
«Squadristi» (μελανοχίτωνες), ντυμένοι στα μαύρα, αφήνουν σφαγμένους χωρικούς
στο διάβα τους, απλά για να κάνουν επίδειξη ισχύος. Πολλοί έχουν αναρωτηθεί για
το νόημα αυτής της πορείας, δεδομένου ότι οι φασίστες είχαν γίνει κύριοι της
καταστάσεως με αξιόλογα εκλογικά κέρδη και χωρίς να συναντήσουν σοβαρή
αντίσταση, αλλά η απάντηση είναι ότι ήταν μια πράξη επίδειξης σκληρού
φανφαρονισμού όπου ο Μουσολίνι διέπρεπε.
20 χιλιάδες
φασίστες πήραν μέρος στην περιβόητη πορεία αλλά σταμάτησαν 30 χιλιόμετρα βορείως
της πρωτεύουσας όπου και οι μισοί αναχώρησαν για το σπίτι τους. Ο Μουσολίνι
έβγαλε μερικές φωτογραφίες συμπορευόμενος με τη φασιστική πορεία αλλά κατόπιν
ωρίμου σκέψεως λίγο πιο κάτω επέλεξε να επιβεί ενός τρένου εξπρές για α φθάσει
στη Ρώμη άνετα και εκ του ασφαλούς όπου έγινε δεκτός με τιμές ήρωα από τον
βασιλιά Βίκτορ Εμανουέλ ΙΙΙ ο οποίος ήθελε να αποτρέψει μια εμφύλια σύγκρουση
και για τούτο το λόγο αρνήθηκε να κηρύξει το στρατιωτικό νόμο καθ’ υπόδειξη του
τότε πρωθυπουργού Λουίτζι Φάκτα προτιμώντας να διορίσει τον Μουσολίνι
πρωθυπουργό που εγγυόταν να προστατέψει τον Ιταλικό λαό από τους Αναρχικούς,
τους Σοσιαλιστές και τους Κομουνιστές αλλά προπάντων να φυλάξει το δικό του
θρόνο. Απελπισμένος ο Φάκτα δεν είχε να κάνει τίποτε άλλο παρεκτός να υποβάλει
την παραίτησή του.
Οι μάχες που
ξέσπασαν (1921-22) ήταν το φυσικό επακόλουθο μιας αριστερής εξέγερσης που
απαντούσε στη φασιστική βία.
«Η Κόκκινη διετία» (Biennio Rosso) σημαδεύτηκε
από μια μαζική λαϊκή εξέγερση το 1920 όπου μισό εκατομμύριο εργάτες ανάλαβαν να
διευθύνουν τα εργοστάσια μονάχοι τους Δεν συγκρίνονταν, ωστόσο, μπροστά στους
άρτια εξοπλισμένους μελανοχίτωνες και εξάλλου, ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς,
ειδικά το μεταρρυθμιστικό Σοσιαλιστικό Κόμμα,(PSI) σε πλήρη ευθυγράμμιση με το
γερμανικό SPD, αντιδρούσε στην ένοπλη εξέγερση, πιστεύοντας ακράδαντα πως η
«μάχη» έπρεπε να δοθεί στο Κοινοβούλιο, όπου μπορούσε ενδεχομένως να κερδηθεί.
Αποτέλεσμα
ήταν να ανοιχθεί η πόρτα διάπλατα για το φασισμό να περάσει. Αφού δεν μπορούσαν
να κάνουν πολλά πράγματα- έτσι αβοήθητοι που ήταν- για να τον κτυπήσουν οι
εργάτες. Εγκαινιάζεται έτσι από το 1921 μια περίοδος του «Biennio Nero, η Μαύρη
Διετία .
Οι
μελανοχίτωνες φασίστες είχαν στοχοποιήσει τους Σοσιαλιστές και ζητούσαν
εκδίκηση για την συντριπτική ήττα που είχαν υποστεί από Γερμανούς και
Αυστρο-ούγγρους στη Μάχη του Καπορέτο το 1917 για την οποία ήττα θεωρούσαν
υπεύθυνους τους Σοσιαλιστές,( όπως ακριβώς είχε κάνει ο Γερμανός Χίντεμπουργκ
με το SPD και τα «πισώπλατα μαχαιρώματα» στο Α΄Παγκόσμιο Πόλεμο) αφού οι
τελευταίοι είχαν ταχθεί ενάντια σε οιαδήποτε εμπλοκή της Ιταλίας στο Μεγάλο
Πόλεμο.
«Τα δύο
Κόκκινα Χρόνια» του αγώνα
Η διετία
1920/1921 όμως, αποτελεί και έκφραση ενός είδους μικρής κομούνας που θα
αποκτήσει την ονομασία «Κόκκινη διετία»( biennio rosso ). Εχοντας περάσει
πολλές δοκιμασίες, ο ιταλικός λαός περί τα τέλη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου
εξεγείρεται ενάντια στην καταπίεση που του συνεπέφεραν τα έτη του πολέμου
(1914-18) με την στρατιωτική-φασιστική πειθαρχία, καθώς και την απώλεια της
αξίας τού 25% του ημερομισθίου τους. Κινητοποιείται φωνάζοντας: «basta!»
(φτάνει) και συγκροτεί συμβούλια κατά τα πρότυπα των σοβιέτ προχωρώντας στην
κατάληψη των εργοστασίων τους με στόχο την αυτοδιαχείρισή τους.
Στα δύο
κόκκινα χρόνια (1918-20) οι Σοσιαλιστές σημειώνουν σημαντικές εκλογικές
επιτυχίες και τα εργατικά συνδικάτα οργανώνουν μεγάλες απεργίες που δεν έχουν
προηγούμενο στην ιταλική Ιστορία.
Η πολιτική
κουλτούρα και η κοινωνική τάξη έχουν αλλάξει ριζικά. Κόκκινες σημαίες
κυματίζουν στα δημαρχεία δημιουργώντας έτσι κράτος εν κράτει. Αυτό για τους
γαιοκτήμονες σήμαινε υψηλότερα ημερομίσθια, για τους εργάτες, μειωμένα κέρδη, αλλά
και απώλεια της διαχειριστική τους ισχύος. Πρέπει να βρεθεί κάποιος να το
σταματήσει αυτό και όλοι πιστεύουν ότι οι πλέον ενδεδειγμένοι είναι οι
μελανοχίτωνες του Μουσολίνι.
Και, όντως,
ανάμεσα στο 1926 και το 1943, το φασιστικό καθεστώς δεν κάθισε με σταυρωμένα
χέρια αλλά εξαπέλυσε κύμα βίας και τρομοκρατίας και συνέλαβε χιλιάδες Ιταλούς
αντιφασίστες που τους εξόρισε στη Νότια Ιταλία και αλλού. Η συνήθης συστημική
βία του καθεστώτος Μουσολίνι αποκαλύπτει τον κεντρικό ρόλο που έπαιζε η
πολιτική βία στο καθεστώς: περιορισμοί, φυλακίσεις, εκφοβισμός και μέτρια, ως
ένα βαθμό, άσκηση σωματικής βίας, καθώς και κοινωνικές διακρίσεις. Ο Μουσολίνι
διεκήρυττε: «Αυτή είναι η βία την οποία εγώ επικροτώ. Είναι η βία του
φασισμού».
Μερικά
χρόνια αργότερα διεξάγονται εκλογές που τις κερδίζει ο Μουσολίνι. Όμως ένας
Σοσιαλιστής πολιτευτής, ο Τζιάκομο Ματεότι καταγγέλει ανοιχτά, προκαλώντας
αίσθηση, ότι επρόκειτο για εκλογές που αποτελούσαν προϊόν ωμής βίας και νοθείας
και πληρώνει με την ίδια του τη ζωή για αυτή την «αμετροέπειά» του.
Η άγρια
δολοφονία του Ματεότι προκάλεσε οργή και θλίψη στους Ιταλούς αντιφασίστες, αλλά
δεν βρέθηκε ο ένοχος αν και πολλοί πίστευαν ότι ο Μουσολίνι ήταν ο ηθικός
αυτουργός της δολοφονίας.
Περί τα τέλη
του πολέμου και όταν η Ιταλία είχε αλλάξει στρατόπεδο (αντιφασιστική Ιταλία) ο
Μουσολίνι συλλαμβάνεται από τους παρτιζάνους, όπου τον κρεμάνε ανάποδα σε
πλατεία του Μιλάνου και γίνεται αντικείμενο χλεύης και απόλυτου εξευτελισμού. Ο
Χίτλερ κατατρύχεται από την ιδέα μήπως πάθει και αυτός το ίδιο και δίνει εντολή
να του δώσουν δηλητήριο και έπειτα να τον κάψουν σε περίπτωση εισβολής των
Σοβιετικών στο Βερολίνο.
Η
διακυβέρνηση Αλτσίντε ντε Γκάσπερι
Το κράτος
μετά την απελευθέρωση θα επιστρέψει στην ομαλότητα χάρη στην παρουσία του ενός
εξαίρετου πολιτικού του Αλτσίντε ντε Γκάσπερι και θα σχηματισθεί κυβέρνηση με
συμμετοχή των ιταλών Σοσιαλιστών υπό την ηγεσία του Πιέτρο Νένι καθώς και των
Κομουνιστών υπό την αρχηγία του Παλμίρο Τολιάτι. Κατόπιν ωρίμου σκέψεως,
ωστόσο,( ή, υπόδειξης των Αμερικανών και πιο συγκεκριμένα του κομουνιστοφοβικού
προέδρου των ΗΠΑ, Χάρι Τρούμαν ) τα δύο αριστερά κόμματα αποκλείονται της
περαιτέρω συμμετοχής σε κυβερνήσεις και ο Πάπας τους στιγματίζει ως εχθρούς του
έθνους και της Καθολικής Εκκλησίας.
Ο Αλτσίντε
ντε Γκάσπερι ηγέτης του κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών και ευνοούμενος των
ΗΠΑ, αφού βέβαια είχε διασώσει την Ιταλία από τον επάρατο κομουνισμό διότι το
ΚΚΙ ήταν το ισχυρότερο κομουνιστικό κόμμα της Ευρώπης με αντιστασιακές
περγαμηνές και η Ιταλία κινδύνευε να πέσει στα χέρια των Παρτιζάνων που δεν
είχαν παραδώσει τα όπλα, όπως οι Ελληνες συναγωνιστές τους. Οι Αμερικανοί και ο
ηγέτης της τότε της Καθολικής Εκκλησίας Πάπας Πίος ΧΙΙ ουδέποτε είχαν τόσο
ενεργό ανάμιξη όσο στις αποφασιστικής σημασίας εκλογές του 1948. Ποτέ δεν
υπήρξε τόσο σκανδαλώδης επέμβαση και ποτέ δεν ασκήθηκε τέτοια ψυχολογική
τρομοκρατία σε ευρωπαϊκές εκλογές, όπως συνέβη στην Ιταλία του 1948, όπου
κομουνιστές και σοσιαλιστές ενωμένοι κατέβηκαν με τη σιγουριά της νίκης, αφού
στις προηγούμενες εκλογές(1946) είχαν συγκεντρώσει αθροιστικά αρκετά μεγαλύτερο
ποσοστό από όσο μόνη της η Democrazia Cristiana του ντε Γκάσπερι.
Το περιβόητο
«Σχέδιο Gladiο»
Αλλά
οργανώθηκε το αμερικανικής έμπνευσης σχέδιο «Gladio», όπου ο Πάπας απειλούσε να
αφορίσει όσους ψήφιζαν το ΚΚΙ σε μια χώρα όπου οι λαϊκές τάξεις ήταν πάντα
βαθιά θρησκευόμενες. Τα αεροπλάνα πετούσαν προκηρύξεις απειλώντας θεούς και
δαίμονες και ονομαστικές επιστολές ομογενών απευθυνόμενες προς του Ιταλούς
κατοίκους που κατατρομοκρατήθηκαν. Υπήρξε ένα σχέδιο συστηματικής τρομοκράτησης
της θεοφοβούμενης τάξης των Ιταλών ψηφοφόρων. Αποτέλεσμα ήταν ο ηγέτης των
Χριστιανοδημοκρατών Ντε Γκάσπερι να θριαμβεύσει στις εκλογές προς μεγάλη χαρά
του Πίου και των αγχωτικών Αμερικανών: Ντε Γκάσπερι, 48% και 305 έδρες. Λαικό
Δημοκρατικό Μέτωπο (Σοσιαλιστές Νένι μαζί με Κομουνιστές Tολιάτι): 31 % και
έδρες μόλις 183. Πλήρης επιτυχία εφαρμογής του Σχεδίου Gladio και συνακόλουθη
αδρανοποίηση της συνεργασίας Σοσιαλιστών-Κομουνιστών που δεν τους
ξαναπαρουσιάστηκε παρόμοια ευκαιρία. Εφεξής ο ντε Γκάσπερι θα γίνει απόλυτος
κύριος της καταστάσεως και εκείνο που τον απασχολεί σοβαρά είναι η αυξανόμενη
άνοδος του Ιταλικού Κομουνιστικού Κόμματος.
Μία απόπειρα
αξολόγησης του Αλτσίντε ντε Γκάσπερι
Ο Ντε
Γκάσπερι δέσποσε της ιταλικής πολιτικής για μεγάλο χρονικό διάστημα, αλλά
υπήρξε και αντιφασίστας με αντιστασιακές περγαμηνές. Φυλακίστηκε αλλά χάρη στην
παρέμβαση του Πάπα κατόρθωσε να αφεθεί ελεύθερος και διορίστηκε βιβλιοθηκονόμος
στο Βατικανό
Ως
πρωθυπουργός της Ιταλικής κυβέρνησης, συνέδεσε το όνομά του με το λεγόμενο
«ιταλικό θαύμα» ανάπτυξης. Αγωνίστηκε πολύ σκληρά για να τιθασεύσει τον
καλπάζοντα πληθωρισμό, στη χώρα του αλλά και υπερασπίστηκε την ευρωπαϊκή ιδέα
γενικά. Αποτέλεσε μάλιστα πηγή έμπνευσης για τους Σουμάν και Μονέ στην ίδρυση
Κοινότητας Χάλυβος και Ανθρακα, πρόδρομο της ΕΟΚ και της ΕΕ. Πρωτοστάτησε
επίσης στην προσπάθεια επίτευξης της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Εναντιώθηκε,
ωστόσο στη συμμετοχή της Ιταλίας στο ΝΑΤΟ πιστεύοντας ότι έπρεπε να ιδρυθεί
οργανισμός καθαρά ευρωπαϊκός και ανεξάρτητος. Δεν κατάφερε όμως να το επιτύχει.
Είναι ειρωνεία όμως πώς ο ηγέτης των κομουνιστών Ενρίκο Μπερλινγκουέρ τήρησε
πολύ θετική στάση ως προς την παραμονή της Ιταλίας στην Ατλαντική Συμμαχία.
Ο ντε
Γκάσπερι Κυβέρνησε την Ιταλία από 1945 έως το 1953 ως αμερικανόφιλος,
αντικομουνιστής, συντηρητικός πολιτικός ηγέτης. Χωρίς αυτόν ίσως η Ιταλία θα
είχε ακολουθήσει άλλη πορεία. Κυριολεκτικά την κράτησε στο Δυτικό Μπλοκ. Η
κηδεία του το 1953,οπότε πέθανε πικραμένος, υπήρξε πραγματικό λαϊκό προσκύνημα,
όπως ακριβώς συνέβη άλλωστε και με την κηδεία Μπερλινγκουέρ που ψηφίζοντας
συναισθηματικά λίγες μέρες αργότερα από το θάνατό του οι Ιταλοί για πρώτη φορά
έφεραν πρώτο το Κομουνιστικό Κόμμα Ιταλίας (Ευρωεκλογές, 17 Ιουνίου 1984) .
«Τα
μολυβένια χρόνια» (Anni di piombo) και η στρατηγική της έντασης
Τα anni di
piombo «μολυβένια χρόνια» είναι τα χρόνια έκρηξης βίας μιας χωρίς προηγούμενο
βίας από μέρους της άκρας Δεξιάς καθώς και της άκρας Αριστεράς. Είναι τα χρόνια
ψυχρής εκτέλεσης του Αλντο Μόρο ηγέτη του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος ο
οποίος απέβλεπε στον «ιστορικό συμβιβασμό» (compromisο storico) μεταξύ
Κομουνιστών και Χριστιανοδημοκρατών (ο Ντε Γκάσπερι είχε πει για το κόμμα του
«ότι είχε αρχίσει ως κεντρώο κόμμα και τώρα βαδίζει πλέον προς τα αριστερά»),
και οι Χριστιανοδημοκράτες δεν ήταν καθόλου ευτυχείς από το προσωνύμιο του
«συντηρητικού» με το οποίο τους είχαν στολίσει. Ηθελαν να ανήκουν στο λεγόμενο
προοδευτικό χώρο.
Η έκρηξη
τρομοκρατίας άρχισε από τα τέλη της δεκαετίας του ΄60 και διήρκεσε ως τις αρχές
του του΄80. Ηταν μια περίοδος κοινωνικών αλλαγών, όπου συμπεριλαμβανόταν
νομοθεσία που επέτρεπε το διαζύγιο και την άμβλωση. Ηταν ακόμα το τέλος της
οικονομικής ανάπτυξης που είχε αρχίσει επιτυχώς επί ντε Γκάσπερι. Η φράση
«μολυβένια χρόνια» αποδίδεται στους δημιουργούς της ομώνυμης ταινίας που
αναφέρεται στη δράση της τρομοκρατικής οργάνωσης Μπάαντερ Μάινχοφ και
βραβεύτηκε στο κινηματογραφικό Φεστιβάλ Βενετίας του 1981.
Τα
τρομοκρατικά χτυπήματα πολλαπλασιάστηκαν όταν εμφανίστηκαν οι «Ερυθρές
Ταξιαρχίες» (Brigato Rosso), οπότε εξαπολύθηκε ένα πρωτοφανές κύμα βίας από τις
άψογα οργανωμένες τρομοκρατικές ομάδες. Τα χτυπήματα σε σιδηροδρομικούς
σταθμούς προκάλεσαν αμέτρητα θύματα. Οι απώλειες ανθρώπινων ζωών όμως και ιδίως
αυτής του Μόρο, αλλά και του πολύνεκρου τρομοκρατικού βομβαρδισμού, γνωστού ως
«μακελειού στη Μπολόνια» συνεπιφέρει την απώλεια της δημοτικότητας (ή της
ανοχής) του λαού προς τις Ερυθρές Ταξιαρχίες μολονότι το μακελειό στο σταθμό υπήρξε
έργο της νεοφασιστικής οργάνωσης Nuclei Armati Rivolutionari «Ενοπλες
Επαναστατικές Ομάδες».
Οπωσδήποτε
όμως θα αρχίσει η φθορά, παρακμή και διάλυσή των Τααξιαρχιών οπότε βαθμιαία θα
αρχίσουν να αντικαθίστανται από μικρότερες τρομοκρατικές ομάδες.
Τζούλιο
Αντρεότι: σχέσεις στοργής με τη μαφία
Ο Τζούλιο
Αντρεότι ευσεβής καθολικός πολιτικός θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί -φαινόμενο.
Διετέλεσε επτά φορές πρωθυπουργός της χώρας και όλοι σχεδόν οι Ιταλοί
υποψιαζόντουσαν ότι είχε κρυμμένους σκελετούς στην ντουλάπα του, αλλά κανείς
δεν μπορούσε να τον κατηγορήσει ανοικτά γιατί ήταν άψογα δικτυωμένος και
παντοδύναμος. Ωστόσο οι σχέσεις στοργής με τη μαφία ήταν κοινό μυστικό και
διεδίδετο ευρέως ότι ο Αντρεότι είχε ανταλλάξει ασπασμό και όρκο τιμής με τον αρχιμαφιόζο
capo di capi («Αφεντικό των αφεντικών») στην Σικελία, πράγμα που δεν
επιβεβαιώθηκε ποτέ.
Στα μέσα του
Νοέμβρη 2002 έσκασε σαν βόμβα η καταδίκη του σε είκοσι τέσσερα χρόνια κάθειρξη
σε αυτό που αποκαλέστηκε «Δίκη του αιώνα» διότι ανάθεσε σε έναν πληρωμένο
δολοφόνο (hitman) να «καθαρίσει» έναν δημοσιογράφο που δεν μπορούσε να κρατήσει
το στόμα του κλειστό και εκτόξευε πολύ σοβαρές κατηγορίες κατά του «Βελζεβούλ»
Τζούλιο .
Επειδή ήταν
σε πολύ προχωρημένη ηλικία δικαίως εξανέστη: «24 χρόνια! Τι νομίζουν πως είμαι;
Αθάνατος;
Τελικά
κατόρθωσε το ακατόρθωτο: να απαλλαγεί της κατηγορίας από άλλο δικαστήριο.
Στο Il divo,
μια έξοχη βιογραφική ταινία για τον Αντρεότι σε μία σκηνή μια κυρία τον ρωτάει
σε δεξίωση: «Χορεύετε ποτέ κ. Αντρεότι;» «Ολη μου τη ζωή κυρία μου!». Καλύτερη
απάντηση δεν θα μπορούσε να δοθεί. Αυτός είναι ο κ. Αντρεότι ή, «Θείος Τζούλιο»
η, «Μικρός Καίσαρας ή, Βελζεβούλ, για τους εχθρούς του που τον θεωρούσαν
σατανική προσωπικότητα. Υπήρξε το απαραίτητο συστατικό σχεδόν κάθε κυβέρνησης.
Υπήρξε ο αναπόφευκτος συνδαιτυμόνας σε κάθε πολιτικό τραπέζι από το 1947 έως
το0 1992 (τέλος της 1ης Δημοκρατίας). Χαρακτηριστικά έλεγε: «Η ισχύς κουράζει
όσους δεν την έχουν». Αυτός πάντα την είχε και ήταν πάντα ακούραστος μέχρι τα
94 του που πέθανε, αδυνατώντας όμως να πραγματοποιήσει το μεγάλο του όνειρο; Να
γίνει πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας.
Οι κατήγοροί
του πίστευαν πως αν έπειθαν το Κοινοβούλιο να αρθεί η ασυλία του του ισόβιου
γερουσιαστή, θα εύρισκαν μια άκρη στο μυστήριο των βομβαρδισμών των δολοφονιών
και των συνωμοσιών που είχαν για μεγάλο διάστημα συγκλονίσει την Ιταλία. Αλλά ο
Αντρεότι παρέμενε αμετακίνητος στη θέση του. Το αξιοπερίεργο(;) είναι ότι ποτέ
δεν έγινε ηγέτης του κόμματός του.
Η θετική
πλευρά της δεκαετίας του 1970
Το ΄70 δεν
σημαδεύτηκε μόνο από βία αλλά ήταν και ένα έτος σημαντικής κοινωνικής προόδου.
Υπήρξε μια δεκαετία όπου υπό την πεντακομματική κυβέρνηση Φιλελευθέρων-Χριστιανοδημοκρατών-Σοσιαλιστών- Σοσιαλδημοκρατών- Ρεπουμπλικανών
εισήχθησαν ενός ευρέως φάσματος πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές
μεταρρυθμίσεις. Η Τοπική Αυτοδιοίκηση την άνοιξη του 1972 έλαβε το δικαίωμα να
θεσμοθετεί σε τομείς όπως τα δημόσια έργα, σχεδιασμό της πόλεως, κοινωνική
προστασία και υγεία.
Οι δαπάνες
για τον δεινοπαθούντα Νότο αυξήθηκαν σημαντικά, ενώ πέρασαν νόμοι για τη
στέγαση, και παροχές συντάξεων.
Το έτος 1975
εγκρίθηκε νόμος βάσει του οποίου, πλεονάζοντες εργαζόμενοι δικαιούνταν να
λαμβάνουν το 80% του μισθού τους επί ένα έτος από κρατικά ταμεία.
Το βιοτικό
επίπεδο ανέβαινε σταθερά. Τα ημερομίσθια από το 1969 έως το1978 είχαν αυξηθεί
κατά μέσο όρο έως και 72%,.
Ετσι ως τα
μέσα του 1970 η Ιταλία είχε τις καλύτερες παροχές από όλη την Ευρώπη, ενώ οι
Ιταλοί εργάτες ήταν οι καλύτερα αμειβόμενοι και οι καλύτερα προστατευόμενοι
Παρόλα αυτά, οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες εξακολουθούσαν να
διαχωρούν την ιταλική κοινωνία. Το 1983 υπολογίστηκε πως πάνω από το 18% του
πληθυσμού του Νότου ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας σε σύγκριση με το 6,9
που κατέγραφαν για τις Βόρεια και Κεντρική Ιταλία Tangentopoli,
1992, («η πόλη της δωροδοκίας») και τα «καθαρά χέρια» (mani polite)
To έτος 1992
θεωρείται ένα από τα χειρότερα στην Ιστορία της Ιταλίας και έχει χαρακτηρισθεί
ως annus horribilis. To ναδίρ της φοβερής αυτής χρονιάς αποτελούν ο Μάιος και
Ιούνιος όπου δύο επιφανείς δικαστές εμπλεκόμενοι στον αγώνα κατά της μαφίας
σκοτώνονται από την έκρηξη δύο ξεχωριστών βομβών στην Σικελία. Μία νέα λέξη
εισάγεται στην ιταλική γλώσσα Tangentopoli ‘σύνθετη αποτελούμενη από μια
λέξη-υβρίδιο με δύο μορφήματα “Tangente” (δωροδοκία) και την ελληνική “poli”
Δωροδοκίες
και «λαδώματα» (kickbacks) αποκαλύπτονται παντού μολονότι το «poli» αναφερόταν
συγκεκριμένα στο Μιλάνο την πρωτεύουσα της μπίζνας και του παράνομου χρήματος
που ενίσχυε τα πολιτικά κόμματα με το αζημίωτο, μεταξύ των τόσων παρανομιών που
έδιναν μια πολύ θλιβερή εικόνα της 1ης Ιταλικής Δημοκρατίας, όπου τα δύο μεγάλα
κόμματα οι Χριστιανοδημοκράτες (DC) και οι Σοσιαλιστές λόγω εμπλοκής τους σε
σκάνδαλα καταλήγουν σε διάλυση εις τα εξ ων συνετέθησαν, ενώ κατά σύμπτωση,
ακολουθούν την ίδια μοίρα και οι (Ευρω)κομουνιστές (PC) ύστερα από την πλήρη
κατάρρευση του Ανατολικού Μπλοκ και τη διακριτική διάλυση και της ΕΣΣΔ.
Κωμικοτραγικά
επεισόδια συμβαίνουν την εποχή των αποκαλύψεων των σκανδάλων και των αθρόων
συλλήψεων. Ενας πολιτευόμενος σοσιαλιστής δέχεται την επίσκεψη δύο
καραμπινιέρων και έμφοβος τους λέει: « θα σας τα πω όλα!».
Τους
αφηγείται με το νι και με το σίγμα όλες τις ατασθαλίες που είχε διαπράξει για
να μάθει αργότερα ότι οι καραμπινιέροι είχαν πάει στο σπίτι του απλά για να
εισπράξουν ένα πρόστιμο για παραβάσεις κυκλοφορίας του πολιτευόμενου
σοσιαλιστή.
Σήμερα
κανείς από αυτούς που εμπλέκονται σε σκάνδαλα δεν εκτίει ποινή σε φυλακές. 100
από αυτούς έχουν δημόσια αξιώματα και τα διατηρούν.
Ο δικαστής
Αντόνιο ντι Πιέτρο οργάνωσε μια οιονεί σταυροφορία κατά της διαφθοράς που δε
θέλησε για λόγους ηθικής τάξεως να την ονομάσει «κόμμα», και της έδωσε την
ονομασία «καθαρά χέρια» (mani pulite) Ο ντι Πιέτρο χαιρετίστηκε αρχικά σαν
ήρωας, ως ο Ηρακλής που επιχειρεί να καθαρίσει την κόπρο του Αυγείου. Εκανε
σωστή δουλειά για αυτό και κατηγορήθηκε αφενός ότι το είχε παρακάνει σε
αυστηρότητα και, αφετέρου πως δεν ήταν αρκετά αυστηρός.
Και εκεί που
αγωνίζεται ο ντι Πιέτρο να εξοντώσει το θεριό της διαφθοράς, να σου πετιέται ο
άγγελος- μεγιστάνας των ΜΜ σινιόρ Σίλβιο Μπερλουσκόνι, το έτος Κυρίου 1994, ως
διεκδικητής της εξουσίας και ως προστατευόμενος του ηγέτη των σοσιαλιστών
Μπετίνο Κράξι. Ιδρύει το(Κεντρο) δεξιό κόμμα Forza Italia κατά τα πρότυπα των
ποδοσφαιρικών συνθημάτων (Forza Roma, Forza Lazzio) και υπόσχεται να
πραγματοποιήσει ένα νέο «οικονομικό θαύμα» σαν αυτό του Αλτσίντε ντε Γκάσπερι.
Ο ντι Πιέτρο όμως θα γίνει η Νέμεσίς του. Ο Μπερλουσκόνι θα διαμαρτυρηθεί
δημόσια ότι βάλλεται αμείλικτα από Αριστερούς και κομουνιστές δικαστικούς.
Ηδη από το
1994 που το κόμμα του Forza italia κερδίζει στις γενικές εκλογές σε συνεργασία
με την ξενοφοβική-ρατσιστική Λέγκα του Βορρά του Ουμπέρτο Μπόσι και την καθαρά
φασιστική Εθνική Συμμαχία που δεν θα είναι μακρόβια γιατί τον ίδιο χρόνο
αποσύρεται από το τρίο η Λέγκα
Αυτή η
χαώδης κατάσταση με τα μεγάλα κόμματα σε πλήρη αποσύνθεση νοηματοδοτεί το τέλος
της 1ης ιταλικής Δημοκρατίας και την απαρχή της 2ης με ένα πολιτικό χάρτη σαφώς
αλλαγμένο και με καινούργια πρόσωπα να διεκδικούν την εξουσία μιας χώρας που
έχει το δεύτερο μεγάλο έλλειμμα μετά τη Ελλάδα και εσωτερικά συγκλονίζεται από
έναν τεράστιο αριθμό πολιτικών σκανδάλων.
Επί χρόνια
δικαστές αγωνίζονται να αποκαλύψουν σκάνδαλα μαζικής διαφθοράς και να φέρουν
στην επιφάνεια μυστικές σχέσεις ανάμεσα στους Χριστιανοδημοκράτες ηγέτες και
τους βαρόνους του οργανωμένου εγκλήματος στο Νότο. Ο κύριος στόχος τους είναι ο
Αντρεότι αλλά πάντοτε κατάφερνε να τη γλιτώνει, ίσως-έως ένα βαθμό- γιατί «η
Εκστρατεία κατά της Μαφίας, οργάνωση που συγκροτήθηκε τη δεκαετία του 1980
υπήρξε αναποτελεσματική, ίσως γιατί πολιτικοί σαν τον πολυμήχανο Αντρεότι είχαν
οργανώσει έναν απόρθητο μηχανισμό άμυνας που ουδείς μπορούσε να εκπορθήσει.
Από τον
Μπερλουσκόνι στον Γκρίλο
Οι φοβερές
αποκαλύψεις των σκανδάλων έχουν προκαλέσει την ουσιαστική διάλυση των
Χριστιανοδημοκρατών και των Σοσιαλιστών του Μπετίνο Κράξι ο οποίος για να
αποφύγει τη φυλάκισή του φεύγει ντροπιασμένος για την Τυνησία, όπου έμελλε να
παραμείνει μέχρι να πεθάνει. Το ΚΚΙ παραμένει όρθιο μέχρι τη διάλυση της ΕΣΣΔ,
το 1991 οπότε στο Κονγκρέσο του Ρίμινι. ο τότε ηγέτης του ΚΚΙ Ακίλε Οκέτο
τονίζει την αναγκαιότητα αλλαγής ονομασίας του κόμματος. Ο θλιβερός ηγέτης του
Μάσιμο Ντ’ Αλέμα το αναβαπτίζει σε Κόμμα της Δημοκρατικής Αριστεράς, «το
κομουνιστικό» έχει γίνει πλέον λέξη-ταμπού, με εξαίρεση το Κόμμα της
Κομουνιστικής Επανίδρυσης που όχι μόνο δεν το βάζει κάτω αλλά συμμετέχει σε
κυβέρνηση. Ο ντ’ Αλέμα το 1999, ως πρωθυπουργός της Ιταλίας, θα συμμετάσχει
στην «Ανθρωπιστική» ομάδα Μπιλ Κλίντον-Τόνι Μπλερ του πολέμου του Κοσυφοπεδίου
και του βομβαρδισμού της Σερβίας. Είναι τραγικό να βλέπεις τρεις Σοσιαλιστές
Τονι Μπλερ, Λιονέλ Ζοσπέν και Γκέρχαρντ Σρέντερ, συνεπικουρούμενους από τον
«κομουνιστή» Ντ’Αλέμα να συμμετέχουν σε έναν καθαρά ιμπεριαλιστικό πόλεμο
παίζοντας το παιχνίδι του Μπιλ Κλίντον και του ΝΑΤΟ και προκαλώντας το θάνατο
αμέτρητων αμάχων.
Η τραγική
φιγούρα του Μπερλουσκόνι, χωρίς ίχνος αυτογνωσίας, περιφέρεται τώρα σαν ομοίωμα
του Μουσείου της μαντάμ Τισό που ζωντάνεψε: κέρινος με ένα ψεύτικο χαμόγελο
κουβαλώντας την μεγάλη κληρονομιά σκανδάλων, ων ουκ έστι αριθμός, τη
μπούγκα-μπούγκα, τη θορυβώδη συνουσία του με μια ανήλικη πόρνη (κατηγορία από την
οποία απαλλάχθηκε) και τις πρακτικές συμβουλές που είχε δώσει στον Μουαμάρ
Καντάφι για τη χρησιμότητα των μπιντέδων. Σε ηλικία μόνον 81 ετών και, έχοντας
κάνει εγχείριση ανοικτής καρδιάς, φλερτάρει, όχι επιτυχώς, με την εξουσία (ο
πανδαμάτωρ, βλέπετε):Forza Italia! Forza Silvio! Και ό,τι ήθελε προκύψει.
Στην
ταραχώδη εποχή των σκανδάλων αναδύθηκε το υπέρλαμπρο άστρο του Σίλβιο
Μπερλουσκόνι . Σε μια πανοραμική οθόνη κάποτε βλέπω με τεράστια γράμματα που
πιάνουν όλη τη μεγάλη οθόνη: «Silvio Berlusconi presenta» Και όντως, η καριέρα
του στη δημόσια ζωή έχει πολλά να παρουσιάσει. Πρώτον μια σειρά από υποσχέσεις
που δεν τις τήρησε. Υποσχέθηκε να κάνει τους συμπατριώτες πλούσιους και η
Ιταλία κατρακύλησε σε ένα χρέος όπου μόνο η Ελλάδα είναι χειρότερή της.
Υποσχέθηκε
να ιδρύσει ένα εκατομμύριο θέσεις εργασίας και η ανεργία βρέθηκε σε έξαρση. Οσο
για τον πλούτο, είχε το χειρότερο ρυθμό ανάπτυξης όπου μόνο η Ζιμπάμπουε και η
Χαϊτή είναι σε τραγικότερη μοίρα από αυτή, σύμφωνα με αξιόπιστες δημοσκοπικές
πηγές. Υποσχέθηκε να ενώσει την ιταλική Δεξιά, αλλά δεν μπορούσε να βρει
χειρότερο timing: η Δεξιά ήταν διαιρεμένη όσο ποτέ άλλοτε και το ηθικό της πολύ
χαμηλό από τα σκάνδαλα της Tangentopoli. Γι’ αυτόν άλλωστε ένωση σήμαινε
συγχώνευση Δεξιάς και Ακροδεξιάς σε μια εποχή που η δεύτερη αυξάνονταν
ανησυχητικά προκαλώντας έντονο προβληματισμό δυσφορία στην ΕΕ.
Αυτή τη φορά
έχει όμως ως αντίπαλο δέος στο λαικισμό του το Κίνημα των 5 Αστέρων (Μ5S) που
ιδρύθηκε μόλις το 2009 και τάραξε συθέμελα το ιταλικό πολιτικό οικοδόμημα.
Ιδρυτή της του ο Μπέπε Γκρίλο πρώην κωμικός ηθοποιός, χωρίς σπουδές αλλά
επιτυχών σε ακρόαση ταλέντων που εντυπωσίασε. Είναι ο ανερχόμενος πολιτικός της
Ιταλίαs και γνωστός ανά τον κόσμο για τη σκληρή αντισυστημική του φρασεολογία.
Μεγάλο του όπλο είναι η ευφυής χρήση (του) il blog di beppe grillo, από όπου
έρχεται σε επαφή με εκατομμύρια λαού, ακούει τα προβλήματά τους αλλά δεν
δέχεται κριτική σε βάρος του κινήματος.
Αρνείται να
ενταχθεί κάπου στο φάσμα Αριστερά- Δεξιά. Τάσσεται αναφανδόν ενάντια στο
σύστημα, Τα πέντε αστέρια αναφέρονται στους 5 πυλώνες του κόμματος: 1)Το νερό
που αποτελεί ιδιοκτησία του λαού. 2)Τη βιώσιμη μεταφορά( με οχήματα φιλικά προς
το περιβάλλον). 3)Τη βιώσιμη Ανάπτυξη. 4) Το δικαίωμα πρόσβασης στο διαδίκτυο
και 5) Την προστασία του περιβάλλοντος. Δεν αναφέρεται ως πυλώνας ο
«πατριωτισμός» και δεν γίνεται λόγος για ξενηλασία. Ολοι όμως ξέρουν τη θέση
του Γκρίλο πάων σε αυτό το θέμα.
Από τον
Οκτώβριο του 2017 η ηγεσία του M5S πέρασε στον Λουίτζι ντι Μάιο, ετών μόλις, 31
γιατί ο Γκρίλο έχει εκκρεμότητες με τη δικαιοσύνη. Ο Μάιο κατάφερε να κατεβάσει
τους τόνους του «vafanculo» μετασχηματίζοντας επιτυχώς το (M5S) από κόμμα
διαμαρτυρίας σε κόμμα εξουσίας με το σημαντικό ποσοστό 32,7 % στις εκλογές του
2018, έναντι 37% της πρώτης «Συμμαχίας» του Ματέο Σαλβίνι και 22,9 του τρίτου
Δημοκρατικού Κόμματος, Ματέο Ρένζι.
Ηδη η Μ5S
αναθεωρώντας τις αρχικές απόψεις της ενάντια σε κάθε είδους συνεργασίας με άλλα
κόμματα, τείνει ευήκοον ους στην έκκληση του Σαλβίνι για συνεργασία με άλλα κόμματα,
πλην του Δημοκρατικού του Ρένζι. Τα δυο κόμματα τα συνδέει ο αντιευρωπαϊσμός
τους (σε μικρότερο βαθμό το M5S που έχει χαμηλώσει τους αντιευρωπαϊκούς του
τόνους και οι πολιτικοί του αντίπαλοι αρχίζουν να το παίρνουν πολύ σοβαρά.
Μία συμμαχία
μεταξύ Γκρίλο-Μάιο και Σαλβίνι δεν είναι καθόλου απίθανη. Μια χώρα με μεγάλη
δημοκρατική παράδοση η Ιταλία υπήρξε και μητέρα του φασισμού. Μία χώρα με την
οπισθοδρόμηση που της προκαλεί η αντιδραστική Καθολική Εκκλησία, είχε το
ισχυρότερο κομουνιστικό κόμμα στην Ευρώπη, αλλά που τώρα εξέλιπε ο
κομουνιστικός κίνδυνος έχουν πέσει εξ αντικειμένου οι αντικομουνιστικοί τόνοι.
Ματέο Ρένζι,
«ο πρωθυπουργός των χιλίων ημερών»
Ενα άλλο νέο
πρόσωπο που εμφανίστηκε στην ιταλική πολιτική σκηνή ύστερα από από άκαρπες
προσπάθειες του πρώην κομουνιστή και ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος Πιέρ
Λουίτζι Μπερσάνι να σχηματίσει κυβέρνηση είναι ο Ματέο Ρένζι, ηγέτης των
Δημοκρατικών, μόλις 41 ετών, ο νεαρότερος πρωθυπουργός που είχε ποτέ η Ιταλία,
πρώην Δήμαρχος Φλορεντίας που όμως δεν κέρδισε την απόλυτη λαϊκή στήριξη
εξαιτίας της αλαζονείας του και της ισχυρογνωμοσύνης του. Δε δέχεται συμβουλές
από κανέναν και οι αποφάσεις που παίρνει δεν είναι πάντα οι πλέον ενδεδειγμένες
όπου σαν αποτέλεσμα συνεπέφεραν την ίδια του την πτώση του νωρίτερα από ό,τι θα
περίμενε κανείς.
Εχασε για
αυτό το λόγο τη συμπάθεια των νέων ανθρώπων αλλά και των συνταξιούχων μένοντας
μόνος. Είναι όμως τηλεγενής με ευχάριστη προσωπικότητα και έχει τηρήσει θετική
στάση απέναντι στο πρόβλημα της Ελλάδας. Το θέμα του χρέους, άλλωστε, είναι
κάτι που καίει και τις δύο χώρες.
Εβαλε σαν
κύριο στόχο του την Γερουσία: δραστική μείωση του αριθμού των Γερουσιαστών
καθώς και μείωση των εξουσιών της, κάτι στο οποίο συμφωνούσε και η ίδια η
γερουσία, και οργάνωσε δημοψήφισμα δηλώνοντας ότι αν έχανε (“no” στις
συνταγματικές μεταρρυθμίσεις) θα υπέβαλλε την παραίτησή του. Υπήρξε συνεπής και
μετά από την ήττα του στο δημοψήφισμα υπέβαλε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας την
παραίτησή.
Μια ενέργεια
που ξένισε τους οπαδούς των Δημοκρατικών, ωστόσο, ήταν η προσέγγιση και
συνεργασία με τον Μπερλουσκόνι τον οποίο βάρυναν τόσα πολλά σκάνδαλα και ο
Ρένζι έπαιρνε «χρήσιμες» συμβουλές από αυτόν.
Ο Ρένζι,
ένας πολύ φιλόδοξος πολιτικός έχει έλθει από το πουθενά και δεν υπήρξε ποτέ
εκλεγμένος βουλευτής. Μόλις εμφανίστηκε στην πολιτική αρένα, το πρώτο πράγμα
που έκανε ήταν να ανταλλάξει βαρύτατες εκφράσεις με τον «αντίπαλό του Μπερσάνι
.Υστερα βρέθηκε αντιμέτωπος με τον ηγέτη του Δημοκρατικού Κόμματος της Ιταλίας
Ενρίκε Λέτα τον οποίο με μακιαβελικό τρόπο ανέτρεψε ιεραρχικά για να πάρει
εκείνος την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης. Η ειρωνεία ήταν ότι κάποτε
εκμυστηρεύτηκε με παράπονο: «Ο Ενρίκε δεν μου έχει εμπιστοσύνη. Αλλά κάνει
λάθος (!!!)».
Ο πολιτικός
(πρώην πρόσκοπος: scout’s honour) Ρένζι δεν ήλθε για να φύγει . Σε λίγο όλα θα
έχουν ξεχασθεί και ο Ρένζι θα αναλάβει το έργο της ανάκαμψης της Ιταλικής
οικονομίας. Με όλα τα ελαττώματά του είναι ακόμα πολύ νέος και ο πλέον άξιος να
αναλάβει το μεγάλο ρίσκο ; Να αναστηλώσει τη βυθιζόμενη στο τέλμα Τρίτη δύναμη
της Ευρώπης. Η πείρα δεν μετριέται με τα χρόνια μόνο αλλά και με την πυκνότητα
των περιστατικών της ζωής ενός ανθρώπου/πολιτικού.
Ο Θ.
Κακουριώτης είναι ομότιμος καθηγητής ΑΠΘ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου