Το «Allegro ma non troppo» με υπότιτλο : «ο
ρόλος του πιπεριού και γενικότερα των μπαχαρικών ως κινητήριος μοχλός στην οικονομική
ανάπτυξη του Μεσαίωνα», είναι μία
ξεκαρδιστική κωμωδία, παρωδία της οικονομικής και κοινωνικής κατάστασης εκείνης
της εποχής, μιας εποχής όχι και τόσο διαφορετικής από τη δική μας.
Οι σύγχρονοι ιστορικοί θεωρούν την
παρακμή και την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ως μία από τις αιτίες που
οδήγησαν στο Μεσαίωνα.
Έκανε, μάλιστα, τα πρώτα χρόνια του Μεσαίωνα να χαρακτηριστούν ως «σκοτεινή εποχή» (dark ages). Αυτοί οι ιστορικοί, για να εξηγήσουν
την παρακμή της αυτοκρατορίας πιο
συγκεκριμένα, επικαλούνται τη φθορά του χρόνου, την κοινωνική
σήψη, αλλά και το τεράστιο μέγεθός της.
Από τη μεριά του, ο συγγραφέας Carlo M. Cipolla κάνει μία εκτεταμένη αναφορά σε όλη την
ιστορική περίοδο, ξεκινώντας από τα χρόνια της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας έως το
τέλος του Μεσαίωνα, χρησιμοποιώντας ως βασική του αναφορά ένα πρωτότυπο συστατικό
της μαγειρικής με άρωμα Ανατολής, το πιπέρι.
Σύμφωνα με το συγγραφέα, υπάρχουν και εκείνοι
οι ιστορικοί που ισχυρίζονται ότι η
κρίση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας
οφειλόταν σε φαινομενικά δευτερεύοντα γεγονότα,
όπως για παράδειγμα η υψηλή περιεκτικότητα μολύβδου στα κουζινικά σκεύη
και στο επιτραπέζιο νερό, η οποία προκαλούσε μεταξύ άλλων στειρότητα. Ένα άλλο
τέτοιο γεγονός, μέγιστης σημασίας κατά τον Cipolla,
είναι η μεγάλη έλλειψη των προμηθειών πιπεριού, φημισμένου αφροδισιακού.
Θα αναρωτηθεί βέβαια
κανείς: «Πώς είναι δυνατόν ένα μπαχαρικό
να παίξει έναν τόσο καθοριστικό ρόλο σε μία σειρά σημαντικών οικονομικών και
δημογραφικών αλλαγών, πολέμων, ακόμα και σταυροφοριών;». Κι όμως, ο
συγγραφέας καταφέρνει να παρουσιάσει ως απολύτως λογική αυτή την αιτία,
κάνοντας πολύ διασκεδαστική την ανάγνωση του δοκιμίου. Ένα «πικάντικο» παράδειγμα που αναφέρει ο Cipolla για να μας πείσει είναι ότι η μεγάλη χρήση του πιπεριού, ανέβαζε τις
ορμές των ανδρών, οι οποίοι, περιτριγυρισμένοι από πάρα πολλές όμορφες
γυναίκες, κλειδωμένες με την ευρέως διαδεδομένη την εποχή εκείνη ζώνη
αγνότητας, ανέπτυξαν από τη μία στιγμή στην άλλη ένα τεράστιο ενδιαφέρον για
τις σιδηρουργικές εργασίες, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να μετεξελιχθούν σε
σιδηρουργούς, ενώ στη συνέχεια, κατέληξαν σχεδόν όλοι τους να γίνουν
κλειδαράδες!
Για
τον Cipolla, ακόμα και οι αγώνες για
την κυριαρχία της γηραιάς ηπείρου μεταξύ Αγγλοσαξόνων και Γάλλων
βασιλιάδων στα τέλη του Μεσαίωνα,
μπορούν να ερμηνευτούν ως μια προσπάθεια των πρώτων να υφαρπάξουν
τους εύφορους αμπελώνες της Γαλλίας.
Είναι εξάλλου γνωστό ότι το αγγλικό κρασί ήταν μέτριας έως κάκιστης ποιότητας και αυτό φαίνεται να ενοχλούσε πολύ τους άρχοντες που
κατοικούσαν από την άλλη πλευρά του καναλιού της Μάγχης.
Ο Cipolla για το
χιούμορ και τη σοβαρότητα
«Είναι
ομόφωνα αποδεκτό ότι οι ανθρώπινες σχέσεις βρίσκονται σε μια αξιοθρήνητη
κατάσταση. Αυτό φυσικά, δεν είναι κάτι το νέο. Όσο πίσω στο χρόνο κι αν
κοιτάξουμε, θα διαπιστώσουμε ότι πάντα βρίσκονταν σε αυτή την αξιοθρήνητη
κατάσταση. Είναι το βαρύ φορτίο των προβλημάτων και της δυστυχίας που τα
ανθρώπινα όντα καλούνται να υπομείνουν, τόσο ως άτομα όσο και ως μέλη της
οργανωμένης κοινωνίας των πολιτών από την έναρξη της ζωής τους».
Η
ζωή επομένως, είναι μία σοβαρή υπόθεση, πολύ συχνά τραγική, άλλοτε πάλι κωμική.
Οι αρχαίοι Έλληνες της κλασικής εποχής καλλιεργούσαν βαθιά την τραγική αίσθηση
της ζωής. Οι Ρωμαίοι, που κατά γενική ομολογία ήταν πιο πρακτικοί, δεν
ασχολήθηκαν με την τραγωδία, αλλά θεωρούσαν πως η ζωή είναι ένα ανεκτίμητο
αγαθό, κατά συνέπεια, μεταξύ των ανθρώπινων ιδιοτήτων, εκτιμούσαν ιδιαίτερα τη
σοβαρότητα (gravitas), ενώ είχαν σε πολύ χαμηλή
εκτίμηση την ελαφρότητα (levitas).
Η αυστηρότητα είναι επίσης μία αξία που μπορεί να κατανοηθεί σχετικά
εύκολα. Δεν διαθέτουν όμως όλοι την ικανότητα να αξιολογήσουν τι είναι κωμικό. Επομένως,
το να υποδύεται κανείς τον κωμικό είναι πραγματικά ένα σπάνιο χάρισμα, το οποίο
είναι πάρα πολύ δύσκολο να κατανοηθεί, εκτιμηθεί και να εκφραστεί από τον
καθένα. Το χονδροειδές χιούμορ,
το επιφανειακό, το εύκολο, το χυδαίο, το προκατασκευασμένο αστείο είναι πιο
προσιτό στους πολλούς, αλλά για το συγγραφέα δεν είναι αληθινό χιούμορ. Πρόκειται
για μια παρωδία του χιούμορ.
Το χιούμορ προέρχεται από τον όρο «διάθεση» και αναφέρεται σε μία λεπτή
και ευτυχή εγκεφαλική κατάσταση, που συνήθως βασίζεται στα θεμέλια της
ψυχολογικής ισορροπίας και της φυσιολογικής ευημερίας.
Πληθώρα από συγγραφείς, φιλόσοφους,
επιστημολόγους και γλωσσολόγους έχουν επανειλημμένα προσπαθήσει να ορίσουν και
να εξηγήσουν την ετυμολογία της λέξης χιούμορ. Αλλά το να δώσει κανείς έναν
ορισμό στο χιούμορ είναι κάτι πολύ δύσκολο, αν όχι αδύνατο. Είναι αλήθεια ότι
αν ένα αστείο προκαλεί γέλιο στο ακροατήριο, είναι ανώφελο να προσπαθήσουμε να
εξηγήσουμε το γιατί συμβαίνει.
Το χιούμορ πρέπει να διακρίνεται
από την ειρωνεία. Όταν κάποιος ειρωνεύεται, τότε είναι σαν να γελά με τους άλλους.
Σαν να τους χλευάζει. Η ειρωνεία δημιουργεί εντάσεις και συγκρούσεις. Όταν το
χιούμορ χρησιμοποιείται στο σωστό μέγεθος και στον κατάλληλο χρόνο (γιατί αν
δεν χρησιμοποιείται στο σωστό μέγεθος και τη σωστή στιγμή τότε δεν είναι
χιούμορ) είναι ο κατ’ εξοχήν διαλύτης των εντάσεων, μπορεί να προκαλέσει την
επίλυση δύσκολων καταστάσεων που διαφορετικά θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε πολύ
οδυνηρές. Με άλλα λόγια, μπορεί να διευκολύνει τις ανθρώπινες σχέσεις.
Ως εκ τούτου, είναι βαθιά πεποίθησή
του συγγραφέα ότι «Κάθε φορά που δίνεται
η ευκαιρία σε κάποιον να απολαύσει το χιούμορ, είναι ένα κοινωνικό καθήκον να
διασφαλιστεί ότι αυτή η ευκαιρία δεν θα χαθεί… Στην
τελική, ένα ψέκασμα με πιπεριά κάνει καλό σε κάθε ιστορία ».
Το χιούμορ, όμως,
κρύβει πάντα και κάτι τραγικό. Μέσα από την επίδραση που ασκεί το πιπέρι στην
κοινωνία, είναι δυνατόν να αντιληφθεί κανείς την κενότητα, τη ματαιοδοξία και
την τραγωδία της ζωής στο πέρασμα των χρόνων.
Ο Cipolla
για
το «Allegro
ma non troppo»
Ο
συγγραφέας πίστευε ότι το μικρό δοκίμιό του θα μπορούσε να εκτιμηθεί πλήρως
μόνο στη γλώσσα στην οποία είχε συνταχθεί,
με αποτέλεσμα να αρνείται για μεγάλο χρονικό διάστημα κάθε πρόταση
μετάφρασής του.
Ένας από τους
λόγους που ο Cipolla αρνήθηκε πεισματικά για πολλά χρόνια τη μετάφραση του
βιβλίου του σε άλλες γλώσσες ήταν όπως λέει και ο ίδιος μέσα στον πρόλογο του έργου: «Το χιούμορ είναι τόσο στενά συνδεδεμένο
με τη σωστή επιλογή και τον καθορισμό της
λεκτικής έκφρασης, που το καθιστά σχεδόν αδύνατο να μεταφραστεί σε άλλη
γλώσσα. Αυτό σημαίνει ότι ο χαρακτήρας έχει διεισδύσει τόσο πολύ στην κουλτούρα
της γλώσσας στην οποία παράγεται, ώστε να είναι πολύ πιθανό να είναι ακατανόητο
το νόημά του, εάν μεταφραστεί σε μία γλώσσα που προέρχεται από ένα διαφορετικό
πολιτισμικό περιβάλλον».
Ο συγγραφέας θα
μεταπειστεί και θα αποφασίσει να μεταφράσει το δοκίμιό του πολύ αργότερα από το
έτος έκδοσής του (1973), το οποίο αρχικά είχε εκδώσει στα αγγλικά και σε
περιορισμένο αριθμό αντιτύπων, τα οποία διένειμε σε φίλους του, όταν θα δει την
απρόσμενη επιτυχία και αυξημένη ζήτηση του για να διαβαστεί από ένα ευρύ
κοινό.
To δοκίμιο τελικά έγινε ανάρπαστο όχι μόνο στην Ιταλία,
αλλά και σε όλες τις χώρες στις οποίες κυκλοφόρησε μεταφρασμένο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου