Σάββατο 9 Ιουλίου 2016

Νάνι Μορέτι: «Στη “Μητέρα μου” διασκεδάζω με τις σκηνοθετικές μου νευρώσεις»

Ημιαυτοβιογραφικός, κωμικός και ταυτόχρονα συναισθηματικός, ο διάσημος Ιταλός δημιουργός ξαναβρίσκει με τη «Μητέρα μου» τη χαμένη του φόρμα και μιλάει για τον τρόπο δουλειάς του, την περίπτωση Τορτούρο και την κλασική Ιταλίδα μάνα.

Η ηρωίδα της τελευταίας σας ταινίας είναι μια 50άρα σκηνοθέτιδα στα πρόθυρα νευρικής κρίσης. Αποτελεί το κινηματογραφικό alter ego σας; 

Όλες μου οι ταινίες είναι αυτοβιογραφικές, σαν κεφάλαια του ίδιου μυθιστορήματος. Η Μαργκερίτα έχει λοιπόν πολλά στοιχεία του χαρακτήρα μου, αλλά όχι μόνο. Υπάρχουν κομμάτια της που ανήκουν σε άλλους χαρακτήρες μου, κάποια που είναι δανεισμένα από σκηνοθέτες τους οποίους έχω γνωρίσει και, φυσικά, αρκετά τελείως μυθοπλαστικά. Δεν ξέρω γιατί, αλλά η αρχική ιδέα για τον πρωταγωνιστή της ταινίας ήταν να είναι γυναίκα. Μου άρεσε επίσης ότι υπάρχουν τρεις γυναίκες στο κέντρο του φιλμ (για­γιά, κόρη, εγγονή ) και το ότι θα προσπαθούσα να δέσω τις μεταξύ τους σχέσεις. Η αλήθεια είναι ότι έχω πλήρη συνείδηση του πώς θα εξελίξω μια σεναριακή ιδέα και πού θέλω να την κατευθύνω, δεν ξέρω όμως καθόλου από πού έρχεται αυτή η πρώτη, βασική ιδέα.


Ο θάνατος της μητέρας σας ήταν αναμφίβολα μια βασική αφορμή. 

Κυρίως το ημερολόγιο που κρατάω και το ξαναδιάβαζα, το πώς περιέγραφα την περίοδο γύρω από το θάνατό της, όταν ήμουν στο μοντάζ του «Έχουμε Πάπα». Ήταν κάτι επώδυνο, μα απαραίτητο, κάτι το οποίο μου έδωσε πολλές δυνατές ιδέες. Όπως αυτή της σκηνής στην οποία η εγγονή ακούει από το τηλέφωνο πως η γιαγιά της πέθανε, βγαλμένη από την αγωνία μου να ανακοινώσω το ίδιο πράγμα στον γιο μου, που την αγαπούσε υπερβολικά. Δεν ξέρω, νομίζω πως δεν μπορείς να ξεφύγεις από τα λάθη του παρελθόντος, όμως το σινεμά είναι ένας τρόπος να τα απαλύνεις, να τα ελαφρύνεις λιγάκι. Στη «Μητέρα μου» διασκεδάζω με τις σκηνοθετικές μου νευρώσεις και μπορώ να τις πάρω πλέον λιγότερο στα σοβαρά. 

Έχετε πράγματι έντονο στρες κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, όπως η ηρωίδα σας; 


Τα γυρίσματα είναι αναμφίβολα η πιο αγωνιώδης και κουραστική δια­δικασία για μένα. Από την πρώτη ταινία μου μέχρι και τώρα. Στο μοντάζ, αντίθετα, ηρεμώ απόλυτα. Δεν υπάρχει χρονοδιάγραμμα, συνεννοούμαι με έναν μόνο άνθρωπο και όλα είναι πολύ πιο ήρεμα απ’ ό,τι πάνω στο σετ. Το ίδιο συμβαίνει και κατά τη διάρκεια γραφής του σεναρίου, αν και με το πέρασμα του χρόνου το γράψιμο μου φαίνεται ολοένα και πιο επίπονο, γιατί έχω γίνει πιο απαιτητικός από τον εαυτό μου. Είναι όμως κάτι που, παρ’ όλα αυτά, συνεχίζει να μου προσφέρει μεγάλη απόλαυση.


Ιδέες όπως αυτή του περάσματος από τη φαντασία στην πραγματικότητα, μ’ έναν τρόπο που δεν έχουμε ξαναδεί σε άλλη δική σας ταινία, σας έρχονται όταν γράφετε το σενάριο, στο πλατό ή κατά τη διάρκεια του μοντάζ; 

Γίνεται δουλειά και στο σενάριο και στο μοντάζ, αλλά σχεδόν ποτέ κατά την εξέλιξη των γυρισμάτων. Όσον αφορά τη συγκεκριμένη ιδέα, πάντως, ήθελα ο θεατής να μην είναι απόλυτα βέβαιος για το αν η σκηνή που βλέπει αφορά την πραγματικότητα, ένα όνειρο της Μαργκερίτα, μια ταινία της ή μια ανάμνησή της. Θέλαμε το πέρασμα από τον ρεαλισμό στη φαντασία να γίνεται ομαλά και να έχει τον σωστό ρυθμό, ο οποίος είναι αυτός της συναισθηματικής κατάστασης της Μαργκερίτα.

Πώς επιλέξατε τον Τζον Τορτούρο για το ρόλο του φαφλατά και ιδιότροπου Αμερικανού σταρ; 

Τον ξέρω προσωπικά, εκτιμώ πολύ την αυθεντική τρέλα που κουβαλάει και το ότι δεν είναι ένας ερμηνευτής παθιασμένος με τον νατουραλισμό. Επιπλέον, δεν ήθελα έναν σούπερ σταρ για το ρόλο, κάποιον που δεν θα έχει καμία σχέση με το έργο μου και την ιταλική κουλτούρα. Ο Τζον, αντίθετα, έχει ιταλική καταγωγή, έχει σκηνοθετήσει ντοκιμαντέρ για την παραδοσιακή ναπολιτάνικη μουσική, απλώς τα ιταλικά του δεν είναι τόσο καλά όσο ο ίδιος νομίζει. Οπότε χρησιμοποιήσαμε και διερμηνέα… 

Ένας Ιταλός γυρίζει ταινία με θέμα τη μητέρα του. Η ιδέα της mamma στην ιταλική κουλτούρα είναι τελικά αυτή που όλοι ξέρουμε ή πρόκειται για γιγαντιαίο κλισέ; 

Δεν ξέρω αν πρέπει να πω κάτι μοντέρνο, όπως το ότι αυτή η γραφική εικόνα ανήκει στο παρελθόν. Νομίζω πως είναι αληθινή. Από την άλλη, αν πράγματι είναι ένα παντοδύναμο κλισέ, δεν θα ήθελα να είμαι εγώ και η ταινία μου εκείνοι που θα το αμφισβητήσουν.


Πηγή: 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου