Ξεκίνησε τη Δευτέρα 11 Ιανουαρίου 2016 ο δεύτερος κύκλος προβολών της Κινηματογραφικής Λέσχης Πατρών και "ποδαρικό" με την ερωτική ιστορια του Ροσελίνι "Ταξίδι στην Ιταλία", η οποία προβλήθηκε στα Ster Cinemas.
ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ - VIAGGIO IN ITALIA
Σκηνοθεσία: Ρομπέρτο Ροσελίνι
Σενάριο: Βιταλιάνο Μπρανκάτι, Ρομπέρτο Ροσελίνι, Κολέτ.
Ηθοποιοί: Ίνγκριντ Μπέργκμαν, Τζορτζ Σάντερς, Άντονι Λα Πένα, Ναταλία Ρέι.
Φωτογραφία: Τσαρλς Λότον Τζ., Ρούντολφ Ματέ, Τζόζεφ Γουόκερ.
Μουσική: Ρένζο Ροσελίνι
Χώρα: Ιταλία (Α/Μ) Διάρκεια: 85΄
Πρώτη προβολή: Ώρα 6.00 μ.μ.
Ένα ευκατάστατο ζευγάρι Βρετανών ταξιδεύουν ως τη Νάπολη για να πουλήσουν μια βίλα που κληρονόμησαν. Η αλλαγή περιβάλλοντος θα επιδράσει δραματικά στη σχέση τους, η οποία περνάει μια ανομολόγητη κρίση.
Αριστουργηματικό ψυχολογικό δράμα, το οποίο επηρέασε καταλυτικά ολόκληρο το μεταπολεμικό σινεμά, από τον Αντονιόνι και τον Βέντερς ως τον Χάνεκε, τον Τσεϊλάν και τον Φαραντί.
Η ταινία που κανείς μπορεί με ασφάλεια να ορί-σει ως την αρχή του μοντέρνου σινεμά όπως το ξέρουμε.
Αν και μακριά από τις ρίζες του νεορεαλισμού που έκαναν τον Ροσελίνι ηγετική φιγούρα του σημαντικότερου κινηματογραφικού κινήματος στην Ιταλία με ταινίες όπως το «Paisa», το «Ρώμη, Ανοχύρωτη Πόλη» και το «Γερμανία, Ωρα Μηδέν», το «Ταξίδι στην Ιταλία» είναι στην πραγματικότητα, περισσότερο από όλα τα παραπάνω, μια ωδή στην ωμή, μπανάλ, αφτιασίδωτη και στιγμές τρομακτική αλήθεια των ηρώων του.
Μόνο που ήταν λίγοι όσοι μπόρεσαν να το καταλάβουν, πίσω στο 1954, όταν στην τέταρτη συνεργασία του Ροσελίνι με την Ινγκριντ Μπέργκμαν και κάτω από τη σκιά ενός σκανδάλου που βρήκε τους δυο τους παθιασμένα ερωτευμένους στη δίνη μιας χώρας που ήταν αδύνατον να αποδεχθεί τη σχέση δύο παντρεμένων, ο Ροσελίνι κατηγορήθηκε όχι μόνο επειδή απαρνήθηκε τον νεορεαλισμό αλλά κυρίως γιατί έκανε μια ταινία για το «τίποτα».
Γυρισμένο χωρίς σενάριο και σχεδόν σε πραγματικό χρόνο, το «Ταξίδι στην Ιταλία» αφηγείται την ιστορία ενός ζευγαριού Βρετανών που φτάνουν στην Νάπολη με σκοπό να πουλήσουν τη βίλα ενός θείου τους. Μόνοι «για πρώτη φορά μετά από τον γάμο τους», o Αλεξ και η Κάθριν θα ανακαλύψουν πως μετά από οκτώ χρόνια κοινής ζωής δεν είναι παρά δύο ξένοι, πως γνωρίζουν ελάχιστα ο ένας για τον άλλον και πως η μοναδική τους ευκαιρία να σώσουν ό,τι μπορεί να σωθεί από το γάμο τους βρίσκεται κρυμμένο στα ερείπια μιας πόλης ζωντανής και νεκρής μαζί όσο η Νάπολη.
O Ροσελίνι κινηματογραφεί το ταξίδι του ζευγαριού, επικεντρώνοντας το βλέμμα του στον κενό χρόνο που παρεμβάλλεται στην καθημερινότητά τους. Τους παρατηρεί σαν αναπόσπαστα στοιχεία του επιβλητικού τοπίου, σημάδια του σήμερα ανάμεσα στα μνημεία του χθες, προσπαθώντας να ανακαλύψει πού μπορεί να βρίσκεται το μέλλον τους. Στην πραγματικότητα, επιλέγει να κινηματογραφήσει τις σιωπές τους, την αμηχανία που γεννιέται κάθε φορά που μένουν μόνοι, τις διαδρομές του ενός ή του άλλου καθώς αναζητούν απεγνωσμένα ένα ποτό ή το νόημα της ζωής, δίνοντας την ίδια ακριβώς σημασία στην μπαναλιτέ της ύπαρξής τους και στο «τίποτα» που ορίζει την εσωτερική πορεία τους προς την όποια λύτρωση.
Ταυτόχρονα με τον Μπέργκμαν και πολύ πριν τον Αντονιόνι ή οποιονδήποτε μεγάλο μοντέρνο του σινεμά, ο Ροσελίνι κάνει το χώρο και το χρόνο πρωταγωνιστή και καθρέφτη της ψυχικής κατάστασης των ηρώων του, φτιάχνοντας σινεμά με πρώτες ύλες την αντιπαράθεση ανάμεσα στην (ιστορική) μνήμη και την αποστειρωμένη από οποιαδήποτε κοινωνικοπολιτική ανάλυση θεώρηση του είναι, το παράλογο και το λογικό, το πραγματικά σημαντικό και το βαρυσήμαντα ασήμαντο, ποτίζοντας αυτό το «Ταξίδι» με έναν ρεαλισμό που δεν έχει την παραμικρή σχέση με το ντοκουμέντο (πόσο μάλλον με τον πολλές φορές επιτηδευμένο νεορεαλισμό) αλλά με τη βαθιά σχεδόν βιωματική αίσθηση της ίδιας της ζωής.
Στην πιο σοκαριστική (από όποια πλευρά και να τη δεις) σκηνή της ταινίας, η Κάθριν θα σταθεί έντρομη μπροστά σε ένα ζευγάρι που κάηκε αγκαλιασμένο από τη λάβα του ηφαιστείου στην Πομπηία αναφωνόντας «Βρήκαν το θάνατο μαζί, ενωμένοι» και για πρώτη φορά στη ζωή της θα καταρρεύσει. Εκεί, μάρτυρας ενός σπουδαίου σινεμά, είναι αδύνατον να μην αισθανθείς μαζί της το μεγαλείο της ανθρώπινης ζωής, την κάθε μικρή ή μεγάλη στιγμή που άφησες να περάσει χωρίς να τη ζήσεις και κυρίως την ανάγκη για να πιστέψεις οριστικά και αμετάκλητα στην αγάπη σαν το μοναδικό πράγμα που σου έχει απομείνει όταν τα πάντα γύρω σου έχουν καταπλακωθεί από τα ερείπια μιας ζωής χαμένης σε αυτό το μεγάλο «τίποτα».
Εκεί, σε αυτήν ακριβώς τη σκηνή που μοιάζει να κουβαλά πάνω της όλο το αισθητικό, φιλοσοφικό αλλά κυρίως βαθιά ανθρώπινο φορτίο που βαραίνει τόσο ανεπαίσθητα αλλά και τόσο αποκαλυπτικά επώδυνα το «Ταξίδι στην Ιταλία» είναι αδύνατον να μην αναγνωρίσεις τη γέννηση του μοντέρνου σινεμά.
Είτε με τη βαρύτητα που του αποδίδουν οι ιστορικοί του κινηματογράφου με πρωτεργάτες τους αιρετικούς κριτικούς/δημιουργούς της nouvelle vague που έσωσαν το φιλμ από τη λήθη που του επιφύλλασσε η εμπορική του αποτυχία: ως τη δεύτερη πιο σημαντική στιγμή του σινεμά μετά τον «Πολίτη Κέιν» του Ορσον Γουελς.
Είτε με την σπουδαιότερη και απείρως πιο βαρυσήμαντη αίσθηση πως μπροστά στα έντρομα από το ψυχικό βάρος μάτια σου απλώνεται το σινεμά όπως πρέπει να είναι: καθαρό, ζωντανό, λιτό και λυτρωτικό. Μοντέρνο, δηλαδή, από τη στιγμή της σύλληψής του και μέχρι όσα χρόνια κι αν περάσουν.
ΜΑΝΩΛΗΣ ΚΡΑΝΑΚΗΣ
Χάρις στο Rossellini Project, δίνεται στο κοινό η ευκαιρία να απολαύσει τα έργα του κορυφαίου κινηματογραφιστή στην αρχική τους αίγλη. Δεν πρόκειται για μια απλή αποκατάσταση, αλλά για μια εκ νέου ανακάλυψη, θα λέγαμε, του έργου του Ροσελίνι. Η αίσθηση του καινούριου είναι, εξάλλου, ένα από τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά των ταινιών του. H υπόθεση της ταινίας αυτής διαδραματίζεται στη Νάπολη, την οποία ο πλούσιος Βρετανός δικηγόρος Αλεξάντερ (Τζορτζ Σάντερς) και η σύζυγός του Κάθριν (Ίνγκριντ Μπέργκμαν) επισκέπτονται προκειμένου να διευθετήσουν τα της περιουσίας ενός θείου που απεβίωσε. Το ταξίδι αυτό θα είναι η τελευταία ελπίδα αναβίωσης του γάμου τους, που αντιμετωπίζει πλήθος προβλημάτων. Ο σκηνοθέτης κατορθώνει να συλλάβει μοναδικά στιγμιότυπα από την αλληλεπίδραση του ζευγαριού και τα βλέμματα που ανταλλάσουν, καθιστώντας την ταινία μια από τις κορυφαίες ερωτικές ιστορίες στην ιστορία του κινηματογράφου.
Πρόκειται για την τρίτη κατά σειρά ταινία της συνεργασίας Μπέργκμαν-Ροσελίνι, που από πολλούς θεωρείται ως η κορυφαία ταινία του σκηνοθέτη, και μια από τις σημαντικότερες ταινίες που γυρίστηκαν ποτέ. Τριάντα χρόνια μετά την πρώτη προβολή της, εξακολουθεί να φιγουράρει τακτικά στις 10 πρώτες θέσεις της λίστα του περιοδικού Cahiers du cinema.
Ο Ροσελίνι σχεδίαζε να βασίσει το σενάριο της ταινίας αυτής στο μυθιστόρημα της Κολέτ Duo, ωστόσο δεν πρόλαβε να κατοχυρώσει τα δικαιώματα κι έτσι προχωρά με τα γυρίσματα της ταινίας, επιμελούμενος ο ίδιος το σενάριο. Το Ταξίδι στην Ιταλία, ως πλοκή έχει αρκετές ομοιότητες με το μυθιστόρημα Duo της Κολέτ. Και τα δύο αναφέρονται στα προβλήματα στο γάμο ενός ζευγαριού μετά από κάποια χρόνια κοινής ζωής. Στην περίπτωση της ταινίας το ζευγάρι ταξιδεύει στη Νότια Ιταλία, ενώ στο μυθιστόρημα η δράση εκτυλίσσεται στη Νότια Γαλλία. Το τέλος, βέβαια, των δύο έργων είναι πολύ διαφορετικό. Η Κάθριν και ο Άλεξ κατορθώ-νουν εντέλει να δώσουν μια δεύτερη ευκαιρία στο γάμο τους. Το μυθιστόρημα επιφυλάσσει ένα πιο τραγικό τέλος, αφού ο σύζυγος, μη μπορώντας να διαχειριστεί την ερωτική απιστία της συζύγου του, αυτοκτονεί.
Στο Ταξίδι στην Ιταλία τους δύο κεντρικούς ρόλους υποδύονται δύο χολυγουντιανοί σταρ (Μπέργκμαν - Σάντερς). Ο σκηνοθέτης τους περιβάλει με υπερβολική χλιδή (η Μπέργκμαν στην αρχή της ταινίας φοράει λεοπάρ παλτό, οδηγούν ένα πολυτελές αυτοκίνητο μέσα στην ιταλική ύπαιθρο, αλλά και το ξενοδοχείο τους είναι ένας μικρόκοσμος του Χόλυγουντ) η οποία έρχεται σε αντιδιαστολή με το φυσικό περιβάλλον όπου εκτυλίσσεται η ταινία. Μόνο με την άμεση επαφή με τους θησαυρούς τέχνης, τα αρχαιολογικά αριστουργήματα, αλλά και τη βαθιά πίστη των κατοίκων, κατορθώνει τελικά η κεντρική ηρωίδα να αποτινάξει από πάνω της την επήρεια του πλούτου και της χλιδής και να έρθει σε επαφή με τα πραγματικά της αισθήματα και τη συναισθηματική γυναικεία της φύση.
Το εξωτερικό περιβάλλον διαδραματίζει κεντρικό ρόλο εδώ. Η ταινία ουσιαστικά προβάλει το πώς το ζευγάρι προσλαμβάνει αυτή τη διαφορετικότητα που αντιτίθεται τόσο έντονα στα όσα γνώριζαν ως τότε. Ο Άλεξ παρουσιάζεται υλιστής και υπερορθολογιστής και η Κάθριν, υπερβολικά ρομαντική και ελαφρώς ανεδαφική σε αντιδιαστολή και οι δυο τους με την Ιταλία, την αισθησιακή και βαθιά γήινη. Το τέλος της ταινίας , φαίνεται με μια πρώτη εκτίμηση ως το κλασικό happy ending, ο καλύτερος τρόπος κατάληξης μιας ερωτικής ταινίας. Ωστόσο, τα όσα ο ίδιος ο σκηνοθέτης είχε δηλώσει σε συνέντευξή του: «Αυτό που δείχνει το φινάλε της ταινίας είναι η ξαφνική, απόλυτη απομόνωση… Δυστυχώς δεν βασίζεται η κάθε μας ενέργεια στη λογική. Πιστεύω πως ο καθένας λειτουργεί και αποφασίζει υπό την επήρεια των συναισθημάτων όσο και με βάση τη λογική. Υπάρχει πάντα ο παράγοντας της τύχης στη ζωή – αυτό είναι που κάνει τη ζωή τόσο όμορφη και συναρπαστική. Το ζευγάρι καταφεύγει ο ένας στον άλλο με τον ίδιο τρόπο που κάποιος καλύπτει τη γύμνια του, με μια πετσέτα… Αυτό είναι το νόημα που ήθελα να έχει το φινάλε της ταινίας.»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου