Σάββατο 2 Ιανουαρίου 2016

Ο ιταλός «δυναμίτης» Τέρενς Χιλ

Το ξανθό και λεπτό μέλος του αξέχαστου κινηματογραφικού διδύμου της σφαλιάρας!

Ψηλόλιγνος, ωραίος και ξανθός, ο Τέρενς Χιλ ήταν το ευπαρουσίαστο άλλο μισό του εύσωμου και άγριου Μπαντ Σπένσερ σε ένα από τα πιο καλτ καλλιτεχνικά ντουέτα του ευρωπαϊκού σινεμά.

Παρά τη λαοφιλία που γνώρισε όμως ο Τέρενς Χιλ, ο άνθρωπος πίσω από τον σπιρτόζο ηθοποιό παραμένει εν πολλοίς άγνωστος, παρά το γεγονός ότι στην ακμή της καριέρας του ήταν ένας από τους πιο πλουσιοπάροχα αμειβόμενους ιταλούς σταρ!

Ο Ιταλός με γερμανικές ρίζες Μάριο Τζιρότι, γέννημα-θρέμμα Βενετσιάνος, μεγάλωσε στη Δρέσδη κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου και έμελλε να ανακαλυφθεί επιστρέφοντας παιδί ακόμα στη γενέτειρά του από τον κορυφαίο συμπατριώτη του σκηνοθέτη Ντίνο Ρίζι.

Αφού πέρασε τη δεκαετία του 1950 παίζοντας περιστασιακά σε ιταλικές ταινίες για να πληρώνει τα σπουδαστικά δίδακτρα αλλά και την αγάπη του για τις μηχανές και αφού πέρασε τρία χρόνια στο Τμήμα Φιλολογίας του Πανεπιστημίου της Ρώμης, τα παράτησε τελικά όλα για να στραφεί στο σινεμά.

Το όνομά του το άλλαξε στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και λίγο αργότερα θα γεννιόταν το αξέχαστο ντουέτο της κλοτσοπατινάδας Μπαντ Σπένσερ-Τέρενς Χιλ! Κάπου 19 ταινίες μετά, πήγε στο Χόλιγουντ ψάχνοντας την υποκριτική του τύχη, αν και επιτυχία δεν θα είχε. Παρά ταύτα, τον κέρδισε η Αμερική και παρέμεινε στο Χόλιγουντ ως σκηνοθέτης και μετά ως παραγωγός, φροντίζοντας να μην ξεχάσει κανείς ποιος ήταν άλλοτε ο τρομερός ξανθός σίφουνας…

Πρώτα χρόνια
Ο Μάριο Τζιρότι γεννιέται στις 29 Μαρτίου 1939 στη Βενετία ως το ένα από τα τρία παιδιά ενός ιταλού χημικού και της γερμανής συζύγου του. Με το ξέσπασμα του Β’ Παγκοσμίου, η οικογένεια μετακομίζει στη Δρέσδη της Γερμανίας και παρά τους εκτεταμένους συμμαχικούς βομβαρδισμούς της πόλης, καταφέρνει να επιβιώσει.
Επιστρέφοντας μεταπολεμικά σε χωριουδάκι της Βενετίας, στη γενέτειρα του πατέρα του, θα τον ανακαλύψει νωρίς νωρίς ο Ντίνο Ρίζι σε μια πισίνα, όπου είχε πάει να πάρει μέρος στους τοπικούς κολυμβητικούς αγώνες. Κι έτσι το πρώτο του φιλμ θα έρθει νωρίς νωρίς στη ζωή του 12χρονου πιτσιρικά: ήταν το «Holiday for Gangsters» του 1951.

Τα χρήματα που πήρε για τον ρόλο του τον γλύκαναν, κι έτσι στράφηκε στο σινεμά για το προσωπικό του χαρτζιλίκι αλλά και για να χρηματοδοτεί το ισόβιο πάθος του με τις μοτοσικλέτες, αν και οι ταινίες της εποχής ήταν εμπορικές και φτηνές παραγωγές εγχώριας παραγωγής. Τελειώνοντας το σχολείο, θα βρεθεί στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης να σπουδάζει ιταλική φιλολογία.
Παρά το γεγονός ότι είχε ολοκληρώσει τον τρίτο χρόνο της φοίτησής του, αποφασίζει εντελώς αναπάντεχα να τα παρατήσει όλα για να στραφεί στην υποκριτική!

Πρώτα μεγάλα βήματα στο σινεμά
Φαίνεται πως ο νεαρός Τζιρότι είχε κάτι που αγαπούσαν οι σπουδαίοι ιταλοί σκηνοθέτες, καθώς με το που παίρνει την απόφαση να στραφεί στο σινεμά και πριν τον κατσαδιάσουν οι γονείς του για την εγκατάλειψη των σπουδών του θα βρει θέση στο καστ του αριστουργηματικού «Γατόπαρδου» (1963) του μεγάλου Λουκίνο Βισκόντι!
Με το βαρύ όνομα του Βισκόντι στο βιογραφικό του, ο Τζιρότι θα εξασφαλίσει συμβόλαιο το 1964 για μια σειρά ταινιών στη Γερμανία, περιπέτειες και γουέστερν κυρίως. Επιστρέφοντας στην Ιταλία το 1967, αναλαμβάνει πρωταγωνιστικούς ρόλους σε μπόλικες ταινίες εσωτερικής κατανάλωσης και την ίδια ακριβώς περίοδο παντρεύεται την αμερικανή σύζυγό του, Lori Zwicklbauer, μέλος του κινηματογραφικού συνεργείου με το οποίο συνεργαζόταν, με την οποία θα αποκτούσαν τελικά δύο παιδιά.
Σειρά είχε κατόπιν η αλλαγή του ονόματός του, όπως επέμενε εξάλλου και ο παραγωγός του, ο οποίος του έδωσε μια λίστα με 20 ονόματα και 24 ώρες για να διαλέξει. Τελικά προκρίθηκε μια παραλλαγή που του άρεσε πολύ και ο Τέρενς Χιλ είχε μόλις γεννηθεί. Δημοσίως βέβαια είπε ότι το Τέρενς προέκυψε από τον λατίνο ποιητή Τερέντιο και το Χιλ ήταν το μεσαίο όνομα της συζύγου του.
Μέχρι τότε βέβαια είχε κάνει ήδη ένα καλό ονοματάκι στο εσωτερικό της χώρας του και οι κριτικοί τον αποκαλούσαν «ο μικρός αγαπητικός της Ιταλίας»…

Μπαντ Σπένσερ-Τέρενς Χιλ

Ο Τέρενς Χιλ θυμόταν τον Κάρλο Πεντερσόλι από παλιά, καθώς κολυμπούσε κάποια στιγμή στην ίδια πισίνα με τον πρωταθλητή κολύμβησης και τον θαύμαζε πολύ. Κι έτσι καταχάρηκε όταν τον συνάντησε κάποια στιγμή στο πλατό μιας ταινίας ως Μπαντ Σπένσερ πια.

Είμαστε στα 1967 όταν οι ευτυχείς περιστάσεις θα φέρουν από σπόντα μαζί το ανεπανάληπτο δίδυμο στο σπαγγέτι γουέστερν «God Forgives, I Don’t!» και όλοι βλέπουν τη χημεία τους.

Οι Κάρλο Πεντερσόλι και Μάριο Τζιρότι έμελλε να γίνουν παγκοσμίως γνωστοί με τα εξαμερικανισμένα ονόματά τους από την επόμενη κιόλας ταινία τους «Ace High or The Four Gunmen of Ave Maria».

Το 1970 θα έρθει η περίφημη «Τρινιτά» και τα υπόλοιπα είναι ιστορία για το ξεχωριστό δίδυμο της σφαλιάρας. Το remake του 1971 «Trinity is Still My Name» παραμένει ακόμα και σήμερα η πέμπτη πιο πολυπαιγμένη ιταλική ταινία όλων των εποχών!

Ο Τέρενς Χιλ έκανε και άλλες ταινίες αυτή την περίοδο χωρίς τον Μπαντ Σπένσερ, σε ρόλους πιο σοβαρούς, αν και δεν έμελλε να έχει καμιά επιτυχία χωρίς τον ογκόλιθο στο πλευρό του. Κοντά στα τέλη του 1971, ο Τέρενς μετακομίζει με την οικογένειά του στην Αμερική και αφού περάσει από την Καλιφόρνια εγκαθίσταται τελικά σε ένα ράντσο της Μασαχουσέτης.
Επιστρέφει βέβαια στην Ιταλία συχνά-πυκνά για να κάνει τις ταινίες με τον καλό του φίλο και συνεργάτη Μπαντ Σπένσερ, έχοντας ανακαλύψει προφανώς τη μαγική φόρμουλα της επιτυχίας: σχηματική πλοκή, καταιγιστική δράση και συνεχόμενο κλοτσομπουνίδι! Το συγχρονισμένο ξύλο ενορχηστρωνόταν μάλιστα από τον δεξιοτέχνη Giorgio Ubaldi, ο οποίος χρονομετρούσε τις κινήσεις και έδινε την απαραίτητη οπτική αρμονία στις σφαλιάρες.

Δεκαεφτά ταινίες αργότερα, ήρθε το τελευταίο «Troublemakers» του 1994, που έφερνε και πάλι κοντά το ντουέτο έπειτα από διάλειμμα 8 ετών και το «Miami Supercops».

Κατοπινά χρόνια

Παρά το γεγονός ότι φήμη γνώρισε δίπλα στον Μπαντ Σπένσερ, ο Τέρενς Χιλ έκανε πολλές ταινίες σόλο και αρκετές παραμένουν αξιομνημόνευτες, όπως οι δουλειές του για λογαριασμό του Σέρτζιο Λεόνε, αλλά και οι αμερικανικές περιπέτειές του στο Χόλιγουντ, από τις οποίες ξεχωρίζουν το «March or Die» (1977) με τον Τζιν Χάκμαν, το «Mr. Billion» (1977), το «Super Fuzz» (1981) κ.ά.

Το 1984 ο Τέρενς Χιλ θα κάνει το ντεμπούτο του ως σκηνοθέτης και αργότερα θα υπογράφει ταινίες ως παραγωγός, συνεργαζόμενος πια με τους δυο γιους του.

Το 1990 άρχισε να γυρίζει τη σειρά ταινιών «Λούκι Λουκ» στη Σάντα Φε του Μεξικού, στις οποίες υπέγραφε και τη σκηνοθεσία.

Από τότε έχει κάνει πολλά και διάφορα, τόσο στις ΗΠΑ όσο και την Ιταλία, άλλοτε ως κινηματογραφικός ή τηλεοπτικός ηθοποιός, άλλοτε ως σκηνοθέτης και άλλοτε πάλι ως παραγωγός.



newsbeast.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου