O Φραντσέσκο Πετράρκα, εξελληνισμένα Φραγκίσκος Πετράρχης (20 Ιουλίου 1304 - 19 Ιουλίου 1374), ήταν Ιταλός λόγιος,
ποιητής και ένας από τους παλαιότερους ανθρωπιστές της Αναγέννησης.
Βάσει των έργων του Πετράρχη και, σε μικρότερο
βαθμό, του Δάντη και
του Βοκκάκιου, ο Πιέτρο Μπέμπο τον
16ο αιώνα δημιούργησε το μοντέλο για τη σύγχρονη ιταλική γλώσσα.
Ο Πετράρχης έγινε γνωστός για την ανάπτυξη των σονέτων του
σε τέτοιο βαθμό τελειότητας, ώστε παρέμειναν αξεπέραστα μέχρι σήμερα και η
χρήση τους επεκτάθηκε και σε άλλες ευρωπαϊκές γλώσσες: κατά την Αναγέννηση, αποτέλεσαν αντικείμενο θαυμασμού, αλλά και
μίμησης σε όλη την Ευρώπη. Το έργο του Canzoniere με
365 ερωτικά ποιήματα, αφιερωμένα στη Λάουρα, επηρέασε όλη τη μετέπειτα λυρική
ποίηση, δημιουργώντας το γνωστό ρεύμα του «πετραρχισμού».
Νεανικά χρόνια και σπουδές[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο Φραντσέσκο Πετράρκα γεννήθηκε στο Αρέτσο της Ιταλίας. Ο πατέρας του, με τη φιλοδοξία να τον αντικαταστήσει κάποτε στο επάγγελμά
του, τον έστειλε σε ηλικία 15 ετών να σπουδάσει νομική στο Μονπελιέ. Όπως ο Οβίδιος και πολλοί άλλοι ποιητές, έτσι κι ο Πετράρχης δεν ήταν λάτρης της νομικής,
αλλά ήταν αποφασισμένος να γίνει λόγιος και άνθρωπος των γραμμάτων παρά
δικηγόρος.
Το 1323,
μετακόμισε στη Μπολόνια, "έδρα" της νομικής μόρφωσης, και έμεινε μαζί με τον αδερφό του, Γκεράρντο, μέχρι και το 1326, ως το
θάνατο του πατέρα του, οπότε και επέστρεψε στην Αβινιόν. Η πατρική περιουσία δεν ήταν ποτέ ιδιαίτερα μεγάλη για τους δυο
κληρονόμους: το πιο πολύτιμο απομεινάρι της κληρονομιάς ήταν ένα αυθεντικό χειρόγραφο του Κικέρωνα. Μόνη επιλογή για τον Πετράρχη ήταν να ενδυθεί το σχήμα του κλήρου με την
άφιξή του στην Προβηγκία.
Λάουρα[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στις 6
Απριλίου 1327, συνέβη το πιο γνωστό περιστατικό στην ιστορία του Πετράρχη: είδε τη
Λάουρα για πρώτη φορά στην εκκλησία της Αβινιόν. Η πραγματική ταυτότητα της γυναίκας αυτής παραμένει άγνωστη, καθώς οι
πηγές που αναφέρονται στην ταυτότητα και την οικογενειακή της κατάσταση
βασίζονται κυρίως στην παράδοση και σε ατεκμηρίωτα στοιχεία. Αν γίνει δεκτό ότι
δεν αποτέλεσε αποκύημα της φαντασίας του Πετράρχη, τα ποιήματά του υποδεικνύουν
μια παντρεμένη γυναίκα, με την οποία μοιραζόταν μια σεβαστή, αλλά όχι ιδιαίτερα
στενή φιλία.
Ταξίδια[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Τόπος κατοικίας του παρέμεινε η Αβινιόν μέχρι το 1333, οπότε
και έκανε το πρώτο του μεγάλο ταξίδι, κατά το οποίο επισκέφτηκε το Παρίσι, τη Γάνδη, τη Λιέγη και την Κολωνία, γνωρίζοντας λόγιους άνδρες και αντιγράφοντας χειρόγραφα κλασικών συγγραφέων. Με την επιστροφή του στην Αβινιόν, ασχολήθηκε με τις δημόσιες υποθέσεις και, μεταξύ άλλων, απηύθυνε δυο
ποιητικές επιστολές στον Πάπα Βενέδικτο ΙΒ΄. Η ρητορική του δεινότητα κέρδισε τους τυράννους της Βερόνα κι έτσι απέκτησε τη φιλία του πρεσβευτή τους, Άτσο ντι Κορέτζιο.
Λίγο καιρό αργότερα, ο Πετράρχης πραγματοποίησε το πρώτο
του ταξίδι στη Ρώμη, όπου του έκαναν τεράστια εντύπωση τα ερείπια της πόλης. Γύρω στο 1337 αποφάσισε να αφιερωθεί στη μοναχική μελέτη, κάτι που τον ξεχώριζε σε μεγάλο
βαθμό από τους υπόλοιπους λογίους του Μεσαίωνα. Απέκτησε ένα γιο, τον Τζοβάνι, το 1337 και μια κόρη, την Φραντσέσκα, το 1343 (το όνομα της μητέρας παραμένει άγνωστο και στις δυο περιπτώσεις).
Στέψη[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Εν τω μεταξύ, η φήμη του ως ποιητής της λατινικής και άλλων γλωσσών σταδιακά όλο και αυξανόταν, ειδικά μετά την έκδοση του
έπους του Africa, με αποτέλεσμα να διακηρύσσεται πως κανείς δεν άξιζε περισσότερο το
δάφνινο στεφάνι από τον ίδιο τον Πετράρχη. Ο ίδιος επιθυμούσε τη δόξα και
εξάντλησε την επιρροή του, προκειμένου να λάβει την τιμή δημόσιας στέψης.
Πράγματι, την 1η Σεπτεμβρίου 1340, έλαβε δυο προσκλήσεις: από το Πανεπιστήμιο των Παρισίων και το βασιλιά Ροβέρτο της Νάπολης.
Αποδεχόμενος την τελευταία πρόσκληση, ταξίδεψε στη Νάπολη το Φεβρουάριο του 1341 και μετά από συζητήσεις σχετικά με την τέχνη του ποιητή, στάλθηκε με
εξαίσιες συστάσεις στη Ρώμη. Εκεί, τον Απρίλιο ο Πετράρχης έλαβε το στέμμα του ποιητή στο Καπιτώλιο από τον
Ρωμαίο γερουσιαστή και υπό τις επευφημίες του κόσμου και τωνπατρικίων. Ο ρητορικός λόγος που εκφώνησε βασιζόταν στα λόγια του Βιργιλίου[1]:
Sed me Parnassi deserta per ardua dulcis Raptat amor..
Αλλά ο πόθος έρχεται και με βρίσκει πάνω από τις απόκρημνες κορφές του Παρνασσού[2].
Αλλά ο πόθος έρχεται και με βρίσκει πάνω από τις απόκρημνες κορφές του Παρνασσού[2].
Μετά τη στέψη του στη Ρώμη, άνοιξε νέο κεφάλαιο στη ζωή του, καθώς θεωρούνταν ρήτορας και ποιητής
ευρωπαϊκής κλίμακας και υπήρξε προσκεκλημένος πριγκίπων και ευγενών στις
βασιλικές αυλές.
Αναγνώριση[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Στα επόμενα χρόνια, ο αδελφός του, Γκεράρντο, μπήκε σε
μοναστήρι, ενώ ο ίδιος απέρριψε επανειλημμένες προσφορές μιας γραμματειακής
θέσης δίπλα στον Πάπα, ένα από τα υψηλότερα αξιώματα, καθώς δεν ήθελε να
αμελήσει τις σπουδές του και τη δόξα που του προσέφεραν για εκκλησιαστικές
φιλοδοξίες. Τον Ιανουάριο του 1343 πέθανε ο Ροβέρτος της Νάπολης και στάλθηκε ως μέρος της παπικής
πρεσβείας στον διάδοχό του, Ιωάννη. Από το ταξίδι του στη Νάπολη άφησε ενδιαφέρουσες πηγές, κι ίσως είναι εδώ που συναντήθηκε για πρώτη φορά
με τον Βοκκάκιο.
Το 1347 ο Πετράρχης έχτισε την κατοικία του στην Πάρμα, όπου ήλπιζε να ασχοληθεί με ηρεμία με την ποίηση και την πολιτική, καθότι ιδεαλιστής. Ωστόσο, τα επόμενα δυο χρόνια έφεραν δυστυχίες: η Λάουρα πέθανε από την πανώλη στις 6
Απριλίου 1348, όπως και πολλοί άλλοι στενοί φίλοι του. Το γεγονός αυτό άλλαξε εσωτερικά
τον Πετράρχη: άρχισε να σκέφτεται την εγκατάλειψη των εγκοσμίων και κατάστρωσε
ένα σχέδιο για την ίδρυση ενός είδους ουμανιστικού μοναστηριού, όπου θα αφιερωνόταν σε περισσότερες
σπουδές και θα βρισκόταν σε κοντινή επαφή με το Θεό.
Αν και κάτι τέτοιο δεν πραγματοποιήθηκε, η επιρροή του
γεγονότος αυτού παρατηρείται στα γραπτά του, τα οποία πλέον έχουν πιο θλιμμένο
και θρησκευτικό τόνο. Αν και στηλίτευε την πολιτική των διαφόρων δυναστών ιταλικών πόλεων, υποστηρίζοντας τη ρωμαϊκή δημοκρατία, αποδεχόταν τη φιλοξενία τους:
από την πλευρά τους, εκείνοι έδειχναν να κατανοούν την ιδιοσυγκρασία του και αναγνώριζαν
τις πολιτικές του θεωρίες ως μη πρακτικά εφαρμόσιμες. Εξάλλου, από εκείνη την
περίοδο ξεκίνησε και η τάση των Ιταλών πριγκίπων κατά τη διάρκεια της Αναγέννησης να τιμούν και να προστατεύουν τους ανθρώπους των γραμμάτων και των τεχνών.
Το ιωβηλαίο του 1350, ο
Πετράρχης μετέβη για προσκύνημα στη Ρώμη, περνώντας και από τη Φλωρεντία, όπου απέκτησε στενή φιλία με το Βοκάκιο: ο τελευταίος το θαύμαζε μέχρι λατρείας, ενώ ο Πετράρχης τον αντάμοιβε με
συμπάθεια, συμβουλές στις γραμματειακές σπουδές και ηθική υποστήριξη. Το 1351, ο Βοκάκιος μετέφερε στον Πετράρχη, που έμενε στην Πάδοβα, την πρόσκληση του άρχοντα της Φλωρεντίας να γίνει πρύτανης του νεοσυσταθέντος πανεπιστημίου, την
οποία, ωστόσο αρνήθηκε.
Το 1353, έφυγε
από την Αβινιόν για τελευταία φορά και μετέβη στη Λομβαρδία, κατευθυνόμενος στο Μιλάνο, όπου μπήκε στην αυλή του αρχιεπισκόπου Τζοβάνι Βισκόντι, μετά το θάνατο
του οποίου παρέμεινε στη βασιλική αυλή της οικογένειας ως διπλωμάτης, ρήτορας
και συγγραφέας δημόσιων λόγων τους.
Τελευταία χρόνια-Θάνατος[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Ο γιος του, Τζοβάνι, είχε ήδη πεθάνει από την πανώλη και η κόρη του, Φραντσέσκα, είχε ήδη παντρευτεί, όταν το 1362 εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Πάδοβα, αν και την ίδια χρονιά έκανε ένα ταξίδι στη Βενετία. Εκεί, ο Βοκάκιος τον γνώρισε στον Έλληνα Λεόντιο Πιλάτο: ο Πετράρχης δεν κατείχε την ελληνική γλώσσα, αν και προσπάθησε να μάθει τα
τελευταία χρόνια της ζωής του. Κατείχε ένα χειρόγραφο από τον Όμηρο και ένα απόσπασμα του Πλάτωνα, ενώ είχε διαβάσει την Ιλιάδα από τη μετάφραση του Βοκάκιου στη λαϊκή λατινική.
Οι παλαιοί του φίλοι πέθαναν σταδιακά. Ημερομηνία θανάτου
του φερόταν το έτος 1365, ωστόσο
έζησε για άλλη μια περίπου δεκαετία. Το 1369, αποτραβήχτηκε στην Άρκουα, ένα μικρό χωριό, όπου συνέχισε τις μελέτες
του. Όλα αυτά τα χρόνια, διατηρούσε και ενδυνάμωνε τη φιλία του με το Βοκκάκιο.
Στις 18
Ιουλίου 1374, βρέθηκε νεκρός ανάμεσα στα βιβλία και έγγραφα της βιβλιοθήκης της
κατοικίας του.
Ο Πετράρχης θεωρείται ιδρυτής του ουμανισμού και της Αναγέννησης στην Ιταλία. Ήταν ο πρώτος που δημιούργησε συλλογές βιβλίων σε βιβλιοθήκες,
συγκέντρωνε νομίσματα και διατηρούσε χειρόγραφα, αντιγράφοντας ιδιοχείρως όσα δεν μπορούσε να αγοράσει, ενώ ταυτόχρονα
είχε μισθωμένους αντιγραφείς και προέτρεπε τους συγχρόνους του στη συλλογή
αρχαίων εγγράφων και στη μελέτη της κλασικής ελληνικής και ρωμαϊκής
λογοτεχνίας. Οι κλασικοί Έλληνες και Λατίνοι συγγραφείς γι' αυτόν ήταν ακόμα
ζωντανοί, εξ ου και κρύβουν σεβασμό και συμπάθεια οι ρητορικές του επιστολές
προς τον Κικέρωνα, τον Σενέκα ή τον Βάρρωνα.
"Το κεφάλι του Πετράρχη"[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]
Το 2004, 700
χρόνια από τη γέννηση του ποιητή, ύστερα από έρευνες DNA,
ειδικοί επιβεβαίωσαν ότι το κρανίο που βρίσκεται στον τάφο του Πετράρχη δεν
ανήκει στον ποιητή, αλλά σ' έναν πολύ μικρόσωμο άντρα[3].
Υπάρχει η υπόθεση ότι η κλοπή έγινε είτε από το μοναχό Tommasso Martinelli, που είχε εξοριστεί για τη σύληση του τάφου του Πετράρχη το 1630 είτε από τον καθηγητή Giovanni Canestrini, που επεχείρησε να εξετάσει το κρανίο το 1873[4], είτε σε κάποια μεταφορά των λειψάνων του Πετράρχη μαζί με άλλους
πολύτιμους θησαυρούς, προκειμένου να σωθούν από φυσικές καταστροφές[5].
Πηγή: wikipedia
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου