Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

Νικολό Μακιαβέλι: ήταν όλοι τους παιδιά του

Το εντυπωσιακό είναι πως όποιος ανατρέξει σήμερα στο έργο του θα αντιληφθεί άμεσα τη διαχρονικότητα των θέσεων που διατυπώνει και την οικουμενική ισχύ όσων περιγράφει.

Η «κωλοτούμπα» δεν είναι επινόηση των σύγχρονων Ελλήνων πολιτικών, την είχε περιγράψει ο ίδιος ο Μακιαβέλι ήδη από το 1513. 

IRENE D' ATHENES, 02.11.2017

Το εντυπωσιακό είναι πως όποιος ανατρέξει σήμερα στο έργο του θα αντιληφθεί άμεσα τη διαχρονικότητα των θέσεων που διατυπώνει και την οικουμενική ισχύ όσων περιγράφει. 

Οι «ψευδείς ειδήσεις», τα «εναλλακτικά γεγονότα», οι διαρκώς μεταβαλλόμενες θέσεις και αντικρουόμενες πράξεις των πολιτικών και των δημόσιων προσώπων που επηρεάζουν την κοινή γνώμη είναι οι συνιστώσες της τρέχουσας παγκόσμιας πραγματικότητας, την οποία πλέον ονομάζουμε post-truth εποχή. Ως πολίτες νιώθουμε πως είναι σχεδόν πρακτικά αδύνατον να διακρίνουμε ποια δήλωση ενέχει σπέρματα αλήθειας και ποιο μεγαλόπνοο σχέδιο όσων φλερτάρουν με την ψήφο μας δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα ακόμα πονηρά διατυπωμένο ψεύδος που στόχο έχει να χαϊδέψει τα αυτιά και τις μύχιες επιθυμίες μας και να κατευνάσει τις όποιες ανασφάλειές μας. Και ως σκλάβοι της ματαιοδοξίας που διακρίνει το κατά τα άλλα ανώτερο είδος μας πιστεύουμε πως τα προβλήματα αυτά είναι καινοφανή, άρα δυσεξήγητα και προς το παρόν ανεπίλυτα. Πως οι νέες τεχνολογικές, κοινωνικές, επικοινωνιακές και πολιτικές συνθήκες εντός των οποίων εξελίσσονται όλες οι πτυχές της ανθρώπινης δραστηριότητας έχουν δημιουργήσει νέα προβλήματα, τα οποία απαιτούν νέα εργαλεία προκειμένου αρχικά να αναλυθούν και να εξηγηθούν ώστε πιθανόν κάποτε να επιλυθούν.    

Ωστόσο, πριν από περίπου 500 χρόνια, ένας πολιτικός, διπλωμάτης, φιλόσοφος και συγγραφέας παρουσίασε, ανέλυσε και επιδίωξε να εξηγήσει τον τρόπο σκέψης, τις τακτικές και τα στρατηγήματα των ηγεμόνων διαχρονικά. Μπορεί το ευρύ κοινό να έχει συνδέσει τον Νικολό Μακιαβέλι με δολοπλοκίες, ραδιουργίες και στυγνές πολιτικές που στοχεύουν στην ύπουλη χειραγώγηση του λαού και στην εκτροπή, όμως η αλήθεια είναι τελείως διαφορετική. Όπως έχουν σχολιάσει ο Σπινόζα, ο Ντιντερό και ο Γκράμσι, μια έντιμη και καλοπροαίρετη ανάγνωση του έργου του αποκαλύπτει πως η συγγραφή ενός δοκιμίου που συμβουλεύει την άρχουσα τάξη πώς να κατακτήσει και να διατηρήσει την εξουσία ήταν ένα πρόσχημα. Εξάλλου, οι ευγενείς και ο Κλήρος γνώριζαν και εφάρμοζαν ήδη πολύ καλά όσα εκείνος διατυπώνει στον «Ηγεμόνα». Ο απώτερος στόχος του ήταν να ανοίξει τα μάτια των κοινών θνητών σχετικά με τους πραγματικούς παράγοντες που λαμβάνουν υπόψη τους τα κέντρα εξουσίας όταν αποφασίζουν και τη σκληρή πραγματικότητα, η οποία νομοτελειακά καθορίζει τις πολιτικές που εφαρμόζονται ανεξάρτητα από τα μεγάλα λόγια και τα ιδεώδη που διατυμπανίζουν οι πάσης φύσεως ηγέτες: «Αλλά, καθώς η πρόθεσή μου είναι να γράψω κάτι χρήσιμο για όποιον είναι σε θέση να καταλάβει, μου φάνηκε πιο χρήσιμο να φτάσω μέχρι την πραγματική αλήθεια του πράγματος παρά να μείνω στη φαντασίωσή της».   

Κάποια εδάφια του «Ηγεμόνα», τον οποίο ο Ρουσό είχε αποκαλέσει «το βιβλίο των ρεπουμπλικανών», μοιάζουν σαν να γράφτηκαν μόλις χθες για να περιγράψουν την τρέχουσα πολιτική κατάσταση.   

Το πιο εντυπωσιακό είναι πως όποιος ανατρέξει σήμερα στο έργο του θα αντιληφθεί άμεσα τη διαχρονικότητα των θέσεων που διατυπώνει και την οικουμενική ισχύ όσων περιγράφει. Αυτή η «αλήθεια του πράγματος» στην οποία αναφέρεται παραμένει απελπιστικά επίκαιρη, παρά τις φαινομενικά τεράστιες αλλαγές που έχουν συντελεστεί. Το γεγονός πως σήμερα οι χώρες στην πλειονότητά τους διοικούνται από εκλεγμένους προέδρους και πρωθυπουργούς και όχι από μονάρχες ελέω Θεού, σε συνδυασμό με το ότι η υποχρεωτική εκπαίδευση αποτελεί κανόνα, για τις χώρες της Δύσης τουλάχιστον, θα περίμενε κανείς να έχει εξυψώσει τον λαό από υποκινούμενο όχλο σε συνειδητοποιημένους πολίτες, καθιστώντας παρωχημένες τις διαπιστώσεις του.   

Δυστυχώς, όμως, η πραγματικότητα δείχνει πως οι διαφορές μεταξύ των Φλωρεντινών του 16ου αιώνα και των «πολιτών του κόσμου» του 21ου αιώνα είναι ελάχιστες. Μάλιστα, κάποια εδάφια του «Ηγεμόνα», τον οποίο ο Ρουσό είχε αποκαλέσει «το βιβλίο των ρεπουμπλικανών», μοιάζουν σαν να γράφτηκαν μόλις χτες για να περιγράψουν την τρέχουσα πολιτική κατάσταση. 

Το 1513 ο Μακιαβέλι έλεγε πως «οι άνθρωποι αλλάζουν εύκολα τον ηγεμόνα τους, πιστεύοντας ότι θα καλυτερέψουν την κατάστασή τους». Τον 20ό αιώνα το σύνθημα της «Αλλαγής» εξέφρασε πολλάκις την επιθυμία των ψηφοφόρων να επιλέξουν νέους ηγέτες, προσδοκώντας τη βελτίωση του βιοτικού τους επιπέδου. Η αλλαγή αυτή επήλθε, αλλά η μεγάλη ειρωνεία είναι πως παρά την άνοδό τους στην εξουσία διά της εκλογικής διαδικασίας αρκετοί από τους νέους ηγέτες που ενσάρκωσαν το δημοκρατικά διατυπωμένο αυτό αίτημα εν τέλει συμπεριφέρθηκαν λίαν ηγεμονικά, παραδίδοντας τα σκήπτρα στους απογόνους τους. Η δυσαρέσκεια που προέκυψε από αυτήν τη νέα καθεστηκυία τάξη, η οποία ουσιαστικά δεν διέφερε και τόσο πολύ από την παλιά, σε συνδυασμό με τις διεθνείς οικονομικές συγκυρίες, επανέφερε στο προσκήνιο ακόμα πιο επιτακτική την ανάγκη για αλλαγή και έστρεψε τους πολίτες σε πολιτικούς σχηματισμούς που υπόσχονται «εύκολες λύσεις» στα τρέχοντα δομικά προβλήματα των ευρωπαϊκών κοινωνιών.    

Όμως θα περίμενε κανείς οι σύγχρονοι, ενημερωμένοι πολίτες να ταχθούν υπέρ της σοφής επιλογής των ουσιαστικών και εκ βάθρων αλλαγών αντί για ένα φρεσκαρισματάκι στους τοίχους των ήδη υπαρχόντων θεσμών μας. Για ποιον λόγο, άραγε, η πλειονότητα των πολιτικών των δυτικών δημοκρατιών φαίνεται να φοβάται να βαδίσει σε αυτό το μονοπάτι, ενώ οι λιγοστοί ένθερμοι υπέρμαχοι των αλλαγών δεν εισακούονται;   

Επίσης, πρέπει να σκεφτούμε ότι δεν υπάρχει πράγμα πιο δύσκολο να το μελετήσει κανείς, πιο αμφίβολο να το πετύχει και πιο επικίνδυνο να το χειριστεί, από το να επιστατήσει στην εισαγωγή νέων θεσμών, για τον λόγο ότι ο εισηγητής έχει εχθρούς όλους εκείνους που επωφελούνται από τους παλιούς θεσμούς και έχει χλιαρούς υποστηρικτές όλους εκείνους που επωφελούνται από τους καινούργιους.   

Απ' ό,τι φαίνεται, οι διαρθρωτικές αλλαγές διατηρούν τον ίδιο βαθμό δυσκολίας για τους πολιτικούς που θα επιθυμούσαν να τις εφαρμόσουν, από την εποχή του Μακιαβέλι ως σήμερα. Και δεν είναι παράλογο.   

Έχοντας εκλεγεί απευθείας από τον λαό στις περισσότερες δυτικές δημοκρατίες (με εξαίρεση τη συμμετοχή του Κολεγίου των Εκλεκτόρων στην ανάδειξη του Προέδρου των ΗΠΑ, η οποία αποτελεί μια ιδιάζουσα περίπτωση), ο πρόεδρος ή πρωθυπουργός οφείλει να παραμείνει αρεστός αν επιθυμεί να του δοθεί ξανά η λαϊκή εντολή. Η αγάπη για την καρέκλα είναι ο λόγος που δυστυχώς η πλειονότητα των πολιτικών διστάζει να καινοτομήσει και να προχωρήσει στην εφαρμογή ριζοσπαστικών πολιτικών γιατί «εκείνος λοιπόν που γίνεται ηγεμόνας με την εύνοια του λαού πρέπει να τον διατηρεί φιλικό».    

Κάπου εδώ όμως αρχίζουν και οι δυσκολίες για τον εκάστοτε ηγέτη που επιθυμεί να παραγάγει έργο. Όλοι οι πολιτικοί κατά την προεκλογική περίοδο προχωρούν σε εξαγγελίες, ανακοινώνουν το πρόγραμμα και τις προτεραιότητές τους, επιδιώκοντας να προσελκύσουν ψηφοφόρους. Όταν όμως εκλεγούν, η τήρηση των προεκλογικών τους υποσχέσεων δεν είναι πάντα εφικτή και όλοι ανεξαιρέτως θα χρειαστεί να υπαναχωρήσουν. Θα αναγκαστούν δηλαδή να κάνουν «κωλοτούμπα». Μπορεί η έκφραση αυτή να άρχισε πρόσφατα να χρησιμοποιείται ευρέως, αλλά το ερώτημα για το κατά πόσο είναι ηθικά και πολιτικά επιλήψιμο να αθετεί τον λόγο του ένας ηγέτης δεν είναι καθόλου καινοφανές:     

Ετσι, ένας συνετός ηγεμόνας δεν πρέπει να κρατά τον λόγο του όταν κάτι τέτοιο στρέφεται εναντίον του και όταν οι λόγοι που τον έκαναν να τον δώσει έχουν εκλείψει. Αν όλοι οι άνθρωποι ήταν καλοί, αυτό το δίδαγμα δεν θα ήταν καλό. Αλλά επειδή είναι κακοί και οι ίδιοι δεν θα κρατούσαν τον λόγο τους απέναντι σου, ούτε και εσύ πρέπει να τον κρατήσεις.

Πέντε ολόκληρους αιώνες πριν, ο πατέρας της σύγχρονης ρεαλπολιτίκ επιχειρηματολογεί βασιζόμενος σε δύο εξίσου ενδιαφέροντα στοιχεία. Το πρώτο είναι η σκοπιμότητα του να επιμένει κάποιος σε μια αδύνατη τοποθέτηση. Κάτι τέτοιο συνεπάγεται τριγμούς και αδιέξοδα τόσο στο εσωτερικό όσο και στις εξωτερικές σχέσεις ενός κράτους, ενώ ανέκαθεν το να κυβερνάς απαιτούσε να συμβιβάζεσαι ώστε εν ευθέτω χρόνω να προχωρήσεις έστω και με πολύ αργούς ρυθμούς.   

Το δεύτερο επιχείρημά του εδράζεται στη φύση και στην ηθική των ανθρώπων, την οποία περιγράφει γλαφυρά και σε άλλα εδάφια:   

Γιατί γενικά για τους ανθρώπους μπορούμε να πούμε τα ακόλουθα: είναι αχάριστοι, ασταθείς, ψεύτες και υποκριτές, αποφευγουν τους κινδύνους, είναι άπληστοι στο κέρδος και, όσο τους κάνεις καλό, είναι όλοι με το μέρος σου.   

Προσωπικά, θα ήθελα αυτή η καθόλου κολακευτική απεικόνιση της πλειονότητας του είδους μας από τον Μακιαβέλι να είχε πλέον καταστεί ανεπίκαιρη χάρη στην παιδεία και στην πρόσβαση στην ενημέρωση. Ας αναλογιστούμε όμως τις πρόσφατες αντιδράσεις μεγάλης μερίδας του ελληνικού λαού εν όψει της ψήφισης νομοθετικών ρυθμίσεων που αφορούν την προστασία ευάλωτων μελών της κοινωνίας και τη θεσμική προστασία βασικών ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ας θυμηθούμε την οργή και τις απειλές που συνοδεύουν κάθε φορά ακόμα και την απλή διατύπωση του αιτήματος να προχωρήσει επιτέλους ο διαχωρισμός Εκκλησίας και κράτους. Δυστυχώς, τα παραδείγματα αυτά δεν μας επιτρέπουν να αγνοήσουμε πως    

Αν ένας ηγεμόνας θέλει να διατηρήσει την εξουσία του, είναι συχνά αναγκασμένος να μην είναι καλός, γιατί όταν το σύνολο - είτε είναι οι υπηκόοι είτε οι στρατιώτε είτε οι ευγενείς, που εσύ κρίνεις ότι έχεις την ανάγκη τους για να κρατηθείς στην εξουσίας - είναι διεφθαρμένο, σε συμφέρει να ακολουθείς τις διαθέσεις του, για να το ικανοποιείς. Τότε τα καλά έργα είναι επιζήμια για εσένα

Καθώς, λοιπόν, η πολιτική πραγματικότητα αντικατοπτρίζει την ανθρώπινη φύση, φαίνεται πως ο φαύλος κύκλος όπου τα καλά έργα αποφεύγονται ως επιζήμια θα συνεχίζεται αέναα. 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου