Κυριακή 3 Απριλίου 2016

«Φωτιά στη Θάλασσα»: Η Χρυσή Άρκτος, η Λαμπεντούζα και η μεταναστευτική οδύσσεια


Μπορεί το σινεμά να αποδειχθεί πιο συναρπαστικό από μια πραγματικότητα που μοιάζει να το έχει εδώ και καιρό ξεπεράσει; Το βραβευμένο με Χρυσή Άρκτο στο Βερολίνο ντοκιμαντέρ «Φωτιά στη Θάλασσα», το οποίο κάνει επίσημη πρεμιέρα στη χώρα μας στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στις 5/4, προσπαθεί να απαντήσει θετικά.


Δεν περίμενε κανείς την προ τριημέρου απονομή των βραβείων της Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου ή το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης με το αφιέρωμά του «Πρόσφυγες: Απόδραση προς την ελευθερία» για να καταλάβει ποιο είναι το πιο επείγον κινηματογραφικό θέμα των ημερών μας. Ούτε η απονομή του Χρυσού Φοίνικα των Κανών στο «Dheepan» και της βερολινέζικης Χρυσής Άρκτου στο «Φωτιά στη Θάλασσα» ήταν επιλογές ξεκομμένες από τα διεθνή εξωκινηματογραφικά γεγονότα. 



Η μεγάλη ευρωπαϊκή μεταναστευτική κρίση έχει αρχίσει να περνά πλέον όλο και πιο συχνά από τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και τις τηλεοπτικές ειδήσεις των οκτώ στις κινηματογραφικές εικόνες, οι οποίες κινδυνεύουν να μείνουν εκκωφαντικά βουβές και αφόρητα κοινότοπες μπροστά σ’ εκείνες της καθημερινότητας. Να όμως που μερικές φορές αυτές καταφέρνουν να εμπνευστούν από ένα εξαντλημένο από την εκμετάλλευση πρώτο υλικό, μετατρέποντάς το άλλοτε σε καθαρή ποίηση και άλλοτε σε σπαρακτική κραυγή.
Η Μεσόγειος φλέγεται 
Το «Mediterranea» του Τζόνας Καπρινιάνο είναι μια από τις λίγες ταινίες οι οποίες εστιάζουν στους Αφρικανούς μετανάστες που κινούνται από τα βόρεια παράλια της ηπείρου προς την Ιταλία, τη δεύτερη μεγαλύτερη πύλη εισόδου προσφύγων στην Ευρώπη μετά τα Βαλκάνια. Το ρόλο της Μυτιλήνης στη συγκεκριμένη διαδρομή διαδραματίζει το νησάκι της Λαμπεντούζα, το οποίο ο Τζιανφράνκο Ρόζι επισκέφτηκε για πρώτη φορά το φθινόπωρο του 2014. 

Βραβευμένος με Χρυσό Λιοντάρι στη Βενετία το 2013 για το ντοκιμαντέρ του «Sacro GRA», πάνω στην «αόρατη» καθημερινότητα του αυτοκινητοδρόμου που περικυκλώνει τη Ρώμη, ο 51χρονος Ιταλός σκηνοθέτης είχε πρόθεση να γυρίσει μια μικρού μήκους «που θα αποκάλυπτε μια διαφορετική εικόνα του νησιού στη νωχελική και συνένοχη Ευρώπη». Και συνεχίζει: «Για μένα η Λαμπεντούζα δεν ήταν παρά ένας θόρυβος φωνών και εικόνων, παραγόμενος από τηλεοπτικά σποτ, τίτλους σχετικά με θανάτους που σοκάρουν, καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, εισβολών και λαϊκιστικών εξεγέρσεων. Ωστόσο, όταν πήγα στο νησί, ανακάλυψα ότι η αλήθεια βρίσκεται αρκετά μακριά από αυτό που αναπαράγουν τα media και οι πολιτικοί και συνειδητοποίησα ότι θα ήταν αδύνατον να συμπτύξω ένα τόσο σύνθετο σύμπαν σε λίγα μόνο λεπτά».
Ο Πιέτρο Μπαρτόλο, ο μοναδικός γιατρός της Λαμπεντούζα, του δίνει την πρώτη κινηματογραφική διέξοδο. Παρών σε κάθε έλευση διασωθέντων προσφύγων τα τελευταία χρόνια, έγινε για τον Ρόζι το μάτι που κοιτάζει την παγκόσμια τραγωδία κατάματα και υψώνει απέναντί της το ανάστημά του. «Μετακόμισα στη Λαμπεντούζα και νοίκιασα ένα σπίτι στο παλιό λιμάνι. Ήθελα να πω αυτή την ιστορία μέσα από τα μάτια των νησιωτών, των οποίων ο τρόπος ζωής έχει υποστεί μια σημαντική αλλαγή τα τελευταία 20 χρόνια. 

Ήρθα σε επαφή με τους ντόπιους και γνώρισα τους ρυθμούς τους, την καθημερινή ζωή και τον τρόπο με τον οποίο βλέπουν τα πράγματα. Και μετά συνάντησα τον εννιάχρονο Σαμουέλε, ένα γιο ψαρά. Μέσω της καθαρής και παιδικής ματιάς του θα μπορούσα να πω την ιστορία των κατοίκων με μεγαλύτερη ελευθερία. Τον ακολούθησα ενώ έπαιζε με τους φίλους του, στο σχολείο, στο σπίτι με τη γιαγιά του και στη βάρκα με το θείο του. Ο Σαμουέλε μού επέτρεψε να δω το νησί με μια πρωτόγνωρη καθαρότητα».
Οι δυο αυτοί ήρωες δίνουν στον Ρόζι τις συμπληρωματικές οπτικές γωνίες για το πανοραμικό πλάνο του πάνω σ’ αυτήν τη μικροσκοπική κουκκίδα στο χάρτη, φορτωμένη πόνο και ελπίδα, αλτρουισμό και βαναυσότητα. «Στο τέλος κατάλαβα ότι το σύνορο, το οποίο κάποτε ήταν η Λαμπεντούζα, όταν οι βάρκες έφταναν στο ίδιο το νησί, μετατοπίστηκε στη θάλασσα. Επιβιβάστηκα λοιπόν σε ένα ιταλικό ναυτικό σκάφος που δραστηριοποιείται στις αφρικανικές ακτές και πέρασα ένα μήνα στο Cigala Fulgosi, λαμβάνοντας μέρος σε δύο αποστολές. Εκεί έμαθα τους ρυθμούς, τους κανόνες και τα έθιμα της ζωής εν πλω, ενώ τρέχαμε από τη μία τραγωδία στην άλλη». 

Το «Φωτιά στη Θάλασσα» έκανε πρεμιέρα στο Φεστιβάλ Βερολίνου, όπου αποθεώθηκε από κοινό και κριτικούς για την ψύχραιμη, μα βαθιά ανθρώπινη ματιά του στα «παρασκήνια» όλων όσων διαδραματίζονται καθημερινά στ’ ανοιχτά της Σικελίας. Η πρόεδρος της κριτικής επιτροπής Μέριλ Στριπ απένειμε ενθουσιασμένη τη Χρυσή Άρκτο στον Τζιανφράνκο Ρόζι, συγχαίροντάς τον για «το επείγον, ευφάνταστο και απαραίτητο σκηνοθετικό επίτευγμά» του. Ακόμα κι ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Ματέο Ρέντσι δεν έμεινε ασυγκίνητος, δηλώνοντας πως σε μελλοντική συνάντηση κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών θα τους μοιράσει 27 DVD της ταινίας, «κάτι που μπορεί να μεταστρέψει τη συζήτηση για το προσφυγικό». 

Πριν από τις 14 Απριλίου, οπότε θα βγει κανονικά στις ελληνικές αίθουσες, στις 5/4 το «Φωτιά στη Θάλασσα» θα προβληθεί σε επίσημη avant premiere στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση, σε εκδήλωση που τελεί υπό την αιγίδα του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Προκόπη Παυλόπουλου. Παρών θα είναι και ο ίδιος ο Φραντζέσκο Ρόζι, ο οποίος θα παρουσιάσει την ταινία.

20,2 
τετραγωνικά χιλιόμετρα είναι η έκτασή της 

5.500 
άνθρωποι ζουν στη Λαμπεντούζα 

113 
χιλιόμετρα τη χωρίζουν από την Τυνησία, 176 από τη Μάλτα και 205 από τη Σικελία 

170.000 
πρόσφυγες έφτασαν στις ιταλικές ακτές το 2014 και 154.000 το 2015

3.500 
πρόσφυγες έχασαν τη ζωή τους στη Μεσόγειο το 2014 και πάνω από 3.000 το 2015

Αthinorama.gr 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου