Το περασμένο Σαββατοκύριακο ολόκληρο το τραπεζικό σύστημα...της Ιταλίας βρέθηκε στα πρόθυρα ενός bank run.
Χρειάστηκε η παρέμβαση του κράτους για διασωθεί η μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα και να αποτραπεί μια κρίση εμπιστοσύνης που θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα πανευρωπαϊκό τραπεζικό ντόμινο σαν και εκείνο του 2008.
Και όμως, στα πρωτοσέλιδα των ξένων οικονομικών εφημερίδων δεν υπάρχει ούτε λέξη για αυτή την τραπεζική κρίση που αποσοβήθηκε στο παρά πέντε.
Στην πραγματικότητα, η διάσωση της UniCredit πραγματοποιήθηκε κάτω από το τραπέζι, στα κρυφά.
Γιατί ο Ματέο Ρέντσι μπορεί να δηλώνει ότι «εάν ήμουν διοικητής της Bundesbank, θα ανησυχούσα για τις γερμανικές τράπεζες», όμως αυτήν τη στιγμή οι ιταλικές τράπεζες είναι ο πιο αδύναμος κρίκος στο έτσι και αλλιώς εύθραυστο τραπεζικό σύστημα της ευρωζώνης, που αδυνατεί να επιστρέψει στην ομαλότητα και, πολύ περισσότερο, να στηρίξει την πραγματική οικονομία.
«Σχεδόν μία δεκαετία μετά το πρώτο κύμα της χρηματοοικονομικής κρίσης, οι ειδήσεις που έρχονται από τις ευρωπαϊκές τράπεζες είναι μια εφιαλτική επανάληψη των σκανδάλων και της καταθλιπτικής κερδοφορίας που σήμερα περνιέται για κανονικότητα», γράφει ο αρθρογράφος των «Financial Times» Πάτρικ Τζένκινς.
Οι ξένες οικονομικές εφημερίδες που έγραφαν το Σαββατοκύριακο για την αύξηση κεφαλαίου της Banca Popolare di Vicenza, η οποία καλύφθηκε από το νέο fund για τη διάσωση των ιταλικών τραπεζών, έλεγαν μόνο ένα μέρος της αλήθειας.
Ακόμα και οι ίδιοι οι Ιταλοί τραπεζίτες είναι πεπεισμένοι ότι το fund δημιουργήθηκε για να διασώσει εμμέσως την UniCredit και να σπρώξει κάτω από το χαλί τα πραγματικά προβλήματα του τραπεζικού συστήματος.
Αυτή η παράξενη ιστορία ξεκινά το περασμένο φθινόπωρο, όταν η UniCredit συμφώνησε να εγγυηθεί την αύξηση κεφαλαίου της Vicenza, που είναι η έβδομη μεγαλύτερη ιταλική τράπεζα.
Ομως, όταν ήρθε η ώρα για την αύξηση κεφαλαίου των 1,5 δισ. ευρώ, τα πράγματα δεν ήταν τόσο απλά.
Οι εποπτικές Αρχές εξέφρασαν φόβους ότι η UniCredit δεν ήταν αρκετά ισχυρή για να τιμήσει την εγγύηση και ξαφνικά το ιταλικό τραπεζικό σύστημα βρέθηκε μπροστά σε ένα επικίνδυνο δίλημμα.
Εάν η UniCredit έκανε πίσω, η Vicenza θα οδηγούνταν στην εκκαθάριση και ολόκληρος ο ιταλικός τραπεζικός κλάδος θα αντιμετώπιζε μια πιθανή κρίση εμπιστοσύνης, που θα μπορούσε να εξελιχθεί ακόμα και σε ένα bank run, ενδεχομένως και σε ένα ξεπούλημα στα κρατικά ομόλογα.
Από την άλλη, εάν η UniCredit κάλυπτε την αύξηση κεφαλαίου της Vicenza, κινδύνευε να δει την κεφαλαιακή της επάρκεια να πέφτει σε επίπεδα συναγερμού, που θα την ανάγκαζαν να αντλήσει και η ίδια νέα κεφάλαια.
Μπροστά σε αυτό το δίλημμα, η κυβέρνηση επέλεξε να συγκεντρώσει τους κορυφαίους τραπεζίτες της χώρας και να τους ζητήσει να δώσουν 4 δισ. ευρώ, προκειμένου να στηθεί το νέο fund τραπεζικών διασώσεων.
«Μήπως το fund είναι στην πραγματικότητα μια σανίδα σωτηρίας για τη UniCredit;», αναρωτιόνταν οι τραπεζίτες κατά τη διάρκεια της μαραθώνιας συνάντησης, αποκαλύπτει η «Wall Street Journal».
Η υπόθεση της Vicenza δείχνει ότι, οκτώ χρόνια μετά την παγκόσμια χρηματοοικονομική κρίση, το ευρωπαϊκό τραπεζικό σύστημα είναι τόσο εύθραυστο, ώστε ακόμα και η μικρότερη τράπεζα μπορεί να πυροδοτήσει ένα επικίνδυνο ντόμινο.
Και από την άλλη, ακόμα και τα πιο μεγάλα ονόματα του κλάδου, όπως αυτό της UniCredit, δυσκολεύονται να σταθούν γερά στα πόδια τους, αφού το βουνό των κόκκινων δανείων, το περιβάλλον των αρνητικών επιτοκίων και η γενικότερη οικονομική στασιμότητα εξελίσσονται σε ένα σχεδόν μόνιμο βαρίδι για την κερδοφορία του κλάδου.
Η ίδια η UniCredit πασχίζει να παραμείνει κερδοφόρα, αφότου ένα μπαράζ από εξαγορές που πραγματοποίησε πριν από δέκα χρόνια την ανέδειξε ως τη μοναδική ιταλική τράπεζα που θεωρείται συστημικά σημαντική σε διεθνές επίπεδο.
Η κερδοφορία της κορύφωσε στα 6,6 δισ. ευρώ το 2007, αλλά έπεσε πέρυσι στα 1,7 δισ. ευρώ, με τη μετοχή της να έχει χάσει το 90% της αξίας της από τον Μάιο του 2007.
Αλλά η UniCredit δεν είναι μόνη της.
Ο Bloomberg Europe Banks and Financial Services Index έχει χάσει το ένα πέμπτο της αξίας του από τις αρχές του έτους, με αποτέλεσμα οι 39 τράπεζες που τον απαρτίζουν να κυμαίνονται κατά μέσο όρο στο 0,68 της λογιστικής τους αξίας.
Αυτό σημαίνει ότι στα μάτια των επενδυτών αυτές οι τράπεζες αξίζουν λιγότερα από ό,τι θα έβγαζε κανείς εάν τις διέλυε και ρευστοποιούσε όλα τους τα περιουσιακά στοιχεία.
Η αιτία της χρηματιστηριακής απαξίωσης των ευρωπαϊκών τραπεζών δεν είναι άλλη από την αδυναμία τους να δημιουργήσουν ένα κερδοφόρο επιχειρηματικό μοντέλο, στο σημερινό περιβάλλον των πολύ χαμηλών -έως αρνητικών- επιτοκίων.
Η επίδοση της UBS για το πρώτο τρίμηνο ήταν η χειρότερη από την εποχή της χρηματοοικονομικής κρίσης, ενώ η Societe Generale παραδέχεται ότι δεν μπορεί να γνωρίζει πότε θα πιάσει τον στόχο της για απόδοση κεφαλαίου 10%.
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, όπου τα έσοδα συρρικνώνονται και τα περιθώρια κέρδους συμπιέζονται, οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν έχουν άλλον τρόπο να αμυνθούν, πέραν της περικοπής του κόστους.
Σήμα κινδύνου από τα κόκκινα δάνεια
Το Bloomberg προειδοποιεί ότι δεν υπάρχει φως στο τούνελ για την κερδοφορία του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος.
Αλλά για τους συντάκτες των «Financial Times» η πραγματική ωρολογιακή βόμβα δεν είναι άλλη από τα κόκκινα δάνεια του 1 τρισ. ευρώ.
«Καθώς η Ευρώπη, όπως και μεγάλο μέρος του υπόλοιπου κόσμου, περιμένει την επιστροφή σε πιο κανονικές νομισματικές πολιτικές, όλοι θα πρέπει να προετοιμάζονται για επώδυνες εξελίξεις. Επειτα από μια τόσο παρατεταμένη περίοδο πολύ χαμηλών επιτοκίων, ακόμα και τα κανονικά επίπεδα του κόστους δανεισμού θα σπρώξουν τους καταχρεωμένους πελάτες σε default. Τα κακά νέα για τις ευρωπαϊκές τράπεζες κάθε άλλο παρά έχουν τελειώσει», προειδοποιεί ο Πάτρικ Τζένκινς των «F.T.».
Difernews.gr
Πηγή: Dikaiologitika.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου