Αυτοβιογραφικός, ο Μορέτι ισορροπεί ανάμεσα στο κωμικό και στο δραματικό, στη γλυκιά και στην πικρή όψη της ζωής. Με έναν Τζον Τορτούρο καρικατουρίστικα ξεκαρδιστικό.
Ακόμα κι όταν μοιάζει να μην εμπνέεται από τα άμεσα προσωπικά του βιώματα, όπως στο «Δωμάτιο του Γιου μου» ή στο «Έχουμε Πάπα», ο Νάνι Μορέτι δεν παύει να μιλάει κινηματογραφικά για τον ίδιο του τον εαυτό. Η ηρωίδα της «Μητέρας μου», λοιπόν, δεν είναι παρά το θηλυκό alter ego του, μια πενηντάρα σκηνοθέτιδα που προσπαθεί να βάλει τάξη στη ζωή της εν μέσω επαγγελματικών και οικογενειακών προβλημάτων.
Ακόμα κι όταν μοιάζει να μην εμπνέεται από τα άμεσα προσωπικά του βιώματα, όπως στο «Δωμάτιο του Γιου μου» ή στο «Έχουμε Πάπα», ο Νάνι Μορέτι δεν παύει να μιλάει κινηματογραφικά για τον ίδιο του τον εαυτό. Η ηρωίδα της «Μητέρας μου», λοιπόν, δεν είναι παρά το θηλυκό alter ego του, μια πενηντάρα σκηνοθέτιδα που προσπαθεί να βάλει τάξη στη ζωή της εν μέσω επαγγελματικών και οικογενειακών προβλημάτων.
Από τη μια, ξεκινά τα γυρίσματα μιας ταινίας, την οποία ένας εγωκεντρικός και ιδιότροπος Αμερικανός σταρ αναστατώνει με τα καμώματά του, και, από την άλλη, έχει να αντιμετωπίσει τα βαριά προβλήματα υγείας της μητέρας της, την οποία συνειδητοποιεί πως σύντομα θα χάσει. Για ακόμα μία φορά, ο Μορέτι συνδυάζει κωμικά και δραματικά στοιχεία πάνω σε μια απλή, καθαρή πλοκή, κοιτάζοντας τη ζωή όπως αυτή εξελίσσεται τόσο μπροστά όσο και πίσω από την κάμερα.
Τόσο ως προσωπικό βίωμα όσο και ως καλλιτεχνική δημιουργία δηλαδή, ως πραγματικότητα και ως φαντασία, ως ξεκαρδιστική φάρσα και ως αναπόφευκτη τραγωδία. Ο ίδιος, ως ηθοποιός, υποδύεται τον προσγειωμένο αδελφό της ηρωίδας και τη φωνή της λογικής που προσπαθεί να την παρηγορήσει για τον αναπόφευκτο του θανάτου (της μητέρας της ), ενώ κρατά τον αβανταδόρικο ρόλο του φαφλατά και φαντασμένου ηθοποιού για έναν καρικατουρίστικα ξεκαρδιστικό Τζον Τορτούρο, σατιρίζοντας με γλυκιά υπερβολή τη ματαιοδοξία ολόκληρου του κινηματογραφικού χώρου. Εκείνος, όμως, ως σκηνοθέτης παραμένει λιτός και καίριος, επανακτώντας (μετά από μια μακρά περίοδο δημιουργικής μετριότητας ) την ικανότητα να «χαϊδεύει» πανανθρώπινα θέματα με τρυφερή ελαφρότητα, ενώ απλώς εξομολογείται τη χαρά, την απόγνωση και τις ατέλειωτες προσωπικές αγωνίες του, ίδιες με εκείνες του θεατή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου